Πίστη στον κρίσιμο ρόλο του ανθρώπινου δυναμικού
Την ανάγκη διαρθρωτικών αλλαγών και αλλαγής νοοτροπίας υπογραμμίζει ο πρόεδρος του ΣΕΒ Θεόδωρος Φέσσας, σε συνέντευξή του στην «Οικονομική Επιθεώρηση», αναδεικνύοντας παράλληλα, τις τρεις σημαντικότερες προτεραιότητες για την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας σήμερα: Την απλοποίηση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος, την επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης και τη βελτίωσης των όρων χρηματοδότησης.
«Ο παραγωγικός ιστός της χώρας μπορεί να τραυματίστηκε σοβαρά, αλλά ευτυχώς δεν διαλύθηκε. Υπάρχουν νησίδες, οι οποίες με μια κατάλληλη πολιτική -όχι μόνο πολιτική από την κυβέρνηση, αλλά και από μια γενικότερη αντιμετώπιση που περιλαμβάνει και τους ίδιους τους επιχειρηματίες- μπορούν να επανασυνδεθούν και να σχηματίσουν τον παραγωγικό ιστό», τονίζει ο πρόεδρος του ΣΕΒ.
Σε ό,τι αφορά την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, ο κ. Φέσσας επισημαίνει: «Στην πράξη τα πάντα βασίζονται στην κοινή λογική: δεν μπορεί να περιμένει κανένας επενδυτής επτά χρόνια για να βγει μια άδεια για ξενοδοχείο ή για ένα εργοστάσιο κ.λπ. Δεν μπορεί να προσφεύγει κάποιος στη δικαιοσύνη και να περιμένει δεκαπέντε χρόνια μέχρι να τελεσιδικήσει η υπόθεσή του ή να δικαιωθεί για ένα φορολογικό ζήτημα. Δεν μπορεί να πληρώνει 8% και 9%επιτόκιο, όταν ο δυτικοευρωπαίος ανταγωνιστής του δανείζεται με 2%ή 3%».
Ο κ. Φέσσας τονίζει ακόμη ότι «χρειάζεται να ολοκληρωθούν όλες οι διαρθρωτικές αλλαγές που είναι τώρα σε εξέλιξη. Χρειάζεται επίσης κι αλλαγή νοοτροπίας».
Παράλληλα, ο πρόεδρος του ΣΕΒ τονίζει την πίστη του στον κρίσιμο ρόλο του ανθρώπινου δυναμικού. «Οι εργαζόμενοι πλέον είναι η κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης: η δύναμη του ανθρώπινου νου κινεί τις οικονομίες περισσότερο από τη δύναμη των πρώτων υλών.»
Κληθείς να απαντήσει για την ανάγκη συνεννόησης των κοινωνικών εταίρων, ο κ. Φέσσας υπογραμμίζει ότι η κρίση ήταν απόρροια μεταξύ άλλων και της παντελούς απουσίας κοινωνικής συνεννόησης και ουσιαστικού διαλόγου ως προς το πού πάμε και τι θέλουμε να πετύχουμε ως χώρα και ως οικονομία.
«Ο καθένας τραβούσε τον δρόμο του, προωθώντας πολιτικές που οδήγησαν εν τέλει στον εκτροχιασμό της οικονομίας», τονίζει ο πρόεδρος του ΣΕΒ και συμπληρώνει ότι θα είναι μεγάλη αποτυχία όλων μας αν, τελειώνοντας η κρίση κάποια στιγμή, επιστρέψουμε ως κοινωνία και ως κράτος στις ίδιες και απαράλλαχτες συμπεριφορές που μας οδήγησαν σε αυτήν.
Σε άλλα σημεία της συνέντευξής του ο κ. Φέσσας σημειώνει:
– Υπάρχουν αρκετές επιχειρήσεις που σκέφτονται διαφορετικά, αλλά για τον ΣΕΒ είναι προφανές ότι μόνο με ικανοποιημένους εργαζομένους μπορεί να πάει μια επιχείρηση μπροστά».
– Στην ομιλία μου κατά τη Γενική Συνέλευση στις 28/5/2014, που είχε χαρακτήρα προγραμματικής δήλωσης, μίλησα περί συνεννόησης, κατανόησης και σύνθεσης παρά σύγκρουσης. Θα προσπαθήσουμε με κάθε τρόπο να συνεννοηθούμε πριν διαφωνήσουμε και μάλιστα πριν διαφωνήσουμε φωναχτά.
– Ο ΣΕΒ δεν λειτουργεί με τη λογική «συμφωνώ με ό,τι κάνει η κυβέρνηση κι έρχομαι να επηρεάσω ή να ακολουθήσω». Πρέπει να συνεργαζόμαστε κάθε φορά με την εκλεγμένη κυβέρνηση. Δεν χωρούν κομματικές τοποθετήσεις».
– Εξαιτίας και της κρίσης δεν έχουμε πια την πολυτέλεια να μιλάμε δημοσίως με συνθήματα και γενικολογίες. Η εποχή απαιτεί δημόσιο λόγο συγκεκριμένο, τεκμηριωμένο και κυρίως ρεαλιστικό. Πληρώσαμε πολύ ακριβά -η κοινωνία, οι πολίτες, οι επιχειρήσεις- τα εύηχα συνθήματα και τις κενές περιεχομένου πολιτικολογίες του παρελθόντος».
– Ο ΣΕΒ κινείται πάγια βάσει της αρχής ότι «κρίνουμε πολιτικές, όχι κόμματα». Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διαθέτει εμπειρία διακυβέρνησης, άρα δεν μπορούμε να τον αξιολογήσουμε, ούτε μπορούμε να προβλέψουμε πώς θα λειτουργήσει στην περίπτωση που αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες. Σε κάθε περίπτωση όμως, το κεκτημένο της πολιτικής σταθερότητας και της καλής έξωθεν μαρτυρίας που κατακτήθηκε, με μεγάλες θυσίες, τα τελευταία δύο χρόνια πρέπει να διαφυλαχθεί σαν κόρη οφθαλμού.
– Οι θέσεις του ΣΕΒ ήταν και είναι δημοσιοποιημένες. Όλες. Δεν υπάρχουν θέσεις ή απόψεις του ΣΕΒ που κρατήθηκαν μυστικές. Είμαι υπέρμαχος της σοβαρής θεσμικής εκπροσώπησης και όχι «διαδρομιστών» ή «ψιθυριστών».
– Στα χρόνια της κρίσης οι λίγες επενδύσεις που έγιναν ήταν κυρίως ελληνικές. Εάν το περιβάλλον είναι τελείως ασταθές, το φορολογικό σύστημα μεταβάλλεται καθημερινά, τότε ούτε Έλληνας, ούτε ξένος μπορεί να έρθει σε μια χώρα που είναι «αντιεπιχειρηματική». Άρα δεν είναι θέμα εθνικότητας, αλλά αντιμετώπισης του επενδυτή και σταθερότητας των κανόνων που διέπουν την επένδυσή του».