Η συγκυρία είναι ευνοϊκή για την αγορά ελληνικών ομολόγων και οι επενδυτές είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν επενδυτικό ρίσκο, διαπιστώνει ο γνωστός μεγαλοεπενδυτής Άντριου Μπόζομβορθ.
Στο ερώτημα, τι όφελος έχει η Ελλάδα από την πολιτική χαμηλών επιτοκίων της ΕΚΤ, ο ίδιος επισημαίνει: «Φυσικά παίζει και αυτό κάποιο ρόλο, αλλά δεν είναι καθοριστικό. Η Ελλάδα έχει κάνει από το 2010 πολλά. Καμία χώρα δεν έχει εφαρμόσει τόσες πολλές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Ασφαλώς και υπάρχει μεγάλο περιθώριο για βελτιώσεις, αλλά παρά ταύτα πολλά θέματα έχουν προχωρήσει».
Ως προς τη δυνατότητα εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους τονίζει ότι οι αγορές υποθέτουν πως θα τροποποιηθούν οι όροι εξυπηρέτησης του με μέτρα όπως η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής και μείωση των επιτοκίων. Μια τέτοια πρακτική θα αποτελούσε με οικονομικούς όρους ένα γενναίο «κούρεμα», αλλά δεν θα επηρέαζε τους ιδιώτες επενδυτές, συμπεραίνει.
Θα συνιστούσε αυτό την οριστική διάσωση της Ελλάδας; Μπόζομβορθ: «Εφόσον η κυβέρνηση στην Αθήνα πετύχει την αναχρηματοδότησή της από τις αγορές, τότε ένα επιπλέον πακέτο διάσωσης δεν είναι επί της αρχής αναγκαίο. Αλλά: Η χώρα χρειάζεται παρά ταύτα χρήματα, διότι η ΕΚΤ δεν θα συμμετείχε σε μια αναδιάρθρωση του χρέους.
Οι απαισιόδοξοι θα έλεγαν επομένως: Η χώρα πληρώνει περίπου 6% τόκους για νέα χρέη, αλλά η ανάπτυξη είναι αισθητά χαμηλότερη. Επομένως τα νέα χρέη δεν εξυπηρετούνται. Μια περίπλοκη κατάσταση».
Αναφορικά με την διασύνδεση των οικονομικών αποφάσεων που πρέπει να ληφθούν με τις επικείμενες ευρωεκλογές, σημειώνει: «Διάφορα στοιχεία συγκλίνουν: Η καγκελάριος θα ταξιδέψει την επόμενη βδομάδα στην Αθήνα. Επιπλέον είναι πιθανό ο Moody’s να αναβαθμίσει τη χώρα σε B3, οπότε τα ελληνικά ομόλογα δεν θα ήταν τόσο επισφαλή.
Ο συνδυασμός όλων αυτών αποτελεί καλή είδηση για την Αθήνα. Θα σημαίνει: Αγαπητοί πολίτες, η πολιτική λιτότητας έχει αποδώσει. Η καγκελάριος Μέρκελ σίγουρα θα το επισημάνει στην Αθήνα».
Και συμπληρώνει: «Εάν κάποιος δει μόνο τα δημοσιονομικά στοιχεία, η διάσωση της Ελλάδας έχει λειτουργήσει καλά. Αλλά το τίμημα που πλήρωσε ο λαός ήταν πολύ υψηλό, αυτό θα έπρεπε να εκτιμηθεί αναλόγως.
Ωστόσο, δεν βρισκόμαστε ακόμη στο σημείο όπου μπορούμε να πούμε ότι η χώρα θα παρουσιάσει και πάλι ανάπτυξη».
Αναφερόμενος στο επιχείρημα της καγκελαρίου ότι δεν υπήρχε άλλη εναλλακτική λύση, συμφωνεί ότι η εναλλακτική θα ήταν η επιστροφή στη δραχμή, με πλήρη διαγραφή των χρεών και εκκίνηση από το μηδέν. «Αυτό δεν θα ήταν σίγουρα πιο εύκολο για τους πολίτες», καταλήγει ο ίδιος.