«Βόμβα» κόκκινων δανείων απειλεί τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους

Πώς θα μπορούσαν οι κρατικές εγγυήσεις των τιτλοποιήσεων του προγράμματος «Ηρακλής» να ανατρέψουν τη δημοσιονομική σταθερότητα, σύμφωνα με την Κομισιόν

Κίνδυνο για τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους αποτελούν τα «κόκκινα» δάνεια και το ενδεχόμενο κατάπτωσης των κρατικών εγγυήσεων που συνοδεύουν την τιτλοποίησή τους, σύμφωνα με την Κομισιόν. Στην τελευταία έκθεση βιωσιμότητας χρέους από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, παρά τα εύσημα στην Ελλάδα για την πορεία απομείωσης του δημόσιου χρέους, επισημαίνονται τρεις βασικοί κίνδυνοι, οι οποίοι θα μπορούσαν να εκτροχιάσουν την ελληνική οικονομία από τη ρότα εξυγίανσης.

Στο κέντρο του προβληματισμού της Κομισιόν βρίσκεται η διαδικασία εκκαθάρισης των τραπεζικών ισολογισμών από τα «κόκκινα» δάνεια, η οποία πραγματοποιείται μέσα από τις τιτλοποιήσεις του προγράμματος «Ηρακλής» και της διοχέτευσής τους σε funds και servicers. Αν και τα προηγούμενα χρόνια έχουν επιτευχθεί τα μέγιστα στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, την ίδια στιγμή ενέχονται κίνδυνοι, εάν η πορεία των εξυπηρετήσεων δεν λειτουργήσει βάσει σχεδίου.

Υπενθυμίζεται πως η ελληνική οικονομία έχει καταφέρει να «ξεφορτωθεί» μεγάλο μέρος των «κόκκινων» δανείων που τη βαραίνουν, καθώς από 92 δισ. ευρώ το 2019 το απόθεμά τους στα χαρτοφυλάκια των servicers μειώθηκε στα 67 δισ. ευρώ στο τέλος του Σεπτεμβρίου 2024.

ΔΥΣΜΕΝΗ ΣΕΝΑΡΙΑ

Την ίδια περίοδο και τα επίπεδα μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων που ακόμη διακρατούν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες μειώθηκαν αισθητά κάτω από 3%, δείγμα πως η λύση στον σκόπελο του ιδιωτικού χρέους στην ελληνική οικονομία βρίσκει σταδιακά τον δρόμο της.

Ωστόσο, τα επίπεδά τους στην Ελλάδα παραμένουν στην κορυφής της Ευρώπης, απότοκο της κρίσης στην οποία «κατρακύλησε» η χώρα την προηγούμενη δεκαετία.

Η Κομισιόν επισημαίνει πως στην περίπτωση που επαληθευτούν τα δυσμενή σενάρια, παραμονεύει πάντοτε ο κίνδυνος να «μπλοκάρει» η διαδικασία εξυγίανσης των «κόκκινων» δανείων στην ελληνική οικονομία.

Τι σημαίνει αυτό; Εδώ η Κομισιόν επισημαίνει έναν δεύτερο κίνδυνο, ο οποίος έχει να κάνει με το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος των εν Ελλάδι «κόκκινων» δανείων έχουν τιτλοποιηθεί μέσω του προγράμματος «Ηρακλής», με το Ελληνικό Δημόσιο να παρέχει σχετικές κρατικές εγγυήσεις.

Αλλά ο ρυθμός εξυπηρέτησης αυτών των δανείων είναι πολύ μικρός, με κίνδυνο να καταπέσουν οι εγγυήσεις. Αυτό συνεπάγεται πως στην περίπτωση που διαμορφωθούν τέτοιες συνθήκες στην ελληνική οικονομία, όπου αρχίσουν μαζικές καταπτώσεις αυτών των εγγυήσεων η Ελλάδα θα βρεθεί αντιμέτωπη με επιπλέον υποχρεώσεις… δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ, τα οποία θα πρέπει να πληρώσει.

Καμπανάκι κινδύνου και από τον οίκο Moody’s

Η Κομισιόν δεν είναι η πρώτη που κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την ελληνική δημοσιονομική σταθερότητα εξαιτίας του μεγάλου όγκου των «κόκκινων» δανείων. Στα «ψιλά γράμματα» της πρόσφατης έκθεσης της Moody’s, όπου και δόθηκε η πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα στο ελληνικό αξιόχρεο, επίσης υπογραμμίζεται ως κίνδυνος το ζήτημα των κρατικών εγγυήσεων, οι οποίες ξεπερνούν τα 17 δισ. ευρώ, για «κόκκινα» δάνεια λίγο πάνω από 42 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα και με τα σχετικά στοιχεία του ΟΔΔΗΧ, οι κρατικές εγγυήσεις του «Ηρακλή» αυξήθηκαν από 16,783 δισ. ευρώ, στο τέλος του 2023, σε 17,327 δισ. ευρώ, στο τέλος του 2024. Την ίδια περίοδο τα δημόσια έσοδα από τις προμήθειες του «Ηρακλή» ανήλθαν σε 195 εκατ. ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί πως ο «Ηρακλής 3» έχει πάρει την έγκριση της Κομισιόν για να αυξηθούν οι εγγυήσεις από τα 2 στα 3 δισ. ευρώ.

Ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης Moody’s επισημαίνει πως αυτός ο «σωρός» κρατικών εγγυήσεων αποτελεί ένα «αφανές χρέος», το οποίο δυνητικά επιβαρύνει τα επίπεδα του δημόσιου χρέους, εάν υπάρξουν καταπτώσεις εγγυήσεων, απειλώντας έτσι να ανατρέψει την πορεία μείωσής του και τη διαδικασία δημοσιονομικής σταθεροποίησης.

Το πρόβλημα έγκειται στο ότι, ενώ οι τιτλοποιήσεις των «κόκκινων» δανείων… ξαλάφρωσαν τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, δεν τα εξαφάνισαν από την ελληνική οικονομία, καθώς παραμένουν στα χέρια των servicers, χωρίς να έχουν διευθετηθεί οριστικά.

Δεν είναι τυχαίο πως στο νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή και περιλαμβάνει διατάξεις για το ιδιωτικό χρέος προβλέπεται η επέκταση των ρυθμίσεων των «κόκκινων» δανείων για τα οποία έχει εγγυηθεί το Ελληνικό Δημόσιο, μέσω διαδικασίας εξυγίανσης, συμπεριλαμβάνοντας πλέον και τις επιχειρήσεις.

Κρύβονται «παγίδες» στις δικαστικές διενέξεις του Ελληνικού Δημοσίου

Brussels / Belgium – 11/10/2019 – European Union flags waving in wind in front of European Commission building. Brussels, Belgium.

Ο τρίτος δημοσιονομικός κίνδυνος, που επισημαίνει η Κομισιόν στην έκθεση βιωσιμότητας του χρέους, δεν αφορά τα «κόκκινα» δάνεια, αλλά στην έκβαση των δικαστικών διενέξεων του Ελληνικού Δημοσίου έναντι κοινωνικών ομάδων.

Σε αυτή την κατηγορία εντάσσονται διάφορες υποθέσεις δημοσίων υπαλλήλων, συνταξιούχων κ.λπ. με απαιτήσεις όπως είναι η επαναφορά του 13ου και του 14ου μισθού στο Δημόσιο, οι οποίοι καταργήθηκαν επί των Μνημονίων. Η Κομισιόν τονίζει πως εάν η έκβαση αυτών των υποθέσεων είναι αρνητικά για το ελληνικό κράτος, τότε θα βρεθεί με μια ξαφνική επιβάρυνση, που εγκυμονεί δημοσιονομικούς κινδύνους.

Σχετική τοποθέτηση έκανε και ο κεντρικός τραπεζίτης Γιάννης Στουρνάρας περίπου τις ίδιες ημέρες που η Κομισιόν δημοσιοποίησε την έκθεσή της. Ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος επανέλαβε την αντίθεσή του με την προοπτική επαναφοράς του 13ου και του 14ου μισθού στο Δημόσιο, λέγοντας πως «αν επιστραφεί ο 13ος και ο 14ος μισθός και τα δώρα στις συντάξεις, η επιβάρυνση στην οικονομία θα είναι της τάξεως των 8 δισ. ευρώ, ήτοι περίπου το 3,5% με 4% του ΑΕΠ τον χρόνο, βάρος που κανένας Προϋπολογισμός δεν μπορεί να αντέξει».

Ωστόσο, εάν δεν υλοποιηθούν οι κίνδυνοι τους οποίους επισημαίνει η Κομισιόν, το βασικό σενάριο της έκθεσης είναι ευνοϊκό για την ελληνική οικονομία. Προβλέπεται η μείωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ στο 146,8% στο 2025, στο 142,4% του ΑΕΠ το 2026 και στο 138,6% του ΑΕΠ το 2027.

Η υποχώρηση αναμένεται να συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια, αν και με βραδύτερους ρυθμούς. Το χρέος θα ανέρχεται στο 129,3% του ΑΕΠ το 2030 και στο 119,1% του ΑΕΠ στο τέλος του 2035, με το πρωτογενές πλεόνασμα να παραμένει πάνω από 2% του ΑΕΠ μέχρι και το 2030, ενώ στη συνέχεια θα υποχωρήσει στο 1,5% του ΑΕΠ μεταξύ 2031 και 2035.

 

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ (4 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2025)

spot_img

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

spot_img
spot_img

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