Κρίσιμες για την ελληνική οικονομία οι ευρωεκλογές

Τι αναφέρει η έκθεση της Κομισιόν και τι συζητείται για νέες χρηματοδοτήσεις

Οι ευρωεκλογές και η νέα σύνθεση σε Κομισιόν και συμβούλιο που ακολουθεί είναι μόνο η κορυφή του «παγόβουνου» των αλλαγών προσώπων, ισορροπιών, αλλά και θεσμών που κυοφορούνται στην Ευρώπη και επηρεάζουν άμεσα την Ελλάδα όχι μόνο οικονομικά, αλλά και γεωπολιτικά. Η χώρα μας δεν έχει -ως μικρό κράτος- άμεσο/ουσιαστικό λόγο σε όλα όσα συζητούνται ή θα αποφασιστούν, αλλά μπορεί -αν συνεχίσει να επιδεικνύει «καλό» οικονομικό και όχι μόνο «πρόσωπο»- να διεκδικεί θέση και ρόλο στις ανακατατάξεις που εκτείνονται από την κεφαλαιακή ένωση και από μία νέα χρηματοδότηση των επενδύσεων (αμυντικών, κλιματικών αλλά και παραγωγικών) έως τις συζητήσεις για μία πιο «στενή» πολιτική ένωση ακόμη και πολλών ταχυτήτων.

Προς το παρόν, τα φώτα στρέφονται στις ευρωεκλογές και στους συσχετισμούς της επόμενης ημέρας, όχι μόνο σε κάθε κράτος αλλά και συνολικά σε επίπεδο Ε.Ε., με φόντο και στη δύναμη που θα έχει το ΕΛΚ. Την ίδια στιγμή οι Πράσινοι και οι Φιλελεύθεροι φαίνεται να χάνουν έδαφος, με μεγάλο φόβο σε σχέση με το κατά πόσο το όφελος θα το καρπωθεί η ευρύτερη «βεντάλια» της Ακροδεξιάς και, κατά συνέπεια, ποιες ανάγκες για «συνασπισμούς» θα προκύψουν. Αυτοί οι πολιτικοί συσχετισμοί και οι ανάγκες για «υποχρεωτικές» συμμαχίες την επόμενη ημέρα με δυνάμεις στα «άκρα» του δημοκρατικού τόξου της Ε.Ε. έχουν άμεση σχέση με το επόμενο στάδιο «ανασχηματισμού» που θα λάβει χώρα στις Βρυξέλλες.

Ο «ανασχηματισμός» έχει αφορμή τη λήξη της θητείας στα κοινοτικά όργανα (Κομισιόν, συμβούλιο), αλλά σαν βαθύτερη αιτία έχει την ανάγκη δομικών αλλαγών. Κάτω από το τραπέζι ήδη έχει αρχίσει να συζητείται η πρόταση ουσιαστικής εμβάθυνσης της Ε.Ε. σε ένα είδος πολιτικής ένωσης, έστω και από μία «στενότερη» ομάδα κρατών που συμφωνούν. Ο λόγος αφορά μία συζήτηση που μπορεί να γίνει πιο εμφανής την επομένη των ευρωεκλογών, ανάλογα και του ποσοστού που θα πάρει η Ακροδεξιά, αλλά και των οικονομικών / γεωπολιτικών δεδομένων.

Σύμφωνα με αναλυτές, «κλειδί» είναι αν τα δεδομένα θα «μετακινήσουν» τη θέση του γερμανικού άξονα, που συνεχίζει να λέει «όχι» σε οποιαδήποτε έστω οικονομική επιπλέον συνεισφορά. Ο λόγος για την ανάγκη ενίσχυσης του προϋπολογισμού της Ε.Ε. και για τη νέα έκδοση κοινού χρέους που ζητά ο γαλλικός άξονας, με τον πρόεδρο Μακρόν να κάνει «πρόβα» των πολιτικών που θέλει να προωθήσει στην επιχειρηματική σύναξη που έλαβε χώρα στο παλάτι των Βερσαλλιών. Προς το παρόν, έχουν αρχίσει να φαίνονται οι πρώτες αλλαγές στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, που άνοιξε την πόρτα στη στήριξη αμυντικών επενδύσεων, ενώ ο ESM (το όργανο τρόμος την εποχή των Μνημονίων) αναζητεί λόγο ύπαρξης και τα κράτη-μέλη τρόπο αξιοποίησης των χρηματοδοτήσεών του. Και τούτο με φόντο και το «τι θα γίνει» στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και το κατά πόσο μια νίκη Τραμπ θα οδηγήσει πράγματι σε απόσυρση του ΝΑΤΟ από την Ε.Ε., και άρα σε ανάγκη για κοινή άμυνα.

