Οι εκκρεμείς δόσεις του ΔΝΤ και οι επιστροφές κερδών των κεντρικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα θέτουν την Ελλάδα σε διαρκή έλεγχο
Η επιτήρηση της ελληνικής οικονομίας από τους εταίρους – δανειστές και η πίεση για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων δεν αναμένεται να ολοκληρωθεί με το (τυπικό) πέρας των μνημονίων.
Κι αυτό διότι, μετά τη λήψη της δόσης του 1 δισ. ευρώ που εκκρεμεί, η Ελλάδα έχει ακόμη λαμβάνειν από τους δανειστές της το ποσό των 26,2 δισ. ευρώ, σε δόσεις μέχρι και το 2020. Και σαφώς το ποσό αυτό δεν θα αποδεσμεύεται χωρίς όρους.
Πρόκειται για ποσό ύψους 16 δισ. ευρώ, που αφορά σε εκκρεμείς δόσεις από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, από το υφιστάμενο δεύτερο πρόγραμμα χρηματοδότησης της Ελλάδας, καθώς επίσης και ποσό ύψους 10,2 δισ. ευρώ, που προέρχεται από τις επιστροφές των κερδών που αποκόμισαν από τα ελληνικά ομόλογα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης.
Οι προβλέψεις
Πλήρης απαγκίστρωση από το μηχανισμό στήριξης σημαίνει πως η Ελλάδα θα πρέπει να αναζητήσει από τις Αγορές το συγκεκριμένο ποσό, με τους κινδύνους που επιφυλάσσει η επιλογή αυτή, όπως κατέστη σαφές με το εγχείρημα έκδοσης του τριετούς ομολόγου που συγκέντρωσε ελάχιστες προσφορές και ακριβό επιτόκιο.
Ταυτόχρονα, οι προβλέψεις για την εξέλιξη του δημόσιου χρέους, που παραμένει πρόβλημα για την οικονομία λόγω του μεγέθους του, έχουν γίνει με την υπόθεση εργασίας ότι τα 26,2 δισ. ευρώ θα ληφθούν από το μηχανισμό και όχι από τις Αγορές με υψηλό κόστος.
Επίσης το χρέος δεν είναι βιώσιμο ακόμη κι αν ληφθούν τα συγκεκριμένα κεφάλαια από το Μηχανισμό Στήριξης -και χωρίς βιώσιμο χρέος ουδείς μπορεί να συζητεί για έξοδο από το μνημόνιο, γιατί υπάρχει ο κίνδυνος αναζήτησης νέου μνημονίου σε λίγα χρόνια.
Αλλωστε για το λόγο αυτό, της μη βιωσιμότητας, εκκρεμεί η υλοποίηση της υπόσχεσης των δανειστών για τη λήψη μέτρων απομείωσης του ελληνικού χρέους. Ομως, οι δανειστές θέτουν ως προϋπόθεση έναρξης των συζητήσεων για τα μέτρα μείωσης του χρέους την υλοποίηση του προγράμματος και των συμφωνηθέντων.
Το γεγονός αυτό εγκλωβίζει την κυβέρνηση, καθώς μεταξύ των δεσμεύσεών της είναι η υλοποίηση της τρέχουσας ατζέντας που περιέχει μεταξύ των άλλων μέτρα για το ασφαλιστικό, αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, μειώσεις ή καταργήσεις κοινωνικών επιδομάτων, δημοσιονομικά μέτρα για την κάλυψη των «κενών» που βλέπει η τρόικα, ευέλικτους πλειστηριασμούς των ακινήτων των οφειλετών κ.λπ.
Με βάση την έως τώρα εμπειρία, θεωρείται βέβαιο ότι και μετά την υλοποίηση των τρεχουσών δεσμεύσεων, κατά την αξιολόγηση του φθινοπώρου, οι δανειστές θα επιδιώξουν να επιβάλουν και νέες δεσμεύσεις για τη συνέχεια.
Το «ελληνικό ζήτημα» θα απασχολήσει και τα επόμενα Eurogroup, τουλάχιστον μέχρι και τον προσεχή Νοέμβριο.
Οι επιστροφές των κερδών των κεντρικών τραπεζών
Σε 10,2 δισ. ευρώ ανέρχονται οι συνολικές εκκρεμείς επιστροφές από ANFAs και SMPs, μέχρι και το 2020. Πρόκειται για τα κέρδη που αποκόμισαν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης από τα ελληνικά ομόλογα, τα οποία απέκτησαν από τη δευτερογενή αγορά σε τιμές 30% – 40% της ονομαστικής τους αξίας. Τα συγκεκριμένα ομόλογα δεν «κουρεύτηκαν» με το PSI αλλά ανταλλάχτηκαν λίγες μέρες νωρίτερα ώστε να εξαιρεθούν.
Με την απόφαση του Eurogroup της 27ης Νοεμβρίου 2012 αποφασίστηκε όπως τα κέρδη των κεντρικών τραπεζών και της ΕΚΤ να επιστραφούν στην Ελλάδα. Το συνολικό τους ύψος, από το 2012 έως το 2020 που λήγουν και τα τελευταία ομόλογα, ανέρχεται σε 13,26 δισ. ευρώ.
