Η τροποποίηση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας μπορεί να επιφέρει επενδυτικά ρίσκα
Προβληματισμός για τη σκοπιμότητα νέων επενδύσεων στα ορυκτά καύσιμα επικρατεί στους κόλπους των τραπεζών και των επενδυτών.
Στη Μ. Βρετανία είχε προκαλέσει αίσθηση μία επιστολή του διοικητή της κεντρικής τράπεζας Μαρκ Κάρνεϊ προς την επιτροπή περιβάλλοντος του Κοινοβουλίου στα τέλη Οκτωβρίου. Όπως μεταδίδει η Deutsche Welle, στην επιστολή αυτή, ο Κάρνεϊ αποκάλυπτε τον «προβληματισμό» του για το αν ο άνθρακας, το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και άλλα ορυκτά καύσιμα θα παραμείνουν και στο μέλλον αξιοποιήσιμες και οικονομικά αποδοτικές πηγές ενέργειας. Η καύση τους αυξάνει τις εκπομπές ρυπαντών που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου και η υπόθεση εργασίας του βρετανού τραπεζίτη είναι προφανώς ότι, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κλιματική αλλαγή, η πολιτική ατζέντα δεν θα ευνοεί επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα.
«Υπό αυτό το πρίσμα θα συνεχίσουμε να εξετάζουμε το ζήτημα» γράφει ο Κάρνεϊ. Μία ομάδα εργασίας στην Τράπεζα της Αγγλίας, η οποία ασχολείται με την αποτίμηση και εξάλειψη επενδυτικού ρίσκου στον χρηματοπιστωτικό τομέα, θα εξειδικεύσει τα επόμενα βήματα. Πάντως η Τζόαν Γουόλεϊ, μέλος στην επιτροπή Περιβάλλοντος του Κοινοβουλίου, προειδοποίησε πρόσφατα τους επενδυτές, μιλώντας στους Financial Times, ότι πρέπει να εξετάζουν πολύ προσεκτικά τις πιθανές επιπτώσεις που θα έχουν οι αλλαγές στην περιβαλλοντική νομοθεσία ως προς τις δυνατότητες αξιοποίησης των ορυκτών καυσίμων.
«Οι κεντρικές τράπεζες και οι μεγάλοι παίκτες αρχίζουν να αντιλαμβάνονται ότι ένα μεγάλο μέρος των παγκοσμίων αποθεμάτων λιθάνθρακα, πετρελαίου και φυσικού αερίου μπορεί να παραμείνουν για πάντα αναξιοποίητα, εάν δεν βελτιωθεί η σχετική τεχνολογία» τονίζει η Γουόλεϊ. Η μη κυβερνητική οργάνωση Carbon Tracker, την οποία ίδρυσαν οικονομικοί αναλυτές στο Λονδίνο, υποστηρίζει ότι η προειδοποίηση από την Τράπεζα της Αγγλίας μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγή νοοτροπίας και επενδυτικών αποφάσεων.
Φαίνεται μάλιστα ότι μερικοί από τους μεγάλους επενδυτές αρχίζουν ήδη να αποσύρουν το ενδιαφέρον τους από τα ορυκτά καύσιμα. «Η κλιματική αλλαγή βλάπτει σοβαρά την …περιουσία σας. Οι επενδυτές αρχίζουν να συνειδητοποιούν ότι τα χαρτοφυλάκιά τους κινδυνεύουν» προειδοποιεί ο Γκέοργκ Κελ, διευθυντής του UN Global Compact, ενός διεθνούς φόρουμ, στο οποίο συμμετέχουν τα Ηνωμένα Έθνη και μεγάλες επιχειρήσεις, με στόχο την καταπολέμηση των κοινωνικών και οικολογικών επιπτώσεων της παγκοσμιοποίησης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο γερμανικός ενεργειακός κολοσσός Eon, ο οποίος έκανε στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Σύμφωνα πάντα με την DW, και η Έστερ Κρίσχιλες από το Ινστιτούτο της Γερμανικής Οικονομίας στην Κολωνία θεωρεί «φρόνιμο» για τους επενδυτές να ασχοληθούν πιο σοβαρά με τα επενδυτικά ρίσκα που μπορεί να επιφέρει η τροποποίηση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και να διαφοροποιήