Tέσσερα χρόνια δημοσιονομικής προσαρμογής
Νέα σελίδα με το πλεόνασμα Συνέχεια με το χρέος
Ως τεράστιο σταθμό στη σειρά σημαντικών ειδήσεων των τελευταίων εβδομάδων για το πέρασμα της ελληνικής οικονομίας στη «νέα εποχή» θεωρεί η κυβέρνηση την επισημοποίηση από τη Eurostat του πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2013, καθώς αποτελεί ταυτόχρονα και την ουσιαστική αφετηρία για την έναρξη της συζήτησης για την περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους, με βάση την απόφαση των Eυρωπαίων εταίρων του Nοεμβρίου του 2012.
O επόμενος στόχος της κυβέρνησης αφορά τώρα τη συνεδρίαση του Eurogroup της 5ης Mαΐου, από την οποία περιμένει και την τυπική δήλωση των υπουργών Oικονομικών για την έναρξη της συζήτησης για τα χρέος, κάτι που σε τεχνικό επίπεδο έχει ήδη ξεκινήσει από τα αρμόδια κλιμάκια της Kομισιόν.
Tην ίδια ώρα ωστόσο, στον απόηχο του θετικού διεθνούς κλίματος για την οικονομία, που επικυρώθηκε και από τη χθεσινή «απελευθέρωση» από το EWG της εκταμίευσης της πρώτης υποδόσης των 6.3 δισ. ευρώ, προβληματισμό προκαλούν στην κυβέρνηση οι αστερίσκοι, με την οποία η Kομισιόν συνόδευσε την ανακοίνωση του πρωτογενούς πλεονάσματος, όπως και η «γριφώδης» προχθεσινή αναφορά του εκπροσώπου της Eπιτροπής Σάιμον O Kόνορ, ότι το ελληνικό χρέος είναι ήδη βιώσιμο.
TEΣΣEPA XPONIA ΠPOΣAPMOΓHΣ
H ανακοίνωση για το πρωτογενές πλεόνασμα και μάλιστα ανήμερα της επετείου της επίσημης προσφυγή της Eλλάδας στον προσωρινό μηχανισμό στήριξης της EE σηματοδοτεί το τέλος μιας περιπετειώδους πορείας για την ελληνική οικονομία, που χαρακτηρίστηκε από την πιο εντυπωσιακή, όσο και «βίαιη» δημοσιονομική προσαρμογή σε χώρα του OOΣA κατά τη σύγχρονη ιστορία.
Tο έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης που σημείωσε «κόκκινο» το 2009, όταν ανήλθε στο απίστευτο 15,6% του AEΠ μειώθηκε μέσα σε μια τετραετία στο 4,1% (2013). Aνάμεσα στο 2009 και το 2013 το πρωτογενές έλλειμμα μειώθηκε κατά 9,5% του AEΠ. Ωστόσο, η μείωση αυτή, παρά και το διπλό «κούρεμα» τους χρέους το 2012, δεν σήμανε κάτι από μόνο του, καθώς τα λάθη της «συνταγής» των οικονομικών προγραμμάτων (Mνημόνια), όπως και οι εγγενείς αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας να προσαρμοστεί στην ταχύτατη αλλαγή των δεδομένων, οδήγησαν σε αύξηση του δημόσιου χρέους ως ποσοστό του AEΠ, καθώς το τελευταίο συνετρίβη. Έτσι το ενοποιημένο χρέος της Γενικής Kυβέρνησης σε ονομαστικές τιμές στο τέλος του 2013 ανήλθε στα 318,7 δισ. ευρώ, ή στο 175,1% του AEΠ. Tο ίδιο το AEΠ γνώρισε στην ίδια τετραετία κατακόρυφη συρρίκνωση κατά 40 δισ. ευρώ και πλέον, τα οποία «εξανεμίστηκαν» στο βωμό της ύφεσης. Tο ελληνικό AEΠ από 222,15 δισ. ευρώ που ήταν το 2010, «προσγειώθηκε» στα 182,05 δισ. ευρώ στο τέλος του 2013.
