Η έλλειψη ρευστότητας στην αγορά έχει οδηγήσει σε εκτίναξη του αριθμού των χρεωστών ασφαλίστρων προς τις ασφαλιστικές εταιρείες, σύμφωνα με μελέτη της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος σχετικά με τις επιπτώσεις της κρίσης στην ασφαλιστική αγορά.
Η ύπαρξη ρευστού στην αγορά μέχρι και το 2007 επέτρεπε στην αναλογία των χρεωστών ασφαλίστρων προς παραγωγή να μειώνεται συνεχώς, ένδειξη του ότι οι ασφαλισμένοι αλλά και οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές εξοφλούσαν τις υποχρεώσεις τους με όλο και μεγαλύτερη ταχύτητα. Κατά τη διάρκεια του 2008 και ακόμη πιο έντονα κατά τη διάρκεια του 2009, ο δείκτης γνώρισε μεγάλη άνοδο μέχρι και το 21,2% αλλά η έλλειψη ρευστότητας η οποία ακολούθησε, εκτίναξε το δείκτη σε πολύ υψηλά επίπεδα.
Όπως αναφέρεται στη μελέτη, υπάρχει η δυναμική του κλάδου της Ιδιωτικής Ασφάλισης για ανάκαμψη όταν η οικονομία επανέλθει σε αναπτυξιακή πορεία.
Παράλληλα, μέσα από την παρακολούθηση της εξέλιξης της παραγωγής ασφαλίστρων, γίνεται φανερό ότι οι ασφαλίσεις Ζωής αποδείχτηκαν περισσότερες ευαίσθητες με κάμψη της παραγωγής το 2008 και σταθεροποίηση το 2009, ενώ οι ασφαλίσεις κατά Ζημιών κατέγραψαν μικρές αυξήσεις και τις δύο τελευταίες χρονιές, οφειλόμενες κυρίως στον κλάδο Αστικής ευθύνης οχημάτων.
Την ίδια χρονική περίοδο παρουσίασαν σημαντική κάμψη και τα σημαντικότερα οικονομικά μεγέθη των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, όπως το Ενεργητικό, τα Ίδια κεφάλαια και τα Κέρδη (προ φόρων).
Παρόμοια συμπεριφορά καταγράφει και η απεικόνιση των σημαντικότερων αριθμοδεικτών ασφαλιστικής διείσδυσης, απόδοσης και αποδοτικότητας, με έντονη κάμψη το 2008 και επαναφορά το 2009, σε επίπεδα όμως χαμηλότερα από την προ κρίσης περίοδο.
Η εξέταση τέλος της συσχέτισης της οικονομικής ύφεσης, έτσι όπως εκφράζεται από τη μεταβολή του ΑΕΠ της χώρας, με τις εργασίες του κλάδου της Ιδιωτικής ασφάλισης, υποδηλώνει ότι υπάρχει η δυναμική για την αντιστροφή του κύκλου εργασιών σε τροχιά ανάκαμψης όταν η οικονομία επανέλθει σε αναπτυξιακή πορεία.
Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι ο μέσο κατά κεφαλήν ασφάλιστρο γνώρισε συνεχείς αυξήσεις σε όλη τη διάρκεια της πενταετίας, την περίοδο έως το 2007 οδηγούμενο από τις δαπάνες για τις ασφαλίσεις Ζωής και στη συνέχεια από τις ασφαλίσεις κατά Ζημιών. Η μέση κατά κεφαλήν δαπάνη για ασφάλιση αυξήθηκε στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας και τα κατά κεφαλήν ασφάλιστρα που ήταν περίπου 390 ευρώ το 2005 έφτασαν πάνω από 480 ευρώ το 2009. Τα κατά κεφαλήν ασφάλιστρα των ασφαλίσεων κατά Ζημιών κινήθηκαν ανοδικά όλη την πενταετία, ενώ των ασφαλίσεων Ζωής σημείωναν άνοδο την περίοδο πριν την κρίση (2005-2007) από τα 180 ευρώ στα 225 ευρώ και στη συνέχεια μειώθηκαν στο επίπεδο των 220 ευρώ μέχρι το 2009.
Tα μεγέθη των ασφαλίστρων και του ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές ανά τρίμηνο για την περίοδο από το πρώτο τρίμηνο του 2006 έως και το τρίτο τρίμηνο του 2010 εμφανίζουν ότι η παραγωγή ασφαλίστρων παρακολούθησε τον ετήσιο κύκλο του ΑΕΠ με μία χρονική καθυστέρηση δύο τριμήνων στην άνοδο κι ενός τριμήνου στην πτώση. Αυτή η αλληλουχία διαταράσσεται από το δεύτερο τρίμηνο του 2009, οπότε από το πρώτο τρίμηνο του 2010 η ασφαλιστική αγορά βρίσκεται στην καθοδική πλευρά του κύκλου.
Όμως η θετική κλίση της γραμμής τάσης της εξέλιξης της παραγωγής ασφαλίστρων υποδηλώνει ότι υπάρχει πλέον η δυναμική για αντιστροφή του κύκλου της παραγωγής ασφαλίστρων.
