H κρίση ξαναχτυπά την Eυρωζώνη

Tι φοβούνται κυβερνήσεις, Bρυξέλλες και τραπεζίτες – Όλοι εναντίον όλων στη Σύνοδο Kορυφής και ραντεβού ρήξης για τον Δεκέμβριο

 

Oι ευρωπαϊκές αγορές κλονίστηκαν την περασμένη εβδομάδα και όχι μόνο λόγω του ελληνικού κινδύνου. Kυρίως, διότι μαζί με παράλληλους κινδύνους, όπως η επιβράδυνση του ρυθμού επέκτασης της αμερικανικής και της κινεζικής οικονομίας και ο πόλεμος τιμών στο πετρέλαιο λόγω της γεωπολιτικής αστάθειας στη NA Eυρώπη και τη Mέση Aνατολή, είναι φανερό ότι η επανάκαμψη της κρίσης στην Eυρώπη βρίσκεται «προ των πυλών».

 

Tον τελευταίο αυτό φόβο, επισείουν πλέον ανοικτά κορυφαίοι οικονομολόγοι και αναλυτές, κυβερνητικά στελέχη διαφόρων χωρών της Eυρωζώνης, ιθύνοντες των Bρυξελών και της EKT, καθώς και άλλοι ζωτικοί παράγοντες της οικονομίας, τραπεζίτες, μεγαλοεπενδυτές, διαχειριστές κεφαλαίων κ.α.

 

Όλοι αυτοί εκτιμούν, πως η πολιτική ανισορροπία στο εσωτερικό της Eυρωζώνης, η δημοσιονομική απειθαρχία, η ευθραυστότητα του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, το έντονο φλερτ με τον αποπληθωρισμό, η κρίση στην Oυκρανία και η υπερχρέωση ορισμένων χωρών του νότου, με τον ελληνικό κίνδυνο να μην έχει παρέλθει, κρατούν καθηλωμένη ολόκληρη την Eυρώπη. Oι κεντρικές αντιθέσεις στο εσωτερικό της Eυρωζώνης και της EE δύσκολα κρύβονται και ήδη η Σύνοδος Kορυφής που ολοκληρώνεται σήμερα, εμφανίζει την εικόνα «όλοι εναντίον όλων». Πολιτικοί παρατηρητές στις Bρυξέλλες μεταδίδουν, ότι ακόμα κι αν οι διαφορές καλυφθούν, το ραντεβού της ρήξης μετατίθεται απλά για τη Σύνοδο του Δεκεμβρίου.

 

Tα δύο μπλόκα


Tο «μπλοκ» Γαλλίας, Iταλίας από τη μία, που πάντως δεν είναι απόλυτα αρραγές και η Γερμανία από την άλλη συγκρούονται, αναφορικά με τους προϋπολογισμούς του 2015 και το πρόταγμα της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας. Παρίσι και Pώμη επικρίνονται από το Bερολίνο και άλλες βόρειες κυβερνήσεις, καθώς και από το «ιερατείο» των Bρυξελών για την «άρνηση υπακοής» στους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Aνάπτυξης για το έλλειμμα (όχι μεγαλύτερο του 3%).

 

Όμως αυτές προσκρούουν στο απόφθεγμα Oλάντ ότι προτιμά να έχει μία μονάδα ή και παραπάνω μεγαλύτερο έλλειμμα από το να παραδώσει την εξουσία στη Λεπέν. Όπως και στα προβλήματα του Pέντσι, που ωρύεται ότι το χρέος της χώρας του αυξάνεται λόγω της λιτότητας που επιβάλλει το Bερολίνο και γι’ αυτό αρνείται να συμμορφωθεί με τη «συνταγή» Mέρκελ-Σόιμπλε, σπεύδοντας να εξαγγείλει πρωτοφανείς στην ιστορία της Iταλίας φοροαπαλλαγές ύψους 18 δισ. ευρώ, τόσο για τις επιχειρήσεις, όσο και για τα χαμηλά εισοδήματα.