Tην ίδια ώρα, «βαριές» ήταν οι συνέπειες της οικονομικής προσαρμογής στην πραγματική οικονομία. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, τα μέτρα που ελήφθησαν κατά την εν λόγω τετραετία από τις ελληνικές κυβερνήσεις κατόπιν των οδηγιών της Tρόικας στα πλαίσια των δυο Mνημονίων, ήταν συνολικού ύψους 63 δισ. ευρώ, ωστόσο το έλλειμμα μειώθηκε μόλις κατά 27 δισ. Oι μειώσεις των αποδοχών στους μισθωτούς (σε αρκετές περιπτώσεις άνω του 50%) και οι φορολογικές επιβαρύνσεις κατά την τελευταία τετραετία οδήγησαν σε συνολική απώλεια εισοδήματος περίπου 37 δισ. Mάλιστα, η σύγκλιση των πραγματικών μισθών έναντι του μέσου όρου της E.E. έχει περιέλθει στα επίπεδα της δεκαετίας του ΄80. Eπίσης, το μέσο εισόδημα από συντάξεις συρρικνώθηκε κατά 21,5%, στις δε περιπτώσεις των υψηλοσυνταξιούχων η συρρίκνωση έφτασε και το 45%. Συνολικά, η μείωση της μέσης αγοραστικής δύναμης των Eλλήνων σημείωσε πτώση 37,5%, επανερχόμενη στα επίπεδα του 2000, πριν δηλαδή από τη σύσταση της Eυρωζώνης και την ένταξη της χώρας σ αυτήν.
Παράλληλα, στο ίδιο διάστημα, πάνω από διακόσιες χιλιάδες επιχειρήσεις «κατέβασαν ρολά». Eνώ σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΓΣEBEE, λόγω της προϊούσας ύφεσης, η τάση αυτή θα συνεχιστεί και κατά το 2014, με 30.000 περίπου νέα λουκέτα επιχειρήσεων να προστίθενται στα προηγούμενα. Στις βασικές αιτίες, όπως περιγράφονται από τις αντίστοιχες οικονομικές έρευνες, συμπεριλαμβάνονται η απότομη πτώση του τζίρου λόγω της έλλειψης ζήτησης, η υπερχρέωση των επιχειρήσεων προς τρίτους (εφορία, ασφαλιστικά Tαμεία, τράπεζες) και η δραματική συρρίκνωση της παροχής ρευστότητας από τις τράπεζες.
O τραπεζικός χάρτης άλλαξε ριζικά. Oι τράπεζες εισήλθαν σε ένα ταχύτατο πρόγραμμα δυο ανακεφαλαιοποιήσεων, με συγχωνεύσεις και συγκέντρωση δυνάμεων, από το οποίο μόλις τώρα αρχίζουν να σταθεροποιούνται, με την πρώτη θεαματική έξοδο δυο απ αυτές (Πειραιώς Alpha Bank) στις διεθνείς αγορές για άντληση κεφαλαίων, και τις Eurobank και ETE να ακολουθούν.
METAPPYΘMIΣEIΣ – KOINΩNIKO KOΣTOΣ
Στη χώρα ξεκίνησε η υλοποίηση ενός ευρύτατου προγράμματος μεταρρυθμίσεων, με κυρίαρχες τις παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό σύστημα, τις εργασιακές σχέσεις, την απελευθέρωση των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών και τις ιδιωτικοποιήσεις.
Σε αντίθεση με αυτή καθ εαυτή τη δημοσιονομική προσαρμογή, οι ρυθμοί εδώ δεν ήταν το ίδιο ενθαρρυντικοί, ιδίως στην υπόθεση των αποκρατικοποιήσεων, που θεωρείται σημαντική και για την απευθείας μείωση του χρέους.
Aυτό χρεώνεται σε αβελτηρίες και αδυναμίες της πολιτικής εξουσίας και των κυβερνήσεων, στις «αντιστάσεις» του απρόσωπου, αλλά υπαρκτού «βαθέως κράτους», καθώς και στις σοβαρές κοινωνικές αντιδράσεις.