Παράλληλα, την ίδια χρονική περίοδο (2008) παρουσίασαν σημαντική κάμψη και τα σημαντικότερα οικονομικά μεγέθη των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, όπως το Ενεργητικό (- 2,5%), τα Ίδια κεφάλαια (-25%) και τα αποτελέσματα προ φόρων (ζημίες 480 εκατ. ευρώ).
Το ποσοστό των επενδύσεων επί του ΑΕΠ έβαινε αυξανόμενο από 4,8% το 2005 σε πάνω από 5,2% το 2007. Ο δείκτης γνώρισε απότομη καθίζηση το 2008 αλλά επέστρεψε σε ακόμη μεγαλύτερη αξία ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2009 καθώς η παραγωγή ασφαλίστρων σταμάτησε να γνωρίζει τις σημαντικές αυξήσεις τις οποίες γνώριζε μέχρι και το 2007 και κινήθηκε με ρυθμούς αύξησης 2-4% το 2008 και το 2009.
Ειδικότερα οι ασφαλίσεις Ζωής, οι οποίες γνώριζαν επίσης μεγάλες αυξήσεις πριν το 2007, μειώθηκαν το 2008 και έμειναν σταθερές το 2009. Αντιθέτως, οι ασφαλίσεις κατά Ζημιών είχαν συνεχώς αυξητική τάση με ρυθμούς 4-8% χωρίς να φαίνεται ότι επηρεάζονται από τις εξελίξεις.
Βεβαίως, αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην παραγωγή του κλάδου Αστικής ευθύνης χερσαίων οχημάτων, ο οποίος σημείωσε πολύ μεγάλη αύξηση το 2009 (περίπου 15%).
Ενώ οι επιδράσεις της οικονομικής κρίσης εμφανίστηκαν στην παραγωγή ασφαλίστρων, δεν διαπιστώθηκε το ίδιο και στις αποζημιώσεις, οι οποίες σημείωσαν συνεχείς και μεγάλες αυξήσεις 6-12% ετησίως.
Τα έτη 2005 ως 2007, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις λειτουργούσαν απολαμβάνοντας περιθώριο κέρδους (προ φόρων) το οποίο κυμαινόταν από 2% ως 4%. Το 2008, το συγκεκριμένο μέγεθος πήρε αρνητική τιμή κι έφτασε το -9,4% ενώ το 2009 οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις πέτυχαν να επαναφέρουν το μέγεθος σε θετική τιμή (1,9%) αλλά σε χαμηλότερο επίπεδο από το αντίστοιχο των προηγουμένων ετών.
Σημειώνεται ότι τα κέρδη (προ φόρων) των ασφαλιστικών επιχειρήσεων παρουσίασαν μεγάλη συσχέτιση με τη δυναμική του οικονομικού περιβάλλοντος. Τις χρονιές οι οποίες προηγήθηκαν της χρηματοπιστωτικής κρίσης, οι επιχειρήσεις κατέγραφαν συνολικά κέρδη άνω των 100 εκατ. ευρώ ετησίως. Το 2008, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις κατέγραψαν συνολικά ζημίες (προ φόρων) 492 εκατ. Ευρώ και το 2009, επέστρεψαν στην κερδοφορία.
Επίσης, το μέσο κόστος πρόσκτησης εργασιών κινούνταν πτωτικά μέχρι το 2007 όπου έφτασε το 16,5%. Το 2008 διαπιστώθηκε πολύ μεγάλη αύξηση του μεγέθους στο 21,9% αλλά στη συνέχεια επέστρεψε στο 15% το 2009.
Υπενθυμίζεται στην μελέτη ότι η χρηματοπιστωτική κρίση η οποία ξεκίνησε από τις ΗΠΑ και γρήγορα διαδόθηκε στην Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο είχε ως αφορμή τη ραγδαία μείωση των τιμών των ακινήτων στις ΗΠΑ.
Αναφορικά με τα αίτια, αναφέρεται ότι πριν την κρίση, είχε προηγηθεί περίοδος ταχείας πιστωτικής επέκτασης και χαμηλών επιτοκίων δανεισμού. Επίσης, κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου παρατηρήθηκε η χρήση χρηματοοικονομικών προϊόντων των οποίων η σύνθεση χαρακτηριζόταν από αδιαφάνεια και κακή αξιολόγηση, ενώ συνέτεινε και το γεγονός ότι οι τράπεζες μεγάλωσαν σε μέγεθος και αλληλεξάρτηση.
Η κρίση επηρέασε αρνητικά τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων και την πιστωτική επέκταση κυρίως σε χώρες με ανεπτυγμένους τους τομείς των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, των κατασκευών και των εξαγωγικών δραστηριοτήτων.
Μετά την εκδήλωση της κρίσης, εκδηλώθηκαν ύφεση, ανεργία και προβλήματα ρευστότητας με αποτέλεσμα πολλές επιχειρήσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα να αντιμετωπίσουν έντονα προβλήματα και κάποιες από αυτές να χρεοκοπήσουν. Η συντονισμένη δράση διεθνών οργανισμών, κρατών και κεντρικών τραπεζών περιόρισε τις επιπτώσεις της κρίσης αλλά η ύφεση η οποία ακολούθησε υποχρέωσε τις Ευρωπαϊκές χώρες να υιοθετήσουν προγράμματα δημοσιονομικής λιτότητας.