Η Ελλάδα πρέπει να προχωρήσει σε εκ βάθρων ανασυγκρότηση του δημόσιου τομέα και να ενθαρρύνει με κάθε τρόπο τη διαδικασία μετάβασης σε ένα νέο πρότυπο ανάπτυξης που θα στηρίζεται στην εξωστρέφεια, υποστήριξε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας μιλώντας σε γεύμα που διοργανώνει προς τιμήν του το American – Hellenic Chamber of Commerce. Ο Γ Προβόπουλος τόνισε ότι η Τράπεζα της Ελλάδος καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης ήταν σταθερό σημείο αναφοράς και παράγοντας συνέχειας.
Αναλυτικά η ομιλία του Γ. Προβόπουλου έχει ως εξής:
Ευχαριστώ για την πρόσκληση να παραστώ σ’ αυτό το γεύμα εργασίας, που μας δίνει την ευκαιρία να ανταλλάξουμε απόψεις για τα επίκαιρα ζητήματα της οικονομίας. Επιτρέψτε μου πριν προχωρήσουμε στο διάλογο να θέσω ορισμένα θέματα, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν έναυσμα για συζήτηση.
Θα ξεκινήσω με μια αποτίμηση της σημερινής κατάστασης. Όπως δείχνουν όλα τα δεδομένα, μετά από μια μακρά και βαθιά ύφεση διαφαίνεται τώρα καθαρά η προοπτική εξόδου από την κρίση. Η κατάληξη αυτή είναι αποτέλεσμα μιας πορείας τεσσάρων ετών, που δεν ήταν ούτε ευθύγραμμη ούτε ανώδυνη. Δεν ήταν εξάλλου βέβαιο εξαρχής ότι θα αποφεύγαμε τη χρεωκοπία και την έξοδο της χώρας από το ευρώ. Σας θυμίζω τις μεγάλες εξάρσεις της αβεβαιότητας το 2011 και, ιδιαίτερα, το 2012, όταν η κατάρρευση έμοιαζε επικείμενη. Τελικώς η καταστροφή αποτράπηκε με τη βούληση του ελληνικού λαού, τις προσπάθειες διαδοχικών κυβερνήσεων και τη στήριξη των εταίρων μας.
Η Τράπεζα της Ελλάδος καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης ήταν σταθερό σημείο αναφοράς και παράγοντας συνέχειας. Κατ’ αρχάς, προειδοποίησε έγκαιρα για τους κινδύνους. Υποστήριξε σθεναρά την παραμονή της χώρας στην ευρωπαϊκή κοίτη. Επισήμανε συστηματικά τις καθυστερήσεις στη λήψη των αναγκαίων αποφάσεων οικονομικής πολιτικής, που έθεταν σε κίνδυνο την πορεία σταθεροποίησης. Πρότεινε εφικτές λύσεις. Με την ίδια λογική άσκησε τα θεσμικά της καθήκοντα για την προστασία της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και των καταθέσεων. Απέτρεψε έτσι μια ανοικτή τραπεζική κρίση. Το τραπεζικό σύστημα, παρά τις μεγάλες απώλειες που υπέστη, αναδιατάχθηκε πάνω σε νέες βάσεις, χωρίς κανένας καταθέτης να υποστεί ζημιά.
Η μακρά αυτή προσπάθεια είχε απτά αποτελέσματα, τα οποία επιτρέπουν να προσβλέπουμε με μεγαλύτερη αισιοδοξία στο μέλλον:
• Το τραπεζικό σύστημα αναδιαρθρώθηκε, έγινε ισχυρότερο, ανακτά την εμπιστοσύνη των επενδυτών και θα είναι σταδιακά σε θέση να διαδραματίσει τον ρόλο του στη χρηματοδότηση της ανάπτυξης
• Η δημοσιονομική προσαρμογή έχει καλύψει μεγάλη διαδρομή όλα αυτά τα χρόνια, καταλήγοντας σε αξιόλογο πρωτογενές πλεόνασμα το 2013
• Η διεθνής ανταγωνιστικότητα ως προς το κόστος εργασίας έχει ανακτήσει πλήρως τις απώλειες της προηγούμενης δεκαετίας, ενώ η ανταγωνιστικότητα ως προς τις τιμές δεν έχει ακόμη καλύψει ολόκληρη την απώλεια
• Οι εξαγωγές βελτιώθηκαν το 2013 και το έλλειμμα του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών έχει μηδενιστεί
• Η εμπιστοσύνη των αγορών ισχυροποιείται και η διαφορά αποδόσεων μεταξύ των δεκαετών ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου και των αντίστοιχων γερμανικών έχει φτάσει στα προ του 2010 επίπεδα
• H χώρα πέτυχε να επανακάμψει στις διεθνείς αγορές ύστερα από αποκλεισμό ετών
Στο επίπεδο της ευρωζώνης, έχουν γίνει επίσης σημαντικά βήματα για την ανάκαμψη της οικονομίας, τη διόρθωση των ανισορροπιών και την ενδυνάμωση και συμπλήρωση του θεσμικού πλαισίου της οικονομικής και νομισματικής ένωσης. Ειδικότερα:
• Οι προσπάθειες για την αντιμετώπιση των εσωτερικών και εξωτερικών ανισορροπιών στις χώρες-μέλη συνεχίζονται, με έμφαση στη δημοσιονομική προσαρμογή και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις
• Μετά την πρόσφατη συμφωνία για τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης, τίθεται από τα τέλη του 2014 σε λειτουργία η τραπεζική ένωση
• Η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ αναμένεται να παραμείνει διευκολυντική για μια παρατεταμένη περίοδο.