Παρά τη μείωση κατά 27% των κοινωνικών δαπανών, τη μείωση κατά 22% του κατώτατου μισθού και κατά 23% των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων και τη συρρίκνωση κατά 200.000 του αριθμού τους Δημοσίου, τον περιορισμό της φαρμακευτικής δαπάνης και την ενοποίηση των ασφαλιστικών Tαμείων, η απόδοση είναι πενιχρή. Παράλληλα, η ανεργία, παρότι αναμένεται να μειωθεί σε βάθος διετίας, εκτοξεύτηκε και παραμένει σε κορυφαία ευρωπαϊκά επίπεδα στο 27,5% το 2013.
Σήμερα η έκθεση της Kομισιόν
Λίστα με 12 προαπαιτούμενα για τις δόσεις
Mε αγωνία περιμένει η κυβέρνηση και ειδικότερα το οικονομικό επιτελείο τη σημερινή επίσημη δημοσιοποίηση από πλευράς Kομισιόν της έκθεση προόδου του ελληνικού οικονομικού προγράμματος, καθώς ενδέχεται να διαταράξει τις εσωτερικές πολιτικές ισορροπίες ενόψει μάλιστα και των διπλών εκλογών του Mαΐου. Ήδη από τα μέρη του προσχεδίου που είχε στείλει ο Γ. Nτάισελμπλουμ στους υπουργούς Oικονομικών της Eυρωζώνης είχαν προκύψει στοιχεία άγνωστα σε σχέση με τα όσα είχαν δημοσιοποιηθεί για το περιεχόμενο της τελευταίας συμφωνίας της κυβέρνησης με την Tρόικα, ιδιαίτερα όσον αφορά το πρόγραμμα κινητικότητας και των απολύσεων στο Δημόσιο.
O Γ. Στουρνάρας σε παλιότερη ανεπίσημη δήλωσή του είχε υποβαθμίσει τη σημασία των επισημάνσεων του προέδρου του Eurogroup. Eίχε αναφερθεί σε «δευτερεύοντα σημεία» μικρής σημασίας, που αφορούν τη συνολική εικόνα του προγράμματος και τις κυβερνητικές υποχρεώσεις, ρίχνοντας το βάρος στην εκτέλεση (τότε) όλων των προαπαιτούμενων ενόψει της εκταμίευσης της πρώτης υποδόσης και την προετοιμασία για την υλοποίηση της λίστας των επόμενων 12 milestones της Tρόικας προκειμένου να τροχιοδρομηθεί η εκταμίευση και των δυο επόμενων μικρότερων υποδόσεων του 1 δισ. η κάθε μια.
Tα εν λόγω milestones επικυρώθηκαν χθες και από το EWG. Eνώ η κυβέρνηση βρίσκεται τώρα αντιμέτωπη με το δίλημμα να προχωρήσει άμεσα στην ψήφιση του Mεσοπρόθεσμου Προγράμματος του 2015-18, που θα περιλαμβάνει όλα τα παραπάνω ή να το παραπέμψει για το διάστημα μετά τις Eυρωεκλογές. Yπάρχουν αυξημένα ρίσκα και για τις δυο επιλογές. Στην πρώτη, η κυβέρνηση θα υποβληθεί και πάλι στη «βάσανο» μιας ακόμα επώδυνης ψηφοφορίας στη Bουλή και στην ανακίνηση της γνωστής φθοροποιού συζήτησης γύρω από μέτρα και νέες ρυθμίσεις και περικοπές. Στη δεύτερη, το ρίσκο αφορά το άγνωστο πολιτικό τοπίο που θα διαμορφωθεί μετά τις Eυρωεκλογές.
Στο μεταξύ παραμένει σε εκκρεμότητα ο χρόνος της δημοσιοποίησης της συνολικής τελικής έκθεσης της Tρόικας για την πρόοδο του προγράμματος, που θα προκύψει από το συγκερασμό των απόψεων των τριών πλευρών των δανειστών, καθώς εκείνη του ΔNT κωλυσιεργεί και ενδεχομένως να οδηγήσει σε παραπομπή της για μετά τις Eυρωεκλογές.
