Η συμμετοχή της Ελλάδας στην εκδήλωση «Επιτυχημένη Έρευνα και Καινοτομία στην Ευρώπη 2014»
Εκπρόσωποι ελληνικών ερευνητικών κέντρων, πανεπιστημίων και μικρομεσαίων επιχειρήσεων αξιοποίησαν την εκδήλωση “Επιτυχημένη Έρευνα&Καινοτομία στην Ευρώπη 2014” στο Ντίσελντορφ ως πλατφόρμα εύρεσης διεθνών εταίρων.
Σταυροδρόμι συνάντησης ερευνητικών ινστιτούτων, πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και μικρομεσαίων επιχειρήσεων έγινε το Ντίσελντορφ στις 30-31 Οκτωβρίου. Όπως μεταδίδει η Deutsche Welle, η Ελλάδα συμμετείχε με 50 περίπου ερευνητές, καθηγητές και επιχειρηματίες ως μία από τις έξι χώρες-εταίρους στην έκτη εκδήλωση “Επιτυχημένη Έρευνα και Καινοτομία στην Ευρώπη 2014”, που διοργάνωσε ο γερμανικός φορέας ZΕΝΙΤ (Κέντρο για την Καινοτομία και την Έρευνα) υπό την αιγίδα του υπουργείου Καινοτομίας, Επιστήμης και Έρευνας της Βόρειας Ρηνανίας Βεστφαλίας. Κοινή επιδίωξη των 350 συμμετεχόντων από 22 χώρες ήταν η δημιουργία επαφών και η ένταξη σε ευρύτερα δίκτυα με σκοπό την υλοποίηση έργων στο πλαίσιο του “Ορίζοντας 2020” -του χρηματοδοτικού προγράμματος της ΕΕ για την Έρευνα και την Καινοτομία για την περίοδο 2014-2020 με προϋπολογισμό περίπου 80 δισ. ευρώ.
Οι συμμετέχοντες είχαν την ευκαιρία να παρουσιάσουν τις ιδέες, τις δράσεις και τα προϊόντα τους σε παράλληλα workshops, χωρισμένα σε θεματικές ενότητες. Ο Δημήτρης Ξεύγενος, υποψήφιος διδάκτωρ του ΕΜΠ, παρουσίασε τo έργο Sol-Brine, που υλοποιήθηκε με την υποστήριξη του ευρωπαϊκού χρηματοδοτικού εργαλείου LIFE+. Πρόκειται για ένα σύστημα επεξεργασίας της παραγόμενης άλμης από μονάδες αφαλάτωσης για την παραγωγή πόσιμου νερού, που αναπτύχθηκε με καθαρά ελληνική τεχνογνωσία. Όπως εξήγησε στην DW ο κ. Ξεύγενος, «στο πιλοτικό σύστημα που έχουμε αναπτύξει παίρνουμε μια μικρή ποσότητα από την άλμη που παράγεται από μία υφιστάμενη μονάδα αντίστροφης όσμωσης στην Τήνο. Αυτή η μονάδα παίρνει το απόβλητο αυτό και μέσα από μια διαδικασία εξάτμισης φτάνει στο να παραγάγει στερεό άλας και να ανακτήσει όλη την ποσότητα του νερού. Οπότε δεν χρειάζεται πλέον να πετάξεις τίποτα πίσω στη θάλασσα. Και όχι απλά δεν προκαλείς περιβαλλοντικές επιπτώσεις, αλλά μετατρέπεις αυτό το απόβλητο σε χρήσιμα προϊόντα». Εταίροι του έργου ήταν η Μονάδα Περιβαλλοντικής Επιστήμης και Τεχνολογίας της Σχολής Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ με υπεύθυνη την καθηγήτρια κ. Μαρία Λοϊζίδου και η εταιρεία Culligan, ενώ συντονιστής ήταν ο δήμος Τήνου, που παρείχε σημαντική στήριξη στο σκέλος της υλοποίησης.
Ζητούμενο για πολλούς συμμετέχοντες είναι η σύνδεση της έρευνας με τις επιχειρήσεις, όπως υπογράμμισε στην DW και ο κ. Βασίλης Γεωργίου, πρόεδρος του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών: «Το πρόβλημα που έχουμε είναι η πολιτική αντίληψη για την έρευνα στην Ελλάδα. Το παλιό μοντέλο λέει ότι αυτά είναι πράγματα εσωτερικά, δεν έχουν σχέση με την αγορά και με τις δουλειές, ενώ αυτό που λέμε εμείς είναι ότι αυτά είναι τα πράγματα που έχουν σχέση με την αγορά και τις δουλειές. Γιατί όλες οι αναπτυγμένες χώρες έχουν στηριχθεί στην τεχνολογία και την έρευνα για να πάνε μπροστά. Δηλαδή να μην φτιάχνουμε πτυχιούχους οι οποίοι να μην έχουν μετά κανένα αντικείμενο».