Η θέση της Ελλάδας

Η μάχη αυτή για νέο χρήμα αλλά και για κοινές πολιτικές πέραν του φάσματος της οικονομίας αφορά άμεσα την Ελλάδα της δημοσιονομικής προσαρμογής και της πολυετούς λιτότητας λόγω των νέων δημοσιονομικών κανόνων. Τα καμπανάκια από την έκθεση της Κομισιόν που ανακοινώθηκε μέσα στην εβδομάδα αλλά και από τα reports που προηγήθηκαν ή… έπονται με κορυφαίο το πόρισμα Ντράγκι τον Ιούνιο είναι πολλά και δείχνουν πως η Ευρώπη βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι. 

Οι ευκαιρίες για την Ελλάδα είναι υπαρκτές ως ένα κράτος του Νότου που πλέον είναι από τα «προνομιούχα» με δεδομένα κονδύλια άνω του 3% του ΑΕΠ ετησίως μόνο από το Ταμείο Ανάκαμψης. Εχει τη δυνατότητα, αν τα αξιοποιήσει, να ισχυροποιήσει την οικονομία και να αντισταθμίσει σε έναν βαθμό τη νέα δημοσιονομικά «θηλιά», που θα αποφασιστεί το καλοκαίρι έπειτα από διαβουλεύσεις με την Ε.Ε.

Τα εν λόγω κονδύλια, μαζί με επιπλέον μεταρρυθμίσεις που θα αποφασιστούν, θα θωρακίσουν τη χώρα όχι μόνο οικονομικά (σε ρυθμούς ανάπτυξης υψηλότερους μεν από την Ε.Ε., αλλά πλέον πέριξ του 2,5% λόγω των διεθνών τριγμών), αλλά θα προσφέρουν και ασφάλεια έναντι των αγορών και των πολλών προκλήσεων που ελλοχεύουν από το διεθνές περιβάλλον. Θα δώσουν, επίσης, κάποιον «λόγο» στην Ελλάδα, σε ένα θερμό καλοκαίρι (και φθινόπωρο) πολυεπίπεδων διαπραγματεύσεων για τον υπό διαμόρφωση ανασχηματισμό (προσώπων και θεσμών) που λαμβάνει χώρα στην Ε.Ε.

Ο «ρυθμός» θα δίνεται από τους τρεις μεγάλους «ασθενείς» σε όρους ανάπτυξης, που δεν θα είναι άλλοι από τις τρεις μεγάλες οικονομίες της Ε.Ε.: η Γερμανία, με ρυθμό ανόδου του ΑΕΠ 1% το 2025, θα είναι στην πιο ευάλωτη θέση, ακολουθούμενη από τη Γαλλία και την Ιταλία. Με το αποτέλεσμα της «κάλπης» του Ιουνίου ειδικά στο πεδίο της ανόδου της Ακροδεξιάς να θεωρείται ως το «βαρόμετρο» για το κατά πόσο θα καμφθούν οι αντιρρήσεις για νέο κοινό δανεισμό και χρηματοδότηση των πολιτικών της Ε.Ε.

