Να μπει ένα τέλος στην υπέρμετρη φορολόγηση, αλλά και στην ανελέητη λιτότητα ζητά με υπόμνημα του προς τον πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης (ΒΕΘ).
Το υπόμνημα παρέδωσε στον πρωθυπουργό ο πρόεδρος του ΒΕΘ, Παναγιώτης Παπαδόπουλος κατά τη διάρκεια συνάντησης με εκπροσώπους της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων που βρίσκεται σε εξέλιξη στο Μέγαρο Μαξίμου. Στο υπόμνημα αποτυπώνονται οι θέσεις και οι προτάσεις του ΒΕΘ για την οικονομία εν όψει και της 79ης ΔΕΘ.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΒΕΘ τα προβλήματα στην πραγματική οικονομία και στην αγορά παραμένουν και μάλιστα αυξάνονται. «Ο επιχειρηματικός κόσμος γνωρίζει πολύ καλά ότι παρά το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία εισήλθε σε φάση σταθεροποίησης, το “παιχνίδι” της ανάκαμψης, και για κάποιες περιπτώσεις επιχειρήσεων, της επιβίωσης, δεν έχει κερδηθεί. Απαιτούνται, άμεσα, μέτρα που δεν θα βασίζονται στην ανελέητη και ευφάνταστη υπερφορολόγηση. Σε διαφορετική περίπτωση, ο κύκλος της διαρκούς ύφεσης θα είναι επαναλαμβανόμενος με θύματα μόνον επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας», αναφέρει ο κ. Παπαδόπουλος
Επιπλέον, υπογράμμισε: «Η δυναμική και διατηρήσιμη μεσοπρόθεσμα ανάπτυξη που χρειάζεται η χώρα, απαιτεί την αλλαγή της οικονομικής πολιτικής που εφαρμόζεται στο εσωτερικό με αποφάσεις της ελληνικής κυβέρνησης που δεν θα εκπορεύονται από τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει έναντι των εταίρων και των δανειστών της».
Καταγράφοντας τα προβλήματα που εμποδίζουν τον παραγωγικό μετασχηματισμό της χώρας, το υπόμνημα του ΒΕΘ επισημαίνει:
– Τροχοπέδη αποτελεί η ελλιπής χρηματοδότηση. Παρά το ότι η κεφαλαιακή επάρκεια του τραπεζικού συστήματος έχει ενισχυθεί, ο ρυθμός μεταβολής της χρηματοδότησης του εγχώριου ιδιωτικού τομέα εξακολουθεί να είναι αρνητικός. Το ύψος των επιτοκίων παραμένει απαγορευτικό. Μια μεγάλη ελληνική επιχείρηση πληρώνει σήμερα για το δανεισμό της μέχρι και υπερδιπλάσιο επιτόκιο, σε σύγκριση με ανταγωνιστές της στον πυρήνα της ευρωζώνης.
– Παρά τις επιμέρους βελτιώσεις, το φορολογικό περιβάλλον στην Ελλάδα παραμένει εχθρικό για την επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις. Ο φορολογικός συντελεστής για τα κέρδη των επιχειρήσεων συνεχίζει να είναι κατά πολύ υψηλότερος από όλες τις γειτονικές μας χώρες. Η εξοντωτική φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας, η αστάθεια του συστήματος, τα λάθη, οι αστοχίες και οι συνεχείς αλλαγές στην εφαρμογή των ρυθμίσεων, λειτουργούν αποτρεπτικά στην ανάληψη κάθε δραστηριότητας.
– Η φοροδιαφυγή και η εισφοροδιαφυγή δημιουργούν συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων, αλλά και σοβαρές απώλειες στα έσοδα του κράτους και των ασφαλιστικών ταμείων.
Ρευστότητα – κόστος δανεισμού
Ιδιαίτερη μνεία στο υπόμνημα γίνεται για το κόστος δανεισμού αλλά και για τα κόκκινα δάνεια. Πιο συγκεκριμένα ζητείται να δοθεί το ταχύτερο δυνατόν λύση στο θέμα των «κόκκινων δανείων». Μια λύση που θα παρέχει δυνατότητες αναδιάρθρωσης σε βιώσιμους κλάδους και επιχειρήσεις, αλλά κυρίως θα συμβάλει στην ουσιαστική αποκατάσταση των συνθηκών χρηματοδότησης της οικονομίας. Σύμφωνα με το ΒΕΘ:
– Απαιτείται άμεση μείωση του κόστους δανεισμού. Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα μέσω των υψηλών επιτοκίων επιχειρούν να καλύψουν τις αυξημένες επισφάλειες. Το κόστος όμως αυτής της επιλογής το πληρώνουν χιλιάδες υγιείς ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες αναζητούν διέξοδο από την κρίση και λόγω ελλιπούς ρευστότητας, παγώνουν τα σχέδια τους.
