Την άμεση αντιμετώπιση του θέματος των οίκων αξιολόγησης ζητά από τα συμβούλια Eurogroup και Ecofin ο υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Παπακωνσταντίνου, με επιστολή του προς τους κυρίους Junker, Rehn, Barnier και Trichet, με αφορμή την πρόσφατη νέα υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από τον οίκο Moody’s.
Στην επιστολές του προς τον επικεφαλής του Eurogroup, Jean Claude Junker, τον επίτροπο Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων, Olli Rehn, τον επίτροπο Εσωτερικών Αγορών και Υπηρεσιών, Michel και τον πρόεδρο Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Jean Claude Trichet, ο υπουργός χαρακτηρίζει την υποβάθμιση “εντελώς αδικαιολόγητη, καθώς δεν βασίζεται σε μια αντικειμενική και ισορροπημένη αξιολόγηση των οικονομικών συνθηκών, τις οποίες αντιμετωπίζει η Ελλάδα. Επιπρόσθετα”, επισημαίνει ο κ. Παπακωνσταντίνου, “το εύρος της υποβάθμισης και η χρονική στιγμή, που ο συγκεκριμένος οίκος επέλεξε για να την ανακοινώσει, είναι ακατανόητα και εγείρουν σοβαρά ερωτηματικά”.
Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών, “αποφάσεις, όπως αυτή της Moody’s, μπορούν στην πραγματικότητα να καταστήσουν πολύ πιο δύσκολη την πορεία της Ελλάδας και άλλων χωρών, που βρίσκονται σε παρόμοια θέση στην προσπάθειά μας να επανακτήσουμε πρόσβαση στις διεθνείς αγορές μέσω προγραμμάτων δημοσιονομικής εξυγίανσης και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και αυτό θεωρώ ότι είναι ένα ζήτημα που θα πρέπει να απασχολεί όλους μας. Επιπλέον, είναι σαφές ότι στο σημερινό περιβάλλον, μια τέτοια απόφαση αξιολόγησης έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο στις αγορές από τις αξιολογήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του ΔΝΤ και της ΕΚΤ κάθε τρίμηνο. Η τελευταία αξιολόγηση για την Ελλάδα έδειξε ότι το πρόγραμμα είναι σε καλό δρόμο και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι θα μπορούσε να οδηγήσει στα συμπεράσματα του οίκου αξιολόγησης Moody΄s. Εν τέλει, η υποβάθμιση από τη Moody’s είναι περισσότερο αποκαλυπτική ως προς την στρέβλωση των κινήτρων και την έλλειψη λογοδοσίας των οίκων αξιολόγησης παρά ως προς την πραγματική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας”.
Ένα επιπλέον στοιχείο εις βάρος των οίκων, για τον υπουργό Οικονομικών, είναι και το γεγονός ότι αυτοί δεν αντιμετώπισαν έγκαιρα την αυξανόμενη έκθεση σε κινδύνους στον χρηματοπιστωτικό τομέα, που οδήγησε στην κρίση του 2008, και τώρα ανταγωνίζονται μεταξύ τους για την πρωτιά στην “ανακάλυψη” κινδύνων που θα οδηγήσουν στην επόμενη κρίση. Για όλα αυτά, ο κ. Παπακωνσταντίνου θεωρεί αναγκαία και επείγουσα την αντιμετώπιση και την ανάληψη δράσης εκ μέρους της ευρωπαϊκής “οικογένειας”.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της επιστολής του υπουργού Οικονομικών:
“Αγαπητοί κ.κ. Junker, Rehn, Barnier και Trichet,
Με αφορμή την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας του ελληνικού δημόσιου από τον οίκο αξιολόγησης Moody’s θεωρώ κρίσιμο να επισημανθεί το γενικότερο θέμα των επιπτώσεων τέτοιων αποφάσεων σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία, όπως και η ανάγκη αντιμετώπισης τους και η ανάληψη δράσης εκ μέρους μας.
Η ίδια η υποβάθμιση είναι εντελώς αδικαιολόγητη, καθώς δεν βασίζεται σε μια αντικειμενική και ισορροπημένη αξιολόγηση των οικονομικών συνθηκών, τις οποίες αντιμετωπίζει η Ελλάδα. Επιπρόσθετα, το εύρος της υποβάθμισης και η χρονική στιγμή, που ο συγκεκριμένος οίκος επέλεξε για να την ανακοινώσει, είναι ακατανόητα και εγείρουν σοβαρά ερωτηματικά.