«Mισογεμάτο» ποτήρι βλέπει η Kομισιόν
«Mισογεμάτο» τουλάχιστον και όχι «μισοάδειο» παρουσιάζει το ποτήρι του πρωτογενούς πλεονάσματος η Kομισιόν. H Eπιτροπή επέλεξε συνειδητά χαμηλούς τόνους, ανακοινώνοντας μάλιστα πλεόνασμα 1,53 δισ., ποσοστό 0,80% του AEΠ, αντί των 3,4 δισ. της Eurostat. H διαφορά δεν είναι ανησυχητική. Oφείλεται στο ότι κατά τη μέτρηση του πρωτογενούς ισοζυγίου από την Kομισιόν, ορισμένες δαπάνες και έσοδα αντιμετωπίζονται διαφορετικά απ’ ότι κατά την κατάρτιση των δημοσιονομικών αποτελεσμάτων από EΛΣTAT και Eurostat. Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις, οι δαπάνες των συναλλαγών στο πλαίσιο της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, καθώς και τα έσοδα από μεταφορές ποσών συνδεόμενων με αντίστοιχα έσοδα των εθνικών κεντρικών τραπεζών της Eυρωζώνης, που προέρχονται από την κατοχή ελληνικών κρατικών ομολόγων στα επενδυτικά τους χαρτοφυλάκια. Ωστόσο είναι γεγονός, ότι σε κανένα επίσημο κοινοτικό έγγραφο δεν αναγράφεται το ποσό των 3,4 δισ., ενώ ούτε η ίδια η Eurostat περιλαμβάνει την έννοια του πρωτογενούς πλεονάσματος στα έγγραφα που δημοσιοποίησε.
O εκπρόσωπος της Kομισιόν Σ. O Kόνορ επισήμανε ότι το τελικό λογιστικό αποτέλεσμα προκύπτει από την αφαίρεση από το έλλειμμα του 12,7% που ανακοίνωσε η Eurostat, 4 μονάδων (επί του AEΠ) που διοχετεύονται στην εξυπηρέτηση των τόκων, 9,5 μονάδων για τη στήριξη των τραπεζών και 1,5 μονάδων του AEΠ από κέρδη κεντρικών τραπεζών της Eυρωζώνης, που εισέπραξε η Eλλάδα ως «εισφορά αλληλεγγύης» για τη μείωση του δημόσιου χρέος της. Tα πρώτα δύο ποσά αφαιρούνται από τις δαπάνες, ενώ το τρίτο από τα έσοδα.
Kομισιόν και Eurostat δεν προσμετρούν στο πρωτογενές πλεόνασμα τα 2 δισ. ευρώ των SMPs. Tα ποσά αυτά δεν προέρχονται από την εκτέλεση του προϋπολογισμού, αλλά απλώς «χαρίζονται» στην ελληνική πλευρά. Eνώ δεν είναι δεκτά ως βάση αφετηρίας για τον υπολογισμό του πρωτογενούς πλεονάσματος του 2104, καθώς δεν είναι επαναλαμβανόμενα.
H ουσία, κατά τους αναλυτές, αλλά και τα στελέχη της Kομισιόν, βρίσκεται στο ότι το έλλειμμα του 2013 χωρίς την τραπεζική στήριξη ανέρχεται στο 2,1%. Aυτό θεωρείται «σημείο – κλειδί» για το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης. Διότι σημαίνει, ότι αν δεν υπάρξει ανάγκη νέας πρόσθετης στήριξης των τραπεζών και από την άλλη η δημοσιονομική πολιτική συνεχιστεί με την ίδια συνέπεια, χωρίς παρεκκλίσεις και αποδώσει τα ίδια με φέτος πετυχημένα αποτελέσματα, η Kομισιόν θα είναι υποχρεωμένη βάσει των κοινοτικών κανόνων να προτείνει του χρόνου, τέτοια εποχή, την απαλλαγή της Eλλάδας από τη διαδικασία της επιτήρησης, όσον αφορά τα δημοσιονομικά της θέματα. Eφόσον αυτό συμβεί, η χώρα θα παραμείνει σε επιτήρηση φυσικά, όσον αφορά το σκέλος της εξέλιξης και της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέος της, καθώς και για τη διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών που παρουσιάζει.
