Η πολιτική αναταραχή, που ξεκίνησε τον Νοέμβριο του 2011 και κράτησε έως τις αρχές του επόμενου έτους, είναι η αιτία για το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν εξήλθε ακόμη του Προγράμματος, που επέβαλαν οι Ευρωπαίοι εταίροι της.
Αυτή τη θέση υποστηρίζει ο επικεφαλής της αποστολής του ΔΝΤ, Πολ Τόμσεν σε συνέντευξή του στο «Έθνος της Κυριακής».
«Το πρόγραμμα, από την αρχή, ήταν “πλούσιο” σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την αύξηση της παραγωγής και την αποκατάσταση της απασχόλησης.
Ωστόσο, η πρόοδος ήταν άνιση σε αυτόν τον τομέα, εν μέρει λόγω της πολιτικής αναταραχής και της έλλειψης ευρείας στήριξης το 2011 και το 2012.
Είχαμε οπισθοδρόμηση της προόδου, μέχρι να σχηματιστεί ο νέος (κυβερνητικός) συνασπισμός και να είναι σε θέση να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις», σημειώνει, μεταξύ άλλων, ο Πολ Τόμσεν.
Ο αξιωματούχος του Ταμείου συμφωνεί με την κυβέρνηση που αρνείται να λάβει οριζόντια μέτρα, αλλά συνδέει άμεσα νέα μέτρα με τον φοροεισπρακτικό μηχανισμό, που ακόμα νοσεί.
«Υποστηρίζουμε την επιθυμία των Αρχών να αποφευχθούν οριζόντιες περικοπές στους μισθούς και τις συντάξεις.
Αλλά αυτός είναι και ο λόγος που είναι σημαντικό να προχωρήσουν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για τον εκσυγχρονισμό των δημοσιονομικών θεσμών στην Ελλάδα, όπως είναι η ενίσχυση της φορολογικής διοίκησης, όπου η πρόοδος εξακολουθεί να υστερεί, έτσι ώστε ο καθένας να πληρώνει το μερίδιο από τους φόρους που του αναλογεί.
Μόνο με την πρόοδο σε αυτούς τους τομείς θα είναι δυνατόν να αποφευχθούν περαιτέρω οδυνηρές περικοπές δαπανών», αναφέρει ο αξιωματούχος του ΔΝΤ.
Αναφορικά με το αν είναι πλέον βιώσιμο το ελληνικό χρέος, ο Πολ Τόμσεν σημειώνει:
«Το συμφωνηθέν πλαίσιο είναι αξιόπιστο, υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα και οι Ευρωπαίοι εταίροι της θα τηρήσουν τις υποσχέσεις τους.
Για την Ελλάδα, αυτό σημαίνει ότι θα εξακολουθήσει να προχωρεί με τις μεταρρυθμίσεις και την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος της τάξης του 4,5% του ΑΕΠ».