Αυτά είναι τα δεδομένα που περιγράφουν την κατάσταση της οικονομίας σήμερα. Το ερώτημα συνεπώς που τίθεται είναι: Πως θα εκμεταλλευθούμε αυτή την ευνοϊκή συγκυρία για να μετατρέψουμε την σταθεροποίηση σε ανάκαμψη και στη συνέχεια σε δυναμική ανάπτυξη; Ποιες προϋποθέσεις απαιτούνται; Η πρώτη κατά τη γνώμη μου προϋπόθεση είναι να προχωρήσουμε τώρα πιο αποφασιστικά εκεί που έχουμε μείνει πίσω: στις μεταρρυθμίσεις για την εκ βάθρων ανασυγκρότηση του δημόσιου τομέα, τον θεσμικό εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης, της υγείας, της εκπαίδευσης, της δικαιοσύνης και άλλων τομέων δημόσιας λειτουργίας. Παράλληλα, πρέπει να ενθαρρύνουμε με κάθε μέσο τη διαδικασία μετάβασης σε ένα νέο πρότυπο ανάπτυξης που θα στηρίζεται στην εξωστρέφεια, με την ανασυγκρότηση των τομέων της οικονομίας και τη στροφή στην παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών.
Πολύ νωρίς, όταν ακόμη η κρίση βρισκόταν στα πρώτα στάδια, η Τράπεζα της Ελλάδος είχε υποστηρίξει ότι η ελληνική οικονομία χρειάζεται ένα συνεκτικό Σχέδιο Δράσης για την Ανάπτυξη, που θα βαδίζει παράλληλα με τη δημοσιονομική προσαρμογή και θα επικεντρώνεται στη δημιουργία των προϋποθέσεων διατηρήσιμης και ταχύρρυθμης ανάπτυξης. Η πρόταση παραμένει επίκαιρη και σήμερα. Για να αξιοποιήσουμε δυναμικά τις νέες συνθήκες και να ανοίξουμε το δρόμο της ανάπτυξης, πρέπει να δημιουργήσουμε ένα νέο περιβάλλον που θα ευνοεί την παραγωγική αναδιάρθρωση του επιχειρηματικού τομέα. Κύρια συστατικά στοιχεία αυτού του περιβάλλοντος είναι:
• Αποτελεσματικός δημόσιος τομέας, με δομή και λειτουργία φιλικές προς τους πολίτες και την ανάπτυξη
• Εύρυθμη λειτουργία των αγορών και υγιής ανταγωνισμός
• Χαμηλότερη και ορθολογικότερη φορολογική επιβάρυνση των επιχειρήσεων και ελάφρυνση του μη μισθολογικού κόστους εργασίας
• Αποκρατικοποιήσεις που θα προσελκύουν ξένες επενδύσεις.
Αντιλαμβάνομαι ότι ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που απασχολούν τον επιχειρηματικό κόσμο είναι οι δυσχέρειες που εξακολουθούν να υπάρχουν στον τομέα της τραπεζικής χρηματοδότησης και οι προοπτικές για το άμεσο μέλλον. Το ζήτημα είναι ασφαλώς κρίσιμο. Πιστεύω ότι η βελτίωση των μακροοικονομικών συνθηκών θα επιτρέψει και τη σταδιακή εξομάλυνση της πιστωτικής επέκτασης. Το σημαντικότερο όμως δεδομένο που μας επιτρέπει να αισιοδοξούμε είναι η αναδιάταξη του τραπεζικού τομέα και ο αναπροσανατολισμός της πιστοδοτικής πολιτικής των τραπεζών. Θεωρώ εν προκειμένω ότι θα πρέπει να αποφευχθούν οι τάσεις του παρελθόντος, όταν ένα μεγάλο μέρος των πιστώσεων κατευθύνθηκε προς επενδύσεις σε κατοικίες και κατανάλωση.
Οι τράπεζες μπορούν να συμβάλουν αποτελεσματικά στην ανασυγκρότηση του παραγωγικού δυναμικού και στην εμπέδωση του νέου προτύπου οικονομικής ανάπτυξης, που έχει ανάγκη η χώρα. Γι’ αυτό οφείλουν να αναλάβουν πρωτοβουλίες που θα στοχεύουν:
• Στην ενίσχυση των πραγματικά βιώσιμων επιχειρήσεων, νέων και παλαιών
• Στην ενθάρρυνση επιχειρηματικών συμπράξεων, ώστε να ενισχυθεί ο δυναμισμός, η εξωστρέφεια και η ανταγωνιστικότητα των εγχώριων εταιριών στις διεθνείς αγορές
• Στην υποστήριξη πρωτοβουλιών προς την κατεύθυνση γενναίων κλαδικών αναδιαρθρώσεων.
Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχει σήμερα διευρυμένες δυνατότητες. Ήδη, η επιτυχής αναδιάταξή του υπό την εποπτεία της ΤτΕ αναγνωρίζεται διεθνώς -πρόσφατα μάλιστα και από την επικεφαλής της ενιαίας εποπτείας στην ΕΚΤ, την Daniele Nouy– και το καθιστά πόλο έλξης ξένων κεφαλαίων, ανοίγοντας τον δρόμο της επιστροφής στις αγορές και για το Ελληνικό Δημόσιο. Οι τράπεζες μπορούν, επομένως, να αποτελέσουν μοχλό για την παραγωγική αναδιάρθρωση και του επιχειρηματικού τομέα, με γνώμονα τα οφέλη για την οικονομία στο σύνολό της. Η Τράπεζα της Ελλάδος, ως εποπτική αρχή του τραπεζικού συστήματος, θα συμβάλει στη δημιουργία των προϋποθέσεων που θα το επιτρέψουν».