Ο κεντρικός τραπεζίτης της Αυστρίας και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ρόμπερτ Χόλτσμαν προειδοποίησε ότι γίνονται λάθος εκτιμήσεις της επιμονής του πληθωρισμού, αναφέρει σε δημοσίευμά του Bloomberg.
“Πιστεύω πραγματικά ότι υποτιμάται πόσο επίμονος είναι ο πληθωρισμός”, ανέφερε σε συνέντευξη του στην LT Pulso της Χιλής.
Ο Αυστριακός κεντρικός τραπεζίτης είναι γνωστός ως “γεράκι” και υπήρξε ο μόνος που διαφώνησε με τη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ τον περασμένο Ιούνιο, κάτι που ο Χόλτσμαν εξακολουθεί να δικαιολογεί μέχρι σήμερα, υποστηρίζοντας ότι η νομισματική πολιτική που εξαρτάται από τα οικονομικά στοιχεία πρέπει να ακολουθεί τα σήματα από δίνουν τα τελευταία κατά σειρά διαθέσιμα οικονομικά στοιχεία.
Ο Χόλτσμαν επισκέφθηκε το Σαντιάγο αυτή την εβδομάδα για να παρακολουθήσει μια συζήτηση για τη νομισματική πολιτική στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Χιλής.
Πολύ νωρίς ή πολύ αργά
“Έχουμε δύο πιθανότητες να κινηθούμε και να κάνουμε λάθη: είτε κινούμαστε πολύ νωρίς είτε πολύ αργά”, είπε ο Χόλτσμαν. “Και το ερώτημα είναι ποιοι κίνδυνοι δημιουργούνται σε κάθε περίπτωση και η αίσθησή μου είναι ότι αν κινηθούμε πολύ νωρίς, δημιουργούνται μεγαλύτεροι κίνδυνοι από το αν κινηθούμε πολύ αργά”.
Η πολύ αργή μείωση των επιτοκίων “μπορεί να οδηγήσει προσωρινά σε χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης”, είπε ο Χόλτσμαν. Αντίθετα, “αν κινηθούμε πολύ σύντομα και στη συνέχεια έχουμε ξανά πληθωρισμό, τότε πιθανότατα θα πρέπει να αυξήσουμε ξανά τα επιτόκια”, είπε.
“Αυτό δημιουργεί πολύ μεγαλύτερη αναταραχή και έχει πιο αρνητικές επιπτώσεις στο σύστημα”, πρόσθεσε.
Ο Ρ. Χόλτσμαν ρωτήθηκε επίσης για τον κίνδυνο απόκλισης με την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ – η οποία αναμένεται να αρχίσει να μειώνει τα επιτόκια αργότερα μέσα στο 2024.
“Μια διαφορά της τάξης του 0,25% ανάμεσα στα επιτόκια της ΕΚΤ και της Fed δεν δημιουργεί κανένα πρόβλημα”, είπε.
“Αλλά αν υποθέσουμε ότι προχωράμε σε τρεις μειώσεις επιτοκίων πριν κινηθεί η Fed, αυτό δημιουργεί πολύ μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ της Ευρωζώνης και των ΗΠΑ και είναι πολύ πιθανό να έχουμε αρνητικές επιπτώσεις στη συναλλαγματική ισοτιμία και, κατά συνέπεια, νέα αύξηση του πληθωρισμού.”