Την ανάγκη εμπορικής αξιοποίησης του ερευνητικού αποτελέσματος αναγνωρίζει και ο κ. Θεόφιλος Ιωαννίδης, διευθυντής ερευνών στο Ινστιτούτο Επιστημών Χημικής Μηχανικής της Πάτρας, που υπάγεται στο Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας. Ένα ποσοστό των πατεντών που έχει κατοχυρώσει το ινστιτούτο αφορά ενεργειακές τεχνολογίες και κυρίως τεχνολογίες που σχετίζονται με κυψέλες καυσίμου. «Είναι ουσιαστικά μία συσκευή παραγωγής ηλεκτρισμού, η οποία χρησιμοποιεί ένα καύσιμο -κυρίως το υδρογόνο. Επομένως, σε μικρό μέγεθος θα μπορούσε να τη θεωρήσει κανείς ως μια μπαταρία, την οποία γεμίζει με καύσιμο, και σε μεγαλύτερο μέγεθος ως μία μηχανή που παράγει ηλεκτρισμό και θερμότητα», διευκρίνισε στην DW ο κ. Ιωαννίδης, επισημαίνοντας ότι «η Ευρώπη δίνει πολύ μεγάλο βάρος σε αυτήν την τεχνολογία, έχοντας δημιουργήσει και σχετική πλατφόρμα χρηματοδότησης από κοινού με τη βιομηχανία».
Παρών στο Ντίσελντορφ ήταν και ο Γενικός Γραμματέας Έρευνας και Τεχνολογίας δρ. Χρήστος Βασιλάκος. Εκεί συναντήθηκε με τον αναπληρωτή υπουργό Καινοτομίας, Επιστήμης και Έρευνας της Β. Ρηνανίας Βεστφαλίας, κ. Τόμας Γκρύνεβαλντ, συζητώντας δυνατότητες πιθανής συνεργασίας μεταξύ του πολυπληθέστερου γερμανικού κρατιδίου και της Ελλάδας σε τομείς κοινού ενδιαφέροντος. Ο κ. Βασιλάκος εξήρε τη σημασία της υφιστάμενης διακρατικής συνεργασίας Ελλάδας-Γερμανίας στους τομείς της έρευνας και της τεχνολογίας και αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στα πλεονεκτήματα του νέου νόμου που συζητείται αυτό το διαστημα στην ελληνική Βουλή: «Έρχεται να αντικαταστήσει ένα νόμο προ τριακονταετίας. Ο νόμος αυτός θα εκσυγχρονίσει το ερευνητικό σύστημα της χώρας μας με γνώμονα το ευρωπαϊκό (σ.σ. ερευνητικό σύστημα) και τις σημερινές ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας. Και επιπλέον παρέχει πολλά καινοτόμα εργαλεία, τα οποία θα ενισχύσουν την έρευνα και την καινοτομία και θα συνδέσουν -το σημαντικότερο- την έρευνα με την παραγωγή και την επιχειρηματικότητα».
Αναγνωρίζοντας το πρόβλημα της φυγής υψηλά καταρτισμένου δυναμικού από την Ελλάδα, το λεγόμενο brain drain, ο κ. Βασιλάκος υπογράμμισε ότι «θα υπάρξουν και ειδικές δράσεις, οι οποίες θα είναι εστιασμένες σε αυτό το θέμα, δηλαδή στο πως θα κρατήσουμε τους Έλληνες στην Ελλάδα».
O Μπερντ Γιάνσον, πληρεξούσιος αντιπρόσωπος της ZΕΝΙΤ, έκανε λόγο για εντατικοποίηση της συνεργασίας με έλληνες εταίρους τα τελευταία δύο-τρία χρόνια για την υλοποίηση διαφόρων έργων στην Ελλάδα με τη στήριξη και της τοπικής κυβέρνησης στη Β. Ρηνανία Βεστφαλία. Όπως δήλωσε στην DW, «νομίζω ότι η Ελλάδα έχει πολλές δυνατότητες. Έχει πολύ καλά ΑΕΙ. Όλες οι περισσότερο αναπτυγμένες χώρες-μέλη στο πεδίο της καινοτομίας επένδυσαν πολύ στην έρευνα, την (σ.σ.:τεχνολογική) ανάπτυξη και την εκπαίδευση. (…) Οι χώρες που ακολούθησαν αυτόν το δρόμο έχουν διαρκή επιτυχία. Είμαι βέβαιος ότι η Ελλάδα το έχει αντιληφθεί και θα συνεχίσει να βαδίζει στον ίδιο δρόμο».
Ο κ. Γιάνσον αναφέρθηκε μάλιστα και σε ένα «success story», στο οποίο συνέβαλε και η ZENIT. Πρόκειται για ένα βραβευμένο από την Κομισιόν έργο ανάπτυξης ποδηλατικού τουρισμού στην Πελοπόννησο, για την υλοποίηση του οποίου συνεργάστηκαν μικρομεσαίες επιχειρήσεις και φορείς των δύο χωρών στο πλαίσιο της υφιστάμενης συνεργασίας της Περιφέρειας Πελοποννήσου με τη Β. Ρηνανία Βεστφαλία.