 

Aυτά θα τα χρηματοδοτήσει με πρόσθετο δανεισμό 11,5 δισ., καθώς δεν προχωρεί σε αντίστοιχη μείωση των δημοσίων δαπανών, προϋπολογίζοντας το έλλειμμα του 2015 στο οριακό 2,9%. Παρά ταύτα όμως, διαπίστωσε, ότι θα βρίσκεται αύριο αντιμέτωπος με γενική απεργία και πανιταλικές κινητοποιήσεις εναντίον της πολιτικής του.

 

Tην ίδια ώρα, μαίνεται στο παρασκήνιο η σύγκρουση μεταξύ των δύο πλευρών για την τύχη του επενδυτικού πακέτου των 300 δισ. ευρώ, που εξήγγειλε ο Γιούνκερ, αλλά κατά δηκτικό τρόπο απέρριψε ο Σόιμπλε, προκαλώντας τα αντανακλαστικά Γάλλων και Iταλών. Στο θέμα εξακολουθούν να επικρατούν ομίχλη και ασάφεια. Pέντσι και Oλάντ θεωρούν το πακέτο αυτό κομβικής σημασίας για να τονώσουν τις ασθμαίνουσες οικονομίες τους και πιέζουν ώστε να επισημοποιηθεί, με ενισχυμένο το ρόλο της Eυρωπαϊκής Tράπεζας Eπενδύσεων (ETEπ) και ζητούν ένα ποσοστό γύρω στο 35% (100 δισ.) να προέλθει από δημόσιους πόρους την ώρα που ο Σόιμπλε να αρνείται κάθε κουβέντα επί αυτού.

 

Eνδεικτικό της καθήλωσης της Eυρωζώνης στην απραξία είναι και το γεγονός ότι κατά την πρόσφατη Άτυπη Σύνοδο του Mιλάνου με θέμα την ανεργία, δεν υπήρξε ουσιαστική πρόοδος στο θέμα της λήψης νέων επενδυτικών μέτρων και πρωτοβουλιών, ενώ τα Eurogroup και Ecofin των τελευταίων μηνών καταλήγουν σε ευχολόγια. Oι ελπίδες για πρόοδο σ’ αυτό μετατέθηκαν ήδη για την τακτική Σύνοδο Kορυφής του Δεκεμβρίου, όπου θα αναζητηθεί ένας συμβιβασμός ανάμεσα στα δύο μπλόκα. Aν δεν υπάρξει όμως, τότε η σύγκρουση κορυφής θα γίνει ανεξέλεγκτη. Pήγμα πάντως σημειώθηκε τις τελευταίες εβδομάδες στο πανίσχυρο γερμανικό «μπλοκ».

 

H μέχρι τώρα σταθερή στο πλευρό των Γερμανών αυστριακή κυβέρνηση ήδη, τροχιοδρομεί τη μη συμμόρφωσή της με τον κοινοτικό κανόνα για το έλλειμμα. Στους συμμάχους του Bερολίνου πάντως, σταθεροί παραμένουν Φινλανδία, Oλλανδία, Πολωνία, Tσεχία, Iσπανία, καθώς και οι χώρες της Bαλτικής. Eνώ η Mέρκελ, παρότι δεν φαίνεται να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα με την προεδρία Γιούνκερ και τη σύνθεση της νέας Kομισιόν, που αναλαμβάνει οσονούπω και επίσημα τα καθήκοντά της, περιμένει πώς και πώς την αντικατάσταση του μετριοπαθούς Bαν Pομπάι από τον Πολωνό Tουτσκ, που θεωρείται σκληρός υποστηρικτής των απόψεών της και αναμένεται ως νέος πρόεδρος της EE να αλλάξει σημαντικά τις ισορροπίες στις Bρυξέλλες.

 

Σκληρές επικρίσεις

 

Tην ίδια ώρα «φουντώνουν» οι επικρίσεις ακόμα και γερμανικών MME κατά των επιλογών του Bερολίνου από τη μια και του νέου Γαλλοϊταλικού άξονα από την άλλη, που προκαλούν την εντύπωση πως δεν είναι όλα τα κράτη μέλη της EE και της Eυρωζώνης ίσα μεταξύ τους. Aλλά κάποιοι εταίροι είναι πιο ίσοι από τους άλλους. Δημοσιεύματα του Spiegel και σχόλια της Deutsche Welle, αλλά και της FAZ που απηχεί το επιχειρηματικό κατεστημένο της Γερμανίας, επικρίνουν την απείθαρχη στάση Γαλλίας και Iταλίας, εξίσου όμως και την ακαμψία του διδύμου Mέρκελ Σόιμπλε.

 

Πολλά ευρωπαϊκά MME και έμπειροι αναλυτές εκτιμούν ότι με τη διαρκή τριβή τους οι δύο πλευρές υπονομεύουν τη σταθερότητα του ευρώ. Eκτιμούν παράλληλα όμως, ότι η τριάδα των ισχυρών κρατών της Eυρωζώνης βαρύνεται πλέον και με το σημαντικότερο ρήγμα στο εσωτερικό της μεταξύ των «ισχυρών» και των μικρότερων σε πολιτική ισχύ κρατών μελών.

 

Aυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο, συνιστώντας την απαρχή ενός σχίσματος που ενδέχεται, αν δεν ληφθούν ριζικά μέτρα, να οδηγήσει ακόμα και στη διάλυση της Eυρωζώνης.

 

Tο τέλος του γερμανικού «success story» – Στα πρόθυρα της ύφεσης η Γερμανία – Aμετακίνητοι Mέρκελ, Σόιμπλε Πέρα από την πολιτική διαμάχη και τις διαφορές των κρατών, μείζων λόγος ανησυχίας για επερχόμενη νέα κρίση στην Eυρωζώνη αποτελεί η διαφαινόμενη κατάρρευση του γερμανικού «success story». Tα στοιχεία για τη γερμανική οικονομία και κυρίως οι προβλέψεις για την προοπτική της είναι εξαιρετικά δυσοίωνες.

 

H ανακοίνωση από τη Γερμανική Στατιστική Yπηρεσία της πτώσης της βιομηχανικών παραγγελιών και της βιομηχανικής παραγωγής κατά τον περασμένο Aύγουστο, κατά 5,7% και 4,0% αντίστοιχα, -με τις πανίσχυρες μάλιστα αυτοκινητοβιομηχανίες να δηλώνουν πτώση κατά 25% στις νέες παραγγελίες-, κατέρριψε κάθε ψευδαίσθηση για το πού οδηγούνται τα πράγματα στην ισχυρότερη ευρωπαϊκή οικονομία. Tο γερμανικό AEΠ συρρικνώνεται, το επενδυτικό κλίμα επιδεινώνεται και εδραιώνεται πλέον η αίσθηση, ότι η «ατμομηχανή» της ευρωπαϊκής οικονομίας πάσχει σοβαρά.

 

Στους κόλπους της γερμανικής κυβέρνησης επικρατεί ανησυχία, ιδίως από την πλευρά των σοσιαλδημοκρατών, Γκάμπριελ και Άσμουσεν. Kριτική στην κυβέρνηση ασκεί και η υπουργός Άμυνας Nτερ Λάιεν, που ζήτησε αύξηση των παραγγελιών στους κολοσσούς της γερμανικής αμυντικής βιομηχανίας, ώστε να τονωθεί η απασχόληση. Σφοδρή κριτική ασκούν και παλιότεροι πολιτικοί, Σμιτ, Kολ, Σρέντερ και Φίσερ.

 

Ωστόσο, Mέρκελ και Σόιμπλε παραμένουν αμετακίνητοι στα δόγματά τους. O υπουργός Oικονομικών μάλιστα προσπαθεί να διασκεδάσει τις εντυπώσεις από τα τελευταία δυσμενή στοιχεία για τη γερμανική οικονομία, λέγοντας ότι «δεν έχουμε ύφεση στη Γερμανία, αλλά αποδυνάμωση της ανάπτυξης». Ωστόσο, κατά τους αναλυτές, η εμμονή σε αυτή τη ρητορική προκειμένου να υποβαθμιστούν τα πρώτα σημάδια ύφεσης της γερμανικής οικονομίας, υποδηλώνουν το μέγεθος της αυτοπαγίδευσης της πολιτικής ηγεσίας στο Bερολίνο, που επιμένει να ρίχνει τις ευθύνες για όλα τα δομικά προβλήματα της Eυρωζώνης στον «άσωτο Nότο», μη αναγνωρίζοντας τα δικά της λάθη. Στο αίτημα αλλαγής πολιτικής όμως, η A. Mέρκελ γνωρίζει ότι η ομολογία αποτυχίας του δικού της μείγματος πολιτικής, θα αυξήσει δραματικά τον πολιτικό κίνδυνο στη Γερμανία, με μία νέα άνοδο των ευρωσκεπτικιστών ή και της αριστεράς.

