Η εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία αυξάνεται ενώ οι τράπεζες είναι υγιείς. Αυτό τόνισε από το Λονδίνο ο πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας και της Ένωσης Τραπεζών Γ. Ζανιάς.
Όπως ανέφερε η εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία αυξάνεται καθώς οι συνθήκες ρευστότητας και η απορρόφηση των διαρθρωτικών κονδυλίων βελτιώνονται, τα τουριστικά έσοδα αυξάνονται, οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας συνεχίζονται και η κυβέρνηση πετυχαίνει τους δημοσιονομικούς της στόχους.
Σε αυτό το πλαίσιο οι δυνατότητες ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας είναι σημαντικές. Άλλωστε, όπως είπε, διαθέτει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε ορισμένους τομείς, οι μεταρρυθμίσεις έχουν αρχίσει και αποδίδουν και ήδη διαφαίνεται σημαντική μείωση του κόστους εργασίας.
Οι πέντε λόγοι για την ανάταση της ελληνικής οικονομίας και την επιστροφή της αισιοδοξίας είναι σύμφωνα με τον κ. Ζανιά:
1. Οι δημοσιονομικές και εξωτερικές ανισορροπίες διορθώνονται
2. Η ανάπτυξη επέστρεψε
3. Η δυναμική της ανάπτυξης είναι μεγάλη
4. Οι τράπεζες έχουν ισχυροποιηθεί
5. Οι κίνδυνοι του δημόσιου χρέους, της πολιτικής σταθερότητας και των μεταρρυθμίσεων αντιμετωπίζονται
Αναφορικά με τον τραπεζικό κλάδο, ο κ. Ζανιάς διαβεβαίωσε ότι έχει αποκατασταθεί η «υγεία» των ελληνικών τραπεζών. Άλλωστε, σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΤΕ και της ΕΕΤ, αυτό διαφαίνεται και από τα στρες τεστ που έχουν πραγματοποιηθεί, τα οποία κατέδειξαν τα πολύ θετικά αποτελέσματα από την αξιοποίηση των συνεργιών, τις αυξήσεις κεφαλαίου και τα σχέδια αναδιάρθρωσης.
Ο ίδιος χαρακτήρισε πολύ καλά θωρακισμένο το ελληνικό κλάδο ώστε να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις που μπορούν να προέλθουν από τα τεστ αντοχής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και τους νέους κανόνες κεφαλαιακής επάρκειας. Παράλληλα, στάθηκε ιδιαίτερα στην πορεία των προβληματικών δανείων, για τα οποία επισήμανε ότι ο ρυθμός αύξησης τους επιβραδύνεται, ενώ ο δείκτης κάλυψης τους ξεπερνά το 50%.
Τέλος, αναφέρθηκε και στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ελληνικού δημόσιου χρέους, το οποίο αν και, όπως ανέφερε, είναι υψηλό με ονομαστικούς όρους, θα πρέπει να ληφθούν υπόψιν τα εξής:
– Το ελληνικό χρέος είναι διαχειρίσιμο σε όρους καθαρής παρούσας αξίας (NPV)
– Η μέση εναπομένουσα διάρκεια του ελληνικού χρέους υπερβαίνει τα 16 ½ έτη (2,5 φορές μεγαλύτερο από το μέσο όρο της ζώνης του ευρώ)
– Το προφίλ λήξεων και το κόστος εξυπηρέτησης είναι σε λογικά χαμηλά επίπεδα μέχρι το 2022
– Το 87% του ελληνικού δημοσίου χρέους κατέχεται σήμερα από τον «επίσημο τομέα»
– Η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους θα βελτιωθεί ακόμη και αν υπάρξει μικρή / έμμεση απομείωση του (OSI)
– Η δυναμική της οικονομικής ανάπτυξης θα μειώσει το βάρος εξυπηρέτησης
– Τα κεφάλαια από ιδιωτικοποιήσεις θα βελτιώσουν το προφίλ του χρέους.