Η αποκατάσταση της πρόσβασης της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές και το νέο πακέτο ελάφρυνσης χρέους αναμένεται να μειώσουν σημαντικά το ενδεχόμενο ενός νέου προγράμματος χρηματοδότησης από τον επίσημο τομέα, τονίζει η Eurobank σε τακτική έκθεσή της.
Όπως επισημαίνει η τράπεζα:
Η ιδιαίτερα επιτυχής έκδοση του νέου 5ετούς ομολόγου της Ελληνικής Δημοκρατίας σηματοδοτεί το πρώτο μεγάλο βήμα στην πορεία πλήρους αποκατάστασης της πρόσβασης της χώρας στις διεθνείς αγορές
Το αναμενόμενο πακέτο ελάφρυνσης του ελληνικού δημόσιου χρέους από τους επίσημους δανειστές σε συνδυασμό με: α) νέες εκδόσεις κυβερνητικών ομολόγων (€5,5δις ετησίως κατά μέσο όρο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας) και β) τα μέτρα που συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο της πρόσφατης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος προσαρμογής, αναμένεται να διασφαλίσουν πλήρη κάλυψη των όποιων χρηματοδοτικών κενών προβλέπονται για τα επόμενα 6-7 έτη, καθιστώντας μη-αναγκαίο ένα νέο πρόγραμμα χρηματοδότησης από τον επίσημο τομέα
Η παρούσα έκθεση αναλύει λεπτομερώς την εξέλιξη των χρηματοδοτικών αναγκών και των πηγών χρηματοδότησης της Γενικής Κυβέρνησης την περίοδο 2014-2020. Επίσης, παρουσιάζει τη δομή ενόςυποθετικού πακέτου ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους το οποίο, μεταξύ άλλων, μειώνει και εξομαλύνει σημαντικά τις δανειακές ανάγκες της χώρας σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα
Αναλυτικά, η Διεύθυνση Τρέχουσας Οικονομικής Ανάλυσης & Έρευνας Διεθνών Κεφαλαιαγορών της Eurobank δημοσίευσε σήμερα τη νέα έκδοση του περιοδικού της δελτίου Greece Macro Monitor με τίτλο «Η σημειολογική και οικονομική σημασία του νέου 5ετούς ομολόγου». Τη συγγραφή της έκθεσης επιμελήθηκε ο Δρ. Πλάτων Μονοκρούσος, Επικεφαλής της Διεύθυνσης Τρέχουσας Οικονομικής Ανάλυσης & Έρευνας Διεθνών Κεφαλαιαγορών της Eurobank.
Τα βασικά συμπεράσματα της παρούσας έκθεσης περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων:
Το αναμενόμενο πακέτο ελάφρυνσης του ελληνικού δημόσιου χρέους από τους επίσημους δανειστές σε συνδυασμό με: α) νέες εκδόσεις κυβερνητικών ομολόγων (€5,5δις ετησίως κατά μέσο όρο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας) και β) τα μέτρα που συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο της πρόσφατης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος προσαρμογής, αναμένεται να διασφαλίσουν πλήρη κάλυψη των όποιων χρηματοδοτικών κενών προβλέπονται για τα επόμενα 6-7 έτη, καθιστώντας μη-αναγκαίο ένα νέο πρόγραμμα χρηματοδότησης από τον επίσημο τομέα.
Συγκεκριμένα, υπό την προϋπόθεση επιβεβαίωσης του υφιστάμενου μακροοικονομικού σεναρίου, οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Γενικής Κυβέρνησης κρίνονται απόλυτα διαχειρίσιμες, τουλάχιστον έως το 2022/23.
Η εν λόγω χρηματοδότηση καθίσταται δυσκολότερη σε πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα, πρόκληση η οποίο αναμένεται να αντιμετωπιστεί στο πλαίσιο ενός νέου πακέτου ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους από τους επίσημους δανειστές πριν το τέλος του τρέχοντος έτους.
Η παρούσα έκθεση αναλύει ένα υποθετικό πακέτο ελάφρυνσης χρέους που περιλαμβάνει:
α) επιμήκυνση του μέσου χρόνου ωρίμανσης των διμερών ευρωπαϊκών δανείων που δόθηκαν στην Ελλάδα στο πλαίσιο του 1ου προγράμματος χρηματοδότησης (GLF) από 30 σε 50 έτη,
β) μείωση του επιτοκίου των δανείων αυτών από 3μηνο Euribor + 50 μονάδες βάσης σε σταθερό επιτόκιο 0,6%, και
γ) 10ετή περίοδο χάριτος για τις αντίστοιχες πληρωμές τόκων.
Η ανωτέρω στρατηγική υπολογίζεται ότι θα οδηγούσε σε: α) σωρευτική μείωση του λόγου χρέους-ΑΕΠ κατά 3 και πλέον ποσοστιαίες μονάδες έως το 2020 και 7 περίπου μονάδες έως το 2030, συμβάλλοντας στην εκπλήρωση των σχετικών στόχων που τέθηκαν στο ΕUROGROUP το Νοέμβριο 2012, και β) σημαντική μείωση και εξομάλυνση του προφίλ των δανειακών αναγκών της χώρας σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα.