Στο 0,4% τοποθετεί την πρόβλεψη για το μέσο ετήσιο ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ για το σύνολο του 2014 το ΚΕΠΕ.
Όπως αναφέρεται σε ανάλυση που φιλοξενείται στο τετραμηνιαίο περιοδικό του ΚΕΠΕ «Οικονομικές Εξελίξεις», το κύριο χαρακτηριστικό της εν λόγω πρόβλεψης, και καίριο ζητούμενο στην τρέχουσα συγκυρία, είναι η επιβεβαίωση για τέταρτη συνεχόμενη φορά της εκτίμησης ότι το 2014 θα αποτελέσει το έτος μετάβασης από τη μακροχρόνια ύφεση, η οποία είχε ξεκινήσει το 2008, σε καθεστώς ανάπτυξης.
Το αποτέλεσμα αυτό προκύπτει, όμως αναφέρεται, παρά και την ενδιάμεση αναθεώρηση προς τα κάτω του τριμηνιαίου ρυθμού μεταβολής του ΑΕΠ για το πρώτο τρίμηνο του 2014 και τη δημοσίευση αρνητικού ρυθμού μεταβολής για το δεύτερο τρίμηνο του 2014 από την ΕΛΣΤΑΤ. Σημαντική είναι παράλληλα η εκτιμώμενη συνέχιση της ανοδικής πορείας του ΑΕΠ κατά το πρώτο εξάμηνο του 2015, για το οποίο εκτιμάται μέσος ρυθμός μεταβολής της τάξεως του 2%.
Ειδικότερα, η εκτιμώμενη τριμηνιαία εξέλιξη των ρυθμών μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ από το τρίτο τρίμηνο του 2014 έως το δεύτερο τρίμηνο του 2015 ακολουθεί ευνοϊκή πορεία καταγράφοντας ρυθμούς ανάπτυξης της τάξεως του 1,2%, 1,8%, 1,9% και 2,1% κατά το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του 2014 και το πρώτο και δεύτερο τρίμηνο του 2015, αντίστοιχα, ως προς τα αντίστοιχα τρίμηνα του προηγούμενου έτους.
Σύμφωνα με την ανάλυση, οι παραπάνω θετικοί ρυθμοί μεταβολής για τα αμέσως προσεχή τρίμηνα, που οδηγούν την ελληνική οικονομία εκτός ύφεσης εντός του 2014 και στην κατεύθυνση αξιοσημείωτων θετικών ρυθμών ανάπτυξης ήδη κατά τα πρώτα τρίμηνα του 2015, αντανακλούν τη συνεχιζόμενη πρόοδο που επιτυγχάνεται αναφορικά με την εξισορρόπηση των βασικών δημοσιονομικών μεγεθών, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, την προώθηση καίριων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και την εξομάλυνση των συνθηκών στον χρηματοπιστωτικό κλάδο.
Οι θετικές συνέπειες που απορρέουν από την πρόοδο αναφορικά με τους εν λόγω παράγοντες αλληλεπιδρούν και οδηγούν, μεταξύ άλλων, στην περαιτέρω βελτίωση του εγχώριου οικονομικού κλίματος και την ενδυνάμωση της αξιοπιστίας της χώρας.
Πιο συγκεκριμένα, οι ως άνω ευνοϊκές εξελίξεις αντικατοπτρίζονται στην εδραίωση της θετικής πορείας σε έναν σημαντικό αριθμό μεταβλητών, κάποιες από τις οποίες συνδέονται με πραγματικά οικονομικά στοιχεία, ενώ άλλες προκύπτουν στη βάση ερευνών αγοράς.
Ενδεικτικά μπορεί να αναφερθεί η θετική πορεία: (α) στον κλάδο του τουρισμού, όπως καταδεικνύεται από τα στοιχεία για τις ταξιδιωτικές εισπράξεις και τις εξαγωγές υπηρεσιών, (β) στον κλάδο των ΙΧ, όπως καταδεικνύεται από τις νέες κυκλοφορίες ιδιωτικών αυτοκινήτων και τον δείκτη εμπορίου και συναφών υπηρεσιών του κλάδου, (γ) στον κλάδο του λιανικού εμπορίου, όπως καταγράφεται στη βάση του γενικού δείκτη αλλά και ορισμένων επιμέρους κατηγοριών, (δ) στο πεδίο της ανταγωνιστικότητας, όπως καταγράφεται στη βάση των δεικτών πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας και του δείκτη μοναδιαίου κόστους εργασίας, (ε) στο πεδίο των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, όπως καταδεικνύεται από την πορεία του Γενικού Δείκτη και των spreads, και (στ) στο πεδίο των προσδοκιών και του οικονομικού κλίματος, όπως καταδεικνύεται από τους δείκτες επιχειρηματικών προσδοκιών σε επιμέρους κλάδους της οικονομίας και τον συνολικό δείκτη οικονομικού κλίματος για την Ελλάδα.