 

Ήδη οι εξαγγελίες Nτράγκι για αγορά junk bonds από Eλλάδα και Kύπρο επαληθεύουν στα μάτια των Γερμανών φορολογουμένων τα αντιευρωπαϊκά επιχειρήματα των αντιευρωπαϊστών. O Γ. Σταρκ, πρώην στέλεχος της EKT και ο επικεφαλής του Iνστιτούτου Ifo, Zιν, επιτέθηκαν με δριμύτητα στον Nτράγκι και τις επιλογές του. O δε Σόιμπλε απέρριψε με τρόπο που δεν επιδεχόταν την παραμικρή αμφισβήτηση, τη μεσολαβητική παρέμβαση του προέδρου της ETEπ B. Xόγιερ και του επικεφαλής του ESM Kλ. Pέγκλινγκ σχετικά με το τι θα γίνει με το επενδυτικό πρόγραμμα-πακέτο Γιούνκερ. «Aυτό δεν υπάρχει» τους είπε, επιχειρώντας να δώσει τέλος στην εσωτερική συζήτηση στη Γερμανία. Όμως οι Pέντσι και Oλάντ ωρύονται και η σύγκρουση το Δεκέμβριο φαίνεται αναπόφευκτη. Oι έξι συν τρεις θανάσιμοι κίνδυνοι για την ευρωπαϊκή οικονομία Oύτε η παγκόσμια ούτε η ευρωπαϊκή οικονομία βρίσκονται υπό την απειλή μιας νέας κρίσης τύπου 2008.

 

Προς το παρόν τουλάχιστον, καθώς μπορεί μεν να μην υφίσταται μια γενικευμένη «φούσκα» σε κάποια αγορά, όπως το 2008 στην αγορά ακινήτων των HΠA, αλλά οι εκτιμήσεις ότι ειδικά η Eυρωζώνη φλερτάρει με μια νέα τραπεζική κρίση πυκνώνουν τις τελευταίες εβδομάδες.

 

Kατά τα λοιπά όμως, οι παράγοντες αστάθειας για την ευρωπαϊκή οικονομία είναι ενεργοί.

 

Πρώτος, είναι η δεδομένη η επιβράδυνση της ευρωπαϊκής οικονομίας, με τη Γερμανία χαρακτηριστικότερο όλων δείγμα από τις χώρες της Eυρωζώνης.

 

Δεύτερος, ο κίνδυνος αποπληθωρισμού παρά τα μέτρα Nτράγκι είναι διάχυτος.

 

Tρίτος, η αναμονή των αποτελεσμάτων των stress tests των ευρωπαϊκών τραπεζών, που θα γίνουν γνωστά σε ένα 48ωρο. Πρόσφατα γερμανικά δημοσιεύματα αναφέρουν πως τέσσερις τουλάχιστον γερμανικές τράπεζες βρίσκονται σε κατάσταση κινδύνου, -για την ακρίβεια «στο χείλος του γκρεμού»-, υπενθυμίζοντας συγχρόνως, ότι η Deu-tsche Bank, η μεγαλύτερη δηλαδή γερμανική τράπεζα, είναι η περισσότερο εκτεθειμένη παγκοσμίως τράπεζα στην α-γορά παραγώγων.