Δύσκολη η θέση της γηραιάς ηπείρου

Οι κίνδυνοι για την Ε.Ε. εντός και εκτός… συνόρων

Στο πόρισμα της Κομισιόν η ανάλυση των πιθανών κινδύνων είναι ενδεικτική της «ψυχολογίας» που υπάρχει στην Ε.Ε. Με μοναδικό «αντιστάθμισμα» μία πιο ισχυρή από την αναμενόμενη ιδιωτική κατανάλωση, αν μειωθεί η τάση αποταμίευσης από τα νοικοκυριά, αλλά και την πιθανότητα η αγορά κατοικίας να ανακάμψει γρηγορότερα από το αναμενόμενο.

Τα πράγματα δεν θα γίνουν χειρότερα, αναφέρεται στο πόρισμα, αν οι γεωπολιτικές εντάσεις στην περιοχή και οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας παραμένουν μεν σε ισχύ (είναι τα βασικό σενάριο), αλλά δεν χειροτερεύσουν, αν η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή δεν κλιμακωθεί, το ίδιο και οι διαταραχές του εμπορίου στην Ερυθρά Θάλασσα. Ολα αυτά οδηγούν σε αύξηση του ΑΕΠ το 2024 κατά 0,8% στην ευρωζώνη και κατά 0,1% στη Γερμανία και 0,7% στη Γαλλία.

Ωστόσο, το «κακό» σενάριο είναι υπαρκτό. Οπως αναφέρει η Επιτροπή, οι κίνδυνοι που προέρχονται από χώρες εκτός Ε.Ε. έχουν αυξηθεί τους τελευταίους μήνες εν μέσω δύο συνεχιζόμενων πολέμων στη γειτονιά μας και των αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων. Η αβεβαιότητα σε επίπεδο παγκόσμιας πολιτικής σκηνής είναι επίσης υψηλή λόγω των πολλών εκλογικών κύκλων, με κορυφαία την αναμέτρηση στις ΗΠΑ, αλλά και τις κάλπες στην Ινδία και σε κράτη της Ε.Ε. Το παγκόσμιο εμπόριο και οι αγορές ενέργειας εμφανίζονται ιδιαίτερα ευάλωτες. Επιπλέον, η επιμονή του πληθωρισμού στις ΗΠΑ μπορεί να καθυστερήσει περαιτέρω τις μειώσεις επιτοκίων στις ΗΠΑ.

Δεν αποκλείουν ένα νέο ενεργειακό σοκ, αυτή τη φορά στην αγορά πετρελαίου, που θα προκαλούσε πιέσεις στις προοπτικές ανάπτυξης της Ε.Ε. και θα αναζωπύρωνε τις πληθωριστικές πιέσεις. Εκτιμούν πως μια αύξηση της τιμής του πετρελαίου κατά 30% θα είχε ως αποτέλεσμα απώλεια της αύξησης του ΑΕΠ κατά 0,2% και αύξηση του πληθωρισμού κατά 0,7%.

Στο εσωτερικό μέτωπο, το σενάριο να αναβληθεί/περιοριστεί η μείωση των επιτοκίων, ειδικά έως ότου περιοριστεί ο πληθωρισμός των τροφίμων και των υπηρεσιών, τίθεται επί τάπητος, με δεδομένη (σχεδόν) μόνο μία κίνηση μείωσης των επιτοκίων από την ΕΚΤ τον Ιούνιο. 

Επιπλέον, η ανάγκη μείωσης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και επαναφοράς των δεικτών χρέους σε πτωτική πορεία ενδέχεται να απαιτήσει από ορισμένα κράτη-μέλη να ακολουθήσουν πιο περιοριστικό δημοσιονομικό προσανατολισμό από ό,τι προβλέπεται επί του παρόντος για το 2025, επιβαρύνοντας την οικονομική ανάπτυξη, αναφέρεται. 

Οι κίνδυνοι που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή και την υποβάθμιση του φυσικού κεφαλαίου επιβαρύνουν όλο και περισσότερο τις προοπτικές. Η Ε.Ε. πλήττεται ιδιαίτερα, καθώς η Ευρώπη είναι η ήπειρος που σημειώνει την ταχύτερη αύξηση της θερμοκρασίας. Η κλιματική αλλαγή και η υπερεκμετάλλευση των φυσικών μας πόρων μπορεί να έχουν δραματικές συνέπειες για τις οικονομίες και όχι μόνο. Ενώ ορισμένες από αυτές τις επιπτώσεις αναμένεται να φανούν μόνο σταδιακά, η ολοένα και συχνότερη εμφάνιση ακραίων καιρικών φαινομένων, όπως καύσωνες, πυρκαγιές, ξηρασίες και πλημμύρες, δείχνει ήδη ότι έχουν υψηλό οικονομικό κόστος, επισημαίνεται.