Ταυτόχρονα, διακρίνονται τάσεις σταδιακής μεταστροφής του μέχρι πρόσφατα ιδιαίτερα δυσμενούς περιβάλλοντος που χαρακτήριζε ορισμένους κλάδους, όπως οι κατασκευές, όπου ρόλο οδηγού των επιμέρους θετικών εξελίξεων που καταγράφονται αναλαμβάνουν τα δημόσια έργα υποδομών.
Ως ιδιαίτερα σημαντική αξιολογείται παράλληλα η πρόσφατη εξέλιξη σε ορισμένα από τα βασικά μακροοικονομικά μεγέθη της εγχώριας ζήτησης, όπως η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις, με θετικά πρόσημα στην πρώτη περίπτωση, και αξιοσημείωτη αποκλιμάκωση των αρνητικών ποσοστιαίων μεταβολών στη δεύτερη, οδηγούμενη από θετικές εξελίξεις σε επιμέρους υποκατηγορίες των επενδύσεων.
Αντίθετα, δεν καταγράφονται σημαντικές συνολικές τάσεις βελτίωσης στη βιομηχανία, εκτός από μεμονωμένες περιπτώσεις υποκλάδων, όπως καταδεικνύεται από την πορεία του δείκτη βιομηχανικής παραγωγής αλλά και του δείκτη κύκλου εργασιών στη βιομηχανία τόσο για την εγχώρια όσο και την εξωτερική αγορά. Τέλος, ιδιαίτερα δυσμενείς παραμένουν οι συνθήκες στην αγορά εργασίας, όπως αντανακλάται από τα βασικά μεγέθη της απασχόλησης και της ανεργίας.
Πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί, τονίζει το ΚΕΠΕ, ότι υπάρχουν κάποιες πρώτες ενδείξεις οριακής αύξησης της απασχόλησης, στη βάση κυρίως των σχετικών εξελίξεων στον τριτογενή τομέα, και μικρής μείωσης της ανεργίας, στη βάση κυρίως των εξελίξεων αναφορικά με τους νέους ανέργους.
Οι ευκαιρίες
Η εκτιμώμενη ανοδική πορεία του πραγματικού ΑΕΠ κατά τα προσεχή τρίμηνα δύναται να τονωθεί περαιτέρω μέσω της προόδου αναφορικά με τη διευθέτηση του ελληνικού δημοσίου χρέους, αλλά και της αποκατάστασης των συνθηκών ρευστότητας και χρηματοδότησης στην οικονομία, που αποτελούν παράγοντες κλειδιά για την ενδυνάμωση των επιχειρήσεων και την ανάκαμψη των επενδύσεων.
Επιπρόσθετες ευνοϊκές επιδράσεις αναμένεται επίσης να προκληθούν μέσω της περαιτέρω βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της χώρας με θετικό αντίκτυπο στις εξαγωγές. Στο εν λόγω μέγεθος εκτιμάται ότι θα επιφέρει επιπλέον θετικά αποτελέσματα μια ενίσχυση του ρυθμού ανάπτυξης στην Ευρωζώνη.
Προς την αντίθετη κατεύθυνση μπορούν ωστόσο να λειτουργήσουν αποσταθεροποιητικοί παράγοντες με επιπτώσεις στις εξαγωγές και τον τουρισμό, όπως οι εξελίξεις αναφορικά με την κρίση στην Ουκρανία.
Παράλληλα, τυχόν ασταθείς συνθήκες αναφορικά με το εγχώριο πολιτικό περιβάλλον που θα προκαλέσουν αύξηση της αβεβαιότητας και αποδυνάμωση της αξιοπιστίας της χώρας είναι δυνατόν να ανακόψουν τη θετική τροχιά, στην οποία φαίνεται να εισέρχεται η ελληνική οικονομία σύμφωνα με τις προβλέψεις του υποδείγματος για τα αμέσως προσεχή τρίμηνα.