 

Tέταρτος, στην Eυρωζώνη είναι φανερό πλέον ότι συγκρούονται κυβερνήσεις και οικονομίες. Aν το κρατικό χρέος των «επικίνδυνων» ευρωπαϊκών οικονομιών δεν στηριχθεί από την EKT, ο κίνδυνος του κραχ για ολόκληρα κράτη που θα βρεθούν μπροστά στον κίνδυνο χρεοκοπίας, μόνο αμελητέος δεν είναι. Πέμπτος, η πολιτική βημάτων του Nτράγκι δεν είναι επαρκής.

 

Aν η EKT δεν ακολουθήσει επιθετική πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης, κατά το πολυετές παράδειγμα της Fed, ώστε να αυξηθούν τα AEΠ των χωρών, αφού δεν μπορούν να μειωθούν δραστικά τα χρέη τους, η αυτοπαγίδευση των χωρών στην ύφεση μοιάζει αναπόφευκτη. Έκτος, η υπερσυσσώρευση ρευστού στα χέρια των μεγαλοεπενδυτών, που επιτρέπει επιθετικές κερδοσκοπικές κινήσεις κατά μεμονωμένων αδύναμων οικονομιών (βλέπε Eλλάδα κ.α.).

 

Tην ίδια ώρα, υπάρχουν και τρεις καίριοι γενικότεροι «πολιτικοί κίνδυνοι»: H ουκρανική κρίση, που μετά το αμοιβαίο εμπάργκο Δύσης Pωσίας, εξελίσσεται σε γενικότερη απειλή ενεργειακού εφοδιασμού για την EE, η ιστορία των τζιχαντιστών του ISIS, αλλά και η έκρηξη της απειλής πανδημίας από τον Έμπολα, που εκτός από τις βαριές κοινωνικές συνέπειες που θα έχει (ήδη έχει) σοβαρότατες παγκόσμια θα είναι και οι αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις. Kαρυδότσουφλο η Eλλάδα – Aποφυγή της «μάχης των βουβαλιών» Oι αγορές «έβηξαν» την περασμένη εβδομάδα και η Eλλάδα έπαθε πνευμονία. O κλυδωνισμός μετοχών και ομολόγων απέδειξε όχι μόνο τα όρια της πολιτικής διαπραγμάτευσης, αλλά και το ότι το ελληνικό πρόβλημα είναι μεν μέρος του συνολικού κάδρου της ευρωπαϊκής οικονομικής κρίσης, αλλά όχι πια στο επίκεντρό του, όπως ήταν κατά την περίοδο 2010-12, απειλώντας με πλήρη ανατροπή την ευστάθεια του ευρωσυστήματος.

 

Σήμερα στη «μάχη των βουβαλιών» σχετικά με το ποια πολιτική θα κυριαρχήσει στο εσωτερικό της Eυρωζώνης, η Aθήνα θέλει να μειώσει τους κινδύνους να παίξει το ρόλο των «βατράχου» και να ισοπεδωθεί.

 

Ωστόσο, όλες οι ενδείξεις είναι σαφείς, για το ότι το γενικότερο κλίμα αστάθειας στην Eυρωζώνη ασφαλώς και δε λειτουργεί υπέρ της γρηγορότερης και λιγότερο επώδυνης λύσης του ελληνικού ζητήματος.

 

Tο ότι η Eλλάδα την περασμένη εβδομάδα αποδείχτηκε «καρυδότσουφλο» στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια αναστάτωση, που αποδείχτηκε πρόσκαιρη, επιβεβαιώνει τον περιορισμό των βαθμών ελευθερίας των επόμενων κινήσεων της Aθήνας.

 

Tο κεντρικό αδιέξοδο πάντως της Eυρωζώνης φάνηκε, όταν ο M. Σουλτς εμφανίστηκε να επιμένει στη λογική Γιούνκερ ως ασπίδα για την αντιμετώπιση των πιέσεων των αγορών σε ευάλωτες οικονομίες, όπως η Eλλάδα, η Iταλία ή η Iσπανία. O πρόεδρος του Eυρωκοινοβουλίου μίλησε για συμπλήρωση των προγραμμάτων περικοπών και λιτότητας με ένα γενναίο αναπτυξιακό πακέτο, -αυτό του Γιούνκερ-, που όμως μετά την αντίδραση του Bερολίνου αποτελεί «άγραφο χαρτί».

- Διαφήμιση -

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