– Επιπλέον θα πρέπει να επανέλθει η δυνατότητα πλαφόν στις τράπεζες, προκειμένου οι επιχειρηματίες να εξυπηρετούνται καλύτερα εν μέσω της οικονομικής ανομβρίας.
Φορολογία
Αναφερόμενο το ΒΕΘ στη φορολογία επισημαίνει την ανάγκη συνολικής αλλαγής νοοτροπίας, που θα αντιμετωπίζει τη φορολογία ως εργαλείο για την ανάπτυξη της οικονομίας και όχι ως εύκολη λύση για να κλείνουν οι τρύπες του προϋπολογισμού. Παράλληλα το ΒΕΘ προτείνει:
– Φορολογικό συντελεστής 15% στο σύνολο των φορολογητέων κερδών για τα νομικά πρόσωπα.
– Αναβάθμιση του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, ως προς τα πρόστιμα και τους ελέγχους.
– Σταδιακή μείωση συντελεστών ΦΠΑ.
– Μείωση της προκαταβολής του φόρου εισοδήματος που, σήμερα φτάνει στο 80%, στο 50%.
– Απαλλαγή από ΦΠΑ για τις μικρές επιχειρήσεις με ετήσια ακαθάριστα έσοδα έως 25.000 ευρώ.
– Αναμόρφωση της φορολογίας ακινήτων, σε ορθολογικές βάσεις. Άρση των φορολογικών αντικινήτρων για την ανέγερση και αγορά κατοικίας, καθώς και για τα ακίνητα που χρησιμοποιούνται για επαγγελματικές ή βιοτεχνικές δραστηριότητες.
– Αναστολή του πόθεν έσχες για αγορά ή κατασκευή πρώτης κατοικίας.
Για τον ΕΝΦΙΑ, το Επιμελητήριο επισημαίνει ότι θα πρέπει άμεσα να υπάρξει μέριμνα για την εξαίρεση των βιοτεχνικών επιχειρήσεων στο πλαίσιο των αλλαγών/διορθώσεων που εξετάζει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης.
Επιπρόσθετα ζητά τροποποίηση του σχεδίου ρύθμισης οφειλών προς τα ασφαλιστικά ταμεία με βάση και την πρόταση της ΚΕΕΕ: Η καταβολή των δόσεων, πέραν των τρεχουσών μηνιαίων εισφορών, σε διάστημα 51 μηνών. Το ύψος της δόσης να αυξάνεται κλιμακωτά, ξεκινώντας από το 1% της κεφαλαιοποιημένης οφειλής για το πρώτο δωδεκάμηνο και φθάνοντας στο 3%, από το τέταρτο δωδεκάμηνο και μέχρι την τελική εξόφληση.
Το ΒΕΘ σημειώνει ότι δεν θα πρέπει να συνδέεται η ρύθμιση στην οποία έχει υπαχθεί ο ενδιαφερόμενος με τις τρέχουσες οφειλές, τις οποίες ενδεχομένως λόγω αδυναμίας να μην μπορεί να τις εξυπηρετήσει.
Λιμάνι – Μετρό
Ιδιαίτερος λόγος στο υπόμνημα γίνεται για το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, το οποίο σύμφωνα με το ΒΕΘ θα πρέπει άμεσα να παραχωρηθεί, και όχι να πωληθεί, σε εξειδικευμένους επενδυτές λιμενικών εγκαταστάσεων και λειτουργιών, ώστε να επιταχυνθούν οι ρυθμοί ανάπτυξης του ΟΛΘ ΟΛΘ 0,00%.
Για το Μετρό, το ΒΕΘ αναφέρει: «Θα πρέπει κάποια στιγμή να μπει ένα τέλος στο μακροχρόνιο εργοτάξιο, με την ολοκλήρωση του έργου, καθώς οι μόνοι ζημιωμένοι είναι οι επιχειρηματίες, οι κάτοικοι και οι επισκέπτες της Θεσσαλονίκης».
Σημαντική θέση στο υπόμνημα κατέχει και το ζήτημα του επιμελητηριακού θεσμού, που βρίσκεται αντιμέτωπο με τη ρύθμιση για την κατάργηση της υποχρεωτικής εγγραφής στα επιμελητήρια από το 2015.
«Είναι αδήριτη η ανάγκη απόσυρσης της πράξης νομοθετικού περιεχομένου που προαναγγέλλει το θάνατο των επιμελητηρίων το 2015» επισημαίνεται, τονίζοντας ότι οι υπηρεσίες που προσφέρουν στα μέλη τους, σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να καταργηθούν.
«Εάν τα Επιμελητήρια εκλείψουν με τη σημερινή τους μορφή, θα πρέπει να δημιουργηθούν την επόμενη ημέρα, νέοι, κρατικοί φορείς, οι οποίοι θα επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό» καταλήγει το υπόμνημα.