Στην πρώτη θέση της δημοσιονομικής προσαρμογής παγκοσμίως τοποθετεί την Ελλάδα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο σύμφωνα με την έκθεση για τα δημοσιονομικά (Fiscal Monitor) το 2014, στην οποία επισημαίνεται ότι η χώρα θα έχει «το μεγαλύτερο κυκλικά προσαρμοσμένο πρωτογενές πλεόνασμα», μία θετική εξέλιξη που θα επαναλάβει τη διετία 2015 – 2016.
Αξιωματούχοι του ΔΝΤ παρουσίασαν στην Ουάσιγκτον την εν λόγω έκθεση, παραμονές έναρξης της ετήσιας συνόδου του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας και αναφέρθηκαν σε επιμέρους ζητήματα.
Η περίπτωση της Ελλάδας, όπως σημειώθηκε, αποτελεί «ενδεικτικό παράδειγμα» για τη δημοσιονομική εξυγίανση και επισημάνθηκαν ιδιαίτερα οι «στοχευμένες περικοπές» της κυβέρνησης σε εργοδοτικές εισφορές κοινωνικής ασφάλισης. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, αυτό θα ενισχύσει την απασχόληση νέων εργαζομένων και γυναικών.
Σύμφωνα με την έκθεση, το Ταμείο προβλέπει για την Ελλάδα πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ το 2014, 3% του ΑΕΠ το 2015 και 4,5% του ΑΕΠ το 2016. Επίσης, προβλέπει μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος στο 2,7% του ΑΕΠ το 2014, στο 1,9% του ΑΕΠ το 2015 και στο 0,6% το 2016.
Όσον αφορά το κυκλικά προσαρμοσμένο πρωτογενές πλεόνασμα του ελληνικού προϋπολογισμού, το ΔΝΤ το ανεβάζει στο 5,4% του ΑΕΠ το 2014, στο 5,7% του ΑΕΠ το 2015 και στο 6,1% του ΑΕΠ το 2016. Η Ελλάδα βρίσκεται πρώτη σε παγκόσμιο επίπεδο σ’ αυτό τον τομέα και μετά τοποθετούνται η Ισλανδία (5,1% του ΑΕΠ), η Ιταλία (4% του ΑΕΠ), η Σιγκαπούρη (2,8% του ΑΕΠ), η Πορτογαλία (1,9% του ΑΕΠ) και η Γερμανία (1,9% του ΑΕΠ).
Για το θέμα του ελληνικού χρέους, αναφέρεται ότι αναμένεται να μειωθεί από 174,2% του ΑΕΠ το 2014, σε 171% του ΑΕΠ το 2015 και σε 160,5% του ΑΕΠ το 2016.
Ενθαρρυντικά είναι και τα στοιχεία που παρουσιάζονται για τις χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας, σύμφωνα με τα οποία θα είναι 14,5% του ΑΕΠ το 2014 και θα μειωθούν 10% του ΑΕΠ το 2015 και περαιτέρω το 2016, στο 4,3% του ΑΕΠ.
Στη συνέχεια, καταγράφονται μια σειρά από άλλους τομείς στους οποίους η Ελλάδα έχει προχωρήσει σε «σημαντικές μεταρρυθμίσεις και προσαρμογές», όπως στο ασφαλιστικό σύστημα, στις συντάξεις και στον τομέα της υγείας.
Τόσο στην έκθεση, όσο και στη συνέντευξη Τύπου δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην αυξανόμενη ανεργία που ταλανίζει τον κόσμο σε παγκόσμιο επίπεδο και υπογραμμίσθηκε η αναγκαιότητα για «συνδυασμό» των μεταρρυθμίσεων και των διαρθρωτικών αλλαγών με την απασχόληση και την ανάπτυξη και ότι μια τέτοια πολιτική συμβάλλει και στην αντιμετώπιση του προβλήματος του δημόσιου χρέους.
Για την Ευρωζώνη, επαναλήφθηκε η θέση περί «περιορισμένης ανάκαμψης», τονίσθηκε η ανάγκη δρομολόγησης πολιτικών για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και έγινε αναφορά στην «κόπωση» που έχουν δημιουργήσει οι προσπάθειες για δημοσιονομική προσαρμογή, καθώς και στον «κίνδυνο» του χαμηλού πληθωρισμού.