Στο εβδομαδιαίο οικονομικό δελτίο, η Alpha Bank επισημαίνει πως η πορεία προς την συντεταγμένη ανάκαμψη των επενδύσεων και της ελληνικής οικονομίας γενικότερα, διέρχεται μέσω της διασφάλισης των πρωτογενών πλεονασμάτων και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Για να επιστρέψουμε στα προ κρίσεως επίπεδα, οι επενδύσεις θα πρέπει, grosso modo, σχεδόν να τριπλασιαστούν σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα. Κάτι τέτοιο, και στον βαθμό που η σύνθεση αλλάζει κυρίως υπέρ των ιδιωτικών επιχειρηματικών επενδύσεων, απαιτεί μάλλον την μαζική εισροή κεφαλαίων από το εξωτερικό. Αυτό θα πάρει την μορφή είτε άμεσων ξένων επενδύσεων είτε δανεισμού από το εξωτερικό του ιδιωτικού τομέα (τράπεζες και επιχειρήσεις) για την χρηματοδότηση κερδοφόρων επενδύσεων. Και η έμφαση είναι όχι τόσο στις επενδύσεις όσο στην κερδοφορία των επενδύσεων.
Όπως αναφέρει η τράπεζα, το 2015, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ προβλέπεται να προσεγγίσει το 3%. Πέραν από την ελαφρά ανάκαμψη της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 1% περίπου καθώς η απασχόληση θα αυξάνεται και οι μισθοί θα σταθεροποιούνται, η άνοδος του ΑΕΠ προϋποθέτει κυρίως την αύξηση της επενδυτικής δραστηριότητας κατά 10% περίπου.
Ήδη, στο α΄ εξάμηνο του 2014, οι επενδύσεις εμφανίζονται μειωμένες κατά -4,2% έναντι -11,4% στο πρώτο εξάμηνο πέρυσι. Με την εξαίρεση, όμως, των επενδύσεων σε κατοικίες (12% του συνόλου) που μειώθηκαν κατά -42% περίπου, οι επενδύσεις σε κατασκευές εκτός κατοικιών (27% του συνόλου) αυξήθηκαν κατά 0,6%, και, τέλος, οι επενδύσεις σε μεταφορές και μηχανολογικό εξοπλισμό (53% του συνόλου) καταγράφουν μία αύξηση 8,3%. Συνεπώς, η κατάσταση βελτιώνεται σταδιακά, και εφόσον υπάρξει και μια ανάκαμψη στις επενδύσεις σε κατοικίες, θα δούμε τις επενδύσεις ως σύνολο να αυξάνουν το 2015.
Σήμερα, οι επενδύσεις ανέρχονται σε €24 δισ. περίπου (ή €21 δισ., μετά την πρόσφατη αναθεώρηση του ΑΕΠ), είναι δηλαδή μειωμένες κατά 60%, μόνο το 20% περίπου είναι σε κατοικίες, και χρηματοδοτούνται σχεδόν εξ΄ολοκλήρου από την εγχώρια αποταμίευση.
ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΑ – ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ
Αυτό που είναι ανησυχητικό, προειδοποιεί η Alpha Bank, είναι ότι σήμερα τα νοικοκυριά όχι μόνον δεν αποταμιεύουν αλλά χρησιμοποιούν και συσσωρευμένες αποταμιεύσεις για να χρηματοδοτήσουν την κατανάλωσή τους(τα νοικοκυριά έχουν αρνητική αποταμίευση).
Αντίθετα, οι επιχειρήσεις, έχοντας προχωρήσει σε εξορθολογισμό της λειτουργίας τους στο δύσκολο περιβάλλον της οικονομικής κρίσης, συσσωρεύουν αποθεματικά (δηλαδή αυξάνουν τις αποταμιεύσεις τους), χρηματοδοτώντας τις όποιες επενδύσεις πραγματοποιούν και, ταυτόγχρονα, μειώνοντας τις δανειακές τους υποχρεώσεις από τα υψηλά επίπεδα του παρελθόντος.
Οι επενδύσεις που πραγματοποιούνται σήμερα (€24 δισ.) είναι ανεπαρκείς καθώς υπολείπονται κατά πολύ των αποσβέσεων (€46 δισ.), δηλαδή, οι καθαρές επενδύσεις είναι σήμερα αρνητικές. Αυτό σημαίνει ότι οι επενδύσεις δεν καλύπτουν ούτε καν τον κεφαλαιουχικό εξοπλισμό που απαξιώνεται, με αποτέλεσμα το κεφαλαιακό απόθεμα της χώρας να μειώνεται ραγδαία.
Αυτό, εάν δεν ανατραπεί, οδηγεί μακροχρόνια σε μείωση της παραγωγικότητας και, συνεπώς, των πραγματικών εισοδημάτων. Είναι, συνεπώς, εκ των ων ουκ άνευ να αυξηθούν σημαντικά οι επενδύσεις, και μάλιστα γρήγορα. Δεν αρκεί, δηλαδή, να αρχίσουν να αυξάνουν σταδιακά οι επενδύσεις, όπως ανακάμπτει η οικονομία. Οι επενδύσεις πρέπει να επιταχυνθούν. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει από το κράτος. Χρειάζονται, κυρίως, ιδιωτικά κεφάλαια.
Για να επιστρέψουμε στα προ κρίσεως επίπεδα, οι επενδύσεις θα πρέπει, grosso modo, σχεδόν να τριπλασιαστούν σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα. Κάτι τέτοιο, και στον βαθμό που η σύνθεση αλλάζει κυρίως υπέρ των ιδιωτικών επιχειρηματικών επενδύσεων, απαιτεί μάλλον την μαζική εισροή κεφαλαίων από το εξωτερικό. Αυτό θα πάρει την μορφή είτε άμεσων ξένων επενδύσεων είτε δανεισμού από το εξωτερικό του ιδιωτικού τομέα (τράπεζες και επιχειρήσεις) για την χρηματοδότηση κερδοφόρων επενδύσεων. Και η έμφαση είναι όχι τόσο στις επενδύσεις όσο στην κερδοφορία των επενδύσεων.
Σήμερα, η κερδοφορία αποκαθίσταται σταδιακά. Η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας έχει βελτιωθεί και οι αξίες των περιουσιακών στοιχείων έχουν αποκλιμακωθεί σημαντικά. Αργά ή γρήγορα, λοιπόν, οι επενδύσεις θα ανακάμψουν. Για να γίνει, όμως, αυτό, γρηγορότερα και σε μεγαλύτερη κλίμακα, η σημασία της ύπαρξης καταλυτών, υπό την μορφή ξένων επενδύσεων, δεν μπορεί να παραγνωρισθεί, ιδίως σε μια χώρα με ανεργία 27%.