Η απόφαση της Moody’s βασίζεται αποκλειστικά στους εκτιμώμενους κινδύνους, αγνοώντας τελείως εξίσου πιθανές θετικές εξελίξεις. Ενώ αναφέρεται στην πρόοδο της Ελλάδας στην εφαρμογή του προγράμματος της δημοσιονομικής εξυγίανσης και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, δεν συνυπολογίζονται στην ανάλυση και απόφαση οι θετικές προοπτικές που αυτή δημιουργεί για την οικονομία.
Τα επιχειρήματα που επικαλείται ο οίκος στην ανακοίνωση δεν αιτιολογούνται από τις εξελίξεις και πληροφορίες που έχουν προστεθεί από τον Ιούνιο του 2010, όταν είχε αποφασιστεί η προηγούμενη υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τον ίδιο οίκο και δεν ανταποκρίνονται στην πρόοδο που έχει σημειωθεί από τότε. Αντί αυτού, η ανακοίνωση σπεύδει να προεξοφλήσει την αδυναμία υλοποίησης συγκεκριμένων αποφάσεων και πολιτικών – την ώρα που έχει ήδη υλοποιηθεί μεγάλος αριθμός μεταρρυθμίσεων – συμπεριλαμβανομένων και εκείνων της ΕΕ που δεν έχουν ακόμα ληφθεί και ενώ όλοι γνωρίζουν ότι οι κρίσιμες συζητήσεις συνεχίζονται πριν τη Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τον Μάρτιο.
Αποφάσεις όπως αυτή της Moody’s μπορούν στην πραγματικότητα να καταστήσουν πολύ πιο δύσκολη την πορεία της Ελλάδας και άλλων χωρών που βρίσκονται σε παρόμοια θέση στην προσπάθειά μας να επανακτήσουμε πρόσβαση στις διεθνείς αγορές μέσω προγραμμάτων δημοσιονομικής εξυγίανσης και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και αυτό θεωρώ ότι είναι ένα ζήτημα που θα πρέπει να απασχολεί όλους μας.
Επιπλέον, είναι σαφές ότι στο σημερινό περιβάλλον, μια τέτοια απόφαση αξιολόγησης έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο στις αγορές από τις αξιολογήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του ΔΝΤ και της ΕΚΤ κάθε τρίμηνο. Η τελευταία αξιολόγηση για την Ελλάδα έδειξε ότι το πρόγραμμα είναι σε καλό δρόμο και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι θα μπορούσε να οδηγήσει στα συμπεράσματα του οίκου αξιολόγησης Moody΄s.
Εν τέλει η υποβάθμιση από τη Moody’s είναι περισσότερο αποκαλυπτική ως προς την στρέβλωση των κινήτρων και την έλλειψη λογοδοσίας των οίκων αξιολόγησης παρά ως προς την πραγματική κατάσταση της Ελληνικής οικονομίας. Οι οίκοι αυτοί δεν αντιμετώπισαν έγκαιρα την αυξανόμενη έκθεση σε κινδύνους στον χρηματοπιστωτικό τομέα, που οδήγησε στην κρίση του 2008, και τώρα ανταγωνίζονται μεταξύ τους για την πρωτιά στην “ανακάλυψη” κινδύνων που θα οδηγήσουν στην επόμενη κρίση. Σε μία ιδιαίτερα ευαίσθητη στιγμή για την παγκόσμια οικονομία και τις αγορές, παρόμοιες αδικαιολόγητες και κάθε άλλο παρά ισσόροπες αποφάσεις ενέχουν τον κίνδυνο να εξελιχθούν σε αυτόεκπληρούμενες προφητείες. Σε κάθε περίπτωση, καθιστούν επιτακτική την ανάγκη πιο αποτελεσματικής ρύθμισης σε Ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο των οίκων αξιολόγησης.
Πιστεύω λοιπόν ότι αυτό είναι ένα θέμα που πρέπει να αντιμετωπιστεί επειγόντως στο επίπεδο της ΕUROGROUP και του ECOFIN.
Ειλικρινά
Γιώργος Παπακωνσταντίνου”