Από φέτος, 2014, μέχρι και το 2020 εκκρεμεί η επιστροφή ποσών ύψους 10,2 δισ. ευρώ. Φέτος το ποσό ανέρχεται σε 2,46 δισ. ευρώ και σε 2 δισ. ευρώ, το 2015, που είναι τα έτη με τις υψηλότερες επιστροφές.
Αυστηρή τήρηση των προαπαιτούμενων
Η επιστροφή των ANFAs και των SMPs δεν είναι μια αυτοματοποιημένη διαδικασία, αλλά εντάσσεται στο ίδιο πλαίσιο των ελέγχων και των προαπαιτούμενων με τις δόσεις των δανείων. Και τα συγκεκριμένα ποσά αποδεσμεύονται μόνο εάν τηρούνται τα συμφωνηθέντα και ανάψει το πράσινο φως το Eurogroup.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση με την επικείμενη επιστροφή των περίπου 2 δισ. ευρώ, τα οποία για να αποδεσμευτούν οι δανειστές θέτουν ως προϋπόθεση την εφαρμογή των έξι προαπαιτούμενων, τα οποία παράλληλα θα αποδεσμεύσουν τη δόση του 1 δισ. ευρώ. Είναι δηλαδή στενά συνδεδεμένα με την πορεία εφαρμογής των μνημονιακών δεσμεύσεων, χωρίς την τήρηση των οποίων δεν θα αποδεσμεύονται.
Τα 16 δισ. ευρώ του ΔΝΤ
Για το προσεχές 18μηνο, μέχρι και το πρώτο τρίμηνο του 2016, η Ελλάδα θα λάβει από το ΔΝΤ το ποσό των 16 δισ. ευρώ σε τριμηνιαίες δόσεις. Ειδικότερα, το δεύτερο χρηματοδοτικό πακέτο που αποφασίστηκε το 2012 προβλέπει από το ΔΝΤ την εκταμίευση 28 δισ. ευρώ.
Από το ποσό αυτό έχουν εκταμιευτεί μέχρι τώρα 12 δισ. ευρώ και εκκρεμεί η εκταμίευση 16 δισ. ευρώ, τα οποία όπως προβλέπει το πρόγραμμα του ΔΝΤ θα εκταμιευτούν σε δόσεις ανά τρίμηνο και μόνο κατόπιν επιτυχών ελέγχων για την εφαρμογή των προαπαιτούμενων.
Η επόμενη δόση (η έκτη του προγράμματος) είναι ύψους 3,5 δισ. ευρώ και είναι προγραμματισμένη να εκταμιευτεί μετά τον επιτυχή έλεγχο του Αυγούστου 2014 (πρόκειται για τον έλεγχο που έχει μετατεθεί για το Σεπτέμβριο).
– Η έβδομη δόση είναι ύψους 3,5 δισ. ευρώ και προγραμματισμένη να εκταμιευτεί μετά τον επιτυχή έλεγχο του Νοεμβρίου 2014.
– Η όγδοη δόση θα εκταμιευτεί μετά την επιτυχή αξιολόγηση του Φεβρουαρίου 2015.
– Η ένατη δόση θα εκταμιευτεί μετά την επιτυχή αξιολόγηση του Μαΐου 2015.
– Η δέκατη δόση θα εκταμιευτεί μετά τα επιτυχή αποτελέσματα του ελέγχου του Αυγούστου του 2015.
– Η 11η δόση θα εκταμιευτεί μετά την αξιολόγηση του Νοεμβρίου του 2015.
– Η τελευταία δόση από το ΔΝΤ είναι προγραμματισμένη να εκταμιευτεί στις αρχές του 2016 και αφού η Ελλάδα «περάσει» τον έλεγχο του Φεβρουαρίου 2016.
Καλυμμένες οι δανειακές ανάγκες
Για την ομαλή εκταμίευση των δόσεων από το ΔΝΤ υπάρχει και μία άλλη παράμετρος, που είναι οι καλυμμένες δανειακές ανάγκες για το προσεχές δωδεκάμηνο.
Το ΔΝΤ θεωρεί πως υπάρχει χρηματοδοτικό κενό ύψους 12,6 δισεκατομμυρίων ευρώ, από τον Ιούνιο του 2015 και μετά.
Η κυβέρνηση το αρνείται, αλλά πρέπει να πειστεί το ΔΝΤ, καθώς με βάση το καταστατικό του, εάν μία χώρα δεν έχει εξασφαλισμένη την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών για το επόμενο 12μηνο, δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί από το ΔΝΤ.
Η ελληνική πλευρά εκτιμά ότι το χρηματοδοτικό κενό είναι μικρότερο και καλυπτόμενο από την προσφυγή στις αγορές, αλλά στην επικείμενη διαπραγμάτευση του φθινοπώρου θα πρέπει να πείσει τους δανειστές.
Ακόμη πρέπει να σημειωθεί πως το «κενό» των 12,6 δισ. ευρώ προκύπτει, κατά το ΔΝΤ, με την προϋπόθεση πως η Ελλάδα θα λαμβάνει κανονικά τις δόσεις, τόσο από το ΔΝΤ όσο και από τις επιστροφές των ANFAs και των SMPs, διαφορετικά το κενό διευρύνεται.