Ισχυρή εγχώρια ανάπτυξη 

Τα ατού και η δημοσιονομική θηλιά

Τα καλά νέα για την Ελλάδα στο πόρισμα της επιτροπής είναι πως πρόκειται για ένα από τα κράτη που επιδεικνύουν πολύ καλές επιδόσεις (αναπτυξιακά και δημοσιονομικά), έχοντας ωστόσο πάρα πολλά βαρίδια. Ο ρυθμός ανάπτυξης είναι χαμηλότερος των προηγούμενων προσδοκιών, λόγω του διεθνούς περιβάλλοντος, αλλά τριπλάσιος σε σχέση με την ευρωζώνη. Η χώρα θα συνεχίσει να επιτυγχάνει μέχρι το τέλος του 2025 την ταχύτερη μείωση του χρέους ανά την Ε.Ε., ενώ θα είναι ένα από τα κράτη που θα δαπανά τα υψηλότερα σε αξία κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης (άνω του 3% του ΑΕΠ).

Από την άλλη πλευρά, θα παραμείνει το κράτος με το υψηλότερο χρέος ως αναλογία του ΑΕΠ και για τον λόγο αυτό υπολογίζεται πως θα πρέπει να έχει πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 2% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος φέτος αλλά και τα επόμενα χρόνια. Μάλιστα, όπως ανακοινώθηκε, στις 21 Ιουνίου θα αποσταλεί σε όλα τα κράτη (και στην Ελλάδα) το νέο κείμενο υποχρεώσεων για το ανώτατο όριο στις δαπάνες που θα μπορούν να κάνουν τα επόμενα χρόνια. Θα αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ Κομισιόν και κυβέρνησης μέσα στο καλοκαίρι για να συνταχθεί ο νέος Προϋπολογισμός που θα περιλαμβάνει και πακέτο διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και θα έχει τετραετή ορίζοντα.

Εκτιμάται ότι ο ρυθμός ανάπτυξης που θα πετύχει ελληνική οικονομία θα είναι 2,2% φέτος και 2,3% το 2025 και το πρωτογενές πλεόνασμα στο 2,3% του ΑΕΠ και το 2025 στο 2,4% του ΑΕΠ. Ο πληθωρισμός αναμένεται να διαμορφωθεί στο 2,1% έως το 2025. 

Οι κίνδυνοι στις δημοσιονομικές προοπτικές συνδέονται με το θέμα της ΕΤΑΔ, αλλά και με τον κατώτατο μισθό, η αύξηση του οποίου εντείνει τις μισθολογικές πιέσεις στον δημόσιο τομέα. Από την άλλη πλευρά, δεν αποκλείονται υψηλότερα φοροέσοδα λόγω των μέτρων που στοχεύουν στη βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης.

Ο λόγος του δημόσιου χρέους ως προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω στο 153,9% του ΑΕΠ το 2024 και στο 149,3% το 2025, βοηθούμενος από την αύξηση των πρωτογενών πλεονασμάτων, από την ονομαστική ανάπτυξη και από τα έσοδα από τις παραχωρήσεις της Εγνατίας και της Αττικής Οδού.

Στο ΑΕΠ στήριξη θα παρέχουν οι ισχυρότερες επενδύσεις, αλλά και η ιδιωτική κατανάλωση, που στηρίζεται πλέον κυρίως στην αύξηση του πραγματικού εισοδήματος. Πιέσεις θα προκαλέσει ή άνοδος των εισαγωγών λόγω της επιταχυνόμενης αύξησης των επενδύσεων.

 

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ 

- Διαφήμιση -

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