Περισσότεροι από 1,6 εκατομμύρια πολίτες ωφελούνται άμεσα από την νέα αύξηση του κατώτατου μισθού, ενώ έμμεσα επηρεάζεται και ο μέσος μισθός ο οποίος το 2024 διαμορφώθηκε στα 1.342 ευρώ. Όπως τόνισε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου η υπουργός Εργασίας Νίκης Κεραμέως, εξειδικεύοντας το μέτρο, η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 880 ευρώ μεταφράζεται σε καθαρή αύξηση μισθού 34 έως 43 ευρώ μηνιαίως και 473 έως 606 ετησίως.
Κερδισμένοι είναι οι αμειβόμενοι με κατώτατο στον ιδιωτικό τομέα (περισσότεροι από 575.000 μισθωτοί) οι δημόσιοι υπάλληλοι, όσοι λαμβάνουν επιδόματα και παροχές που βασίζονται στον κατώτατο (π.χ. επίδομα μητρότητας, γάμου, γονικής άδειας, ανεργίας), αλλά και οι τριετίες. Σύμφωνα με το Υπουργείο Εργασίας, το καθαρό όφελος για τους εργαζόμενους το οποίο διαμορφώνεται ως εξής: α) Εργαζόμενος χωρίς τέκνα: 743 € καθαρά/μήνα (αύξηση 34 €/μήνα), 473 € καθαρή ετήσια αύξηση, καθαρή ετήσια αύξηση από το 2019: 2.735 €, β) Εργαζόμενος με ένα τέκνο: 752 € καθαρά/μήνα (αύξηση 34 €), 473 € καθαρή ετήσια αύξηση, καθαρή ετήσια αύξηση από το 2019: 2.856 €, γ) Εργαζόμενος με 2+ τέκνα: 762 € καθαρά/μήνα (αύξηση 43 €), 606 € καθαρή ετήσια αύξηση, καθαρή ετήσια αύξηση από το 2019: 3.010 €.
Σύμφωνα με την υπουργό σε ανάλογα επίπεδα θα κινηθεί το επόμενο διάστημα και η αύξηση του μέσου μισθού. Η κυρία Κεραμέως παραδέχθηκε ότι υπάρχει έλλειμμα στην υπογραφή κλαδικών συμβάσεων εργασίας, ενώ οι επιχειρησιακές συμβάσεις που υπογράφονται έχουν σαφώς χαμηλότερες αυξήσεις. Υπογράμμισε πως έως το τέλος του έτους – σε συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους – θα συναφθεί ένας οδικός χάρτης για την ενίσχυση του πλαισίου των συλλογικών συμβάσεων με τη θέσπιση κινήτρων που θα έχουν ως στόχο την σύναψη περισσότερων συμβάσεων.
Ναι μεν αλλά από την αγορά
Ως θετική εξέλιξη, αλλά με αρκετούς αστερίσκους, χαρακτηρίζουν οι φορείς της αγοράς την αύξηση του κατώτατου μισθού, υποστηρίζοντας ότι πρέπει να συνοδευτεί από μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων, ειδικά των μικρομεσαίων. “Έχουμε μία αύξηση που όμως ουσιαστικά έχει εξανεμιστεί εξαιτίας της μεγάλης ακρίβειας και ένα επιπλέον βάρος στις επιχειρήσεις που ήδη δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα με τόσες ανελαστικές υποχρεώσεις. Υπό τις παρούσες συνθήκες, η μεγαλύτερη ενίσχυση θα είναι η μείωση των τιμών σε βασικά αγαθά, στο ηλεκτρικό ρεύμα, στα καύσιμα” υπογράμμισε ο πρόεδρος του ΕΕΑ, Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, προσθέτοντας ότι το οικονομικό επιτελείο οφείλει να ασχοληθεί και με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που έχουν πληγεί από την υψηλή φορολογία, τη μείωση της κατανάλωσης και το τεράστιο λειτουργικό τους κόστος.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ, Σταύρος Καφούνης τόνισε η νέα αύξηση είναι ευπρόσδεκτη, υπερβαίνει όμως τις αντοχές πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, για αυτό και πρέπει να συνοδευτεί με δραστικά αντισταθμιστικά μέτρα για τις επιχειρήσεις, όπως η μείωση του μη μισθολογικού κόστους και η ελάφρυνση από βάρη όπως το ελάχιστο τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημα. Υπέρ της αύξησης των κατώτερων απολαβών τάσσεται και το ΒΕΑ, με τον πρόεδρό του, Κωνσταντίνο Δαμίγο, να ζητά την επανεξέταση της άδικης τεκμαρτής φορολόγησης, την περαιτέρω μείωση του μη μισθολογικού κόστους και την επαναφορά ρύθμισης οφειλών σε έως 120 δόσεις. Τέλος, ο πρόεδρος του Ε.Β.Ε.Π., Βασίλης Κορκίδης σημείωσε πως η αύξηση θα συμβάλει στην ενδυνάμωση της κινητικότητας στην αγορά, αλλά ως αντιστάθμισμα θα πρέπει να συνοδεύεται με μία λελογισμένη ποσοστιαία μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και άμεσων φόρων.