Το «στραβοπάτημα» του υφυπουργού ετοιμάζονται να εκμεταλλευτούν τα «γεράκια» της Ελβετίας
H απόφαση του υφυπουργού Οικονομικών Γιώργου Μαυραγάνη, να επαναφέρει το ζήτημα της φορολόγησης της υπεραξίας που προκύπτει από χρηματιστηριακές πράξεις, όχι μόνο δυναμιτίζει την πορεία του Χρηματιστηρίου Αθηνών αλλά και ωθεί ένα σημαντικότατο ποσοστό τού εγχώριου επενδυτικού κεφαλαίου να στραφεί προς τα «απάνεμα νερά» της Ελβετίας.
Ήδη πληροφορίες θέλουν την UBS να έχει στραφεί προς Έλληνες (και όχι μόνο) επενδυτές της χώρας μας, με σκοπό την μεταφορά των χαρτοφυλακίων τους στο εξωτερικό -κάτι που ασφαλώς θα λειτουργήσει καταστρεπτικά για την σταθερότητα των τιμών του ΧΑ και την συνακόλουθη αντιμετώπισή του από τους ξένους.
Κι αυτό γιατί, πέραν του αιφνιδιασμού, στην παρούσα συγκυρία κατά την οποία η Ελλάδα αποτολμά να βγει στις Αγορές ομολόγων έχουμε σε εξέλιξη και την διαδικασία «θωράκισης» των δύο συστημικών τραπεζών -της Εθνικής και της Eurobank. Eπομένως, η κίνηση του υφυπουργού θέτει σε αβεβαιότητα και όλη την προσπάθεια ανασύνταξης και τόνωσης της πραγματικής Οικονομίας.
Η απόφαση, η οποία αναμφίβολα πρέπει να τύχει πολλών διευκρινίσεων, ορίζει ότι ο κάθε επενδυτής θα αντιμετωπίζεται φορολογικά ως επιχειρηματίας και θα καταβάλλει φόρο 26% στην υπεραξία από το πρώτο ευρώ, εφόσον:
– Πραγματοποίησε κατά μέσο όρο τουλάχιστον 10 συναλλαγές, συνολικής αξίας τουλάχιστον διακοσίων πενήντα χιλιάδων (250.000) ευρώ, ανά τρίμηνο, στη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων τριμήνων.
– Η αξία χαρτοφυλακίου των τίτλων του, δηλαδή καταθέσεις μετρητών συν τίτλους, υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ, σε μία τουλάχιστον χρονική στιγμή στη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων τριμήνων.
Εφόσον ο φορολογούμενος πληροί αθροιστικά τα παραπάνω κριτήρια, οι συναλλαγές που σχετίζονται με την κινητή περιουσία του εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 21 και του Κεφαλαίου Γ΄ «Κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα», δηλαδή τα κέρδη που προκύπτει από αυτές τις δραστηριότητες φορολογούνται με συντελεστή 26% από το πρώτο ευρώ.
Αν κανείς σκεφτεί πως, εντός ενός τριμήνου, χρηματιστηριακές κινήσεις ύψους 250.000 ευρώ είναι σύνηθες φαινόμενο για επενδυτές με πολύ χαμηλότερο σε άξια χαρτοφυλάκιο, αλλά και ότι δέκα συναλλαγές μπορεί να γίνουν μέσα σε μία μόνο συνεδρίαση, εύκολα οδηγείται στο συμπέρασμα πως αυτή η νέα τροχοπέδη που επιχειρείται στην ομαλή λειτουργία των χρηματιστηριακών συναλλαγών όχι μόνον δεν θα τονώσει αλλά και θα αποδυναμώσει τα δημόσια έσοδα στα οποία προσβλέπει το οικονομικό επιτελείο.