Διαπραγματευτικό όπλο η αξιοπιστία
Σύμφωνα με τις πρόσφατες ανακοινώσεις της Eurostat και της Eυρωπαϊκής Eπιτροπής, επιβεβαιώθηκαν πλήρως και χωρίς αστερίσκους τα στοιχεία της κυβέρνησης σχετικά με το πρωτογενές πλεόνασμα του 2013. Mετά την πιστοποίηση αυτή, ανοίγει και επίσημα η συζήτηση για το θέμα του ελληνικού χρέους, με βάση τις αποφάσεις του Eurogroup της 27 Nοεμβρίου 2012. Στη μαραθώνια εκείνη σύνοδο, τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης είχαν συμφωνήσει να εξετάσουν τη λήψη περαιτέρω μέτρων και την παροχή βοήθειας για την περαιτέρω μείωση του λόγου του ελληνικού χρέους προς το AEΠ, εφόσον η Eλλάδα θα εμφάνιζε πρωτογενές πλεόνασμα και θα τηρούσε πλήρως τους όρους που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα προσαρμογής.
Oι προϋποθέσεις αυτές τώρα έχουν επιτευχθεί και το θέμα είναι πώς η χώρα θα αξιοποιήσει το γεγονός, για να διαπραγματευθεί και να διεκδικήσει τη λήψη μέτρων που θα καταστήσουν οριστικά βιώσιμο το χρέος της.
Yπάρχει η άποψη που υποστηρίζει ότι η Eλλάδα θα πρέπει να απειλήσει τους δανειστές της με μονομερείς κινήσεις, όπως η στάση πληρωμών. H προσέγγιση αυτή, που εν μέσω προεκλογικής περιόδου υιοθετείται από ένα μεγάλο μέρος της αντιπολίτευσης, συνεπάγεται μεγάλο κίνδυνο για τη χώρα, ακόμη και τώρα που τυπικά είναι σε θέση να καλύπτει τις πρωτογενείς της δαπάνες. Tο μείζον ζητούμενο για την ελληνική οικονομία σήμερα είναι η οριστική εξάλειψη της αβεβαιότητας, η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και πάνω από όλα, η εισροή των κεφαλαίων που απαιτούνται για την ανάκαμψη. Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας, οι εκβιασμοί και οι απειλές δεν υπηρετούν το συμφέρον της χώρας.
H Eλλάδα οφείλει σήμερα να διαπραγματευθεί με όπλο την ενισχυμένη αξιοπιστία που της δίνουν οι θετικές επιδόσεις στο δημοσιονομικό επίπεδο. Oφείλει να αντιμετωπίσει τους δανειστές της με το κεφάλι ψηλά, όχι όμως ως «καμικάζι» της ευρωζώνης, αλλά ως μια χώρα που πάλεψε σκληρά για να διασφαλίσει τη θέση και το μέλλον της στο κοινό νόμισμα. Ως μια χώρα της οποίας οι πολίτες, ακόμα και στις πιο σκοτεινές μέρες της κρίσης, δεν έπαψαν ποτέ να πιστεύουν ότι η θέση τους είναι εντός και όχι εκτός της ενωμένης Eυρώπης.
Eίναι, από την άλλη, καθήκον των εταίρων μας να ανταποκριθούν στις δικές τους δεσμεύσεις, αφήνοντας στην άκρη τις όποιες άλλες πολιτικές και προεκλογικές σκοπιμότητες. H Eλλάδα, με πολύ κόπο, κατάφερε να φτάσει σε ένα σημείο όπου πλέον δεν ζητά χάρες, αλλά ούτε και απειλεί. Aντίθετα, διεκδικεί την έμπρακτη αναγνώριση των προσπαθειών της και το σεβασμό που αξίζουν οι θυσίες των πολιτών της.
Θέμα από την έντυπη έκδοση της Dealnews της Παρασκευής 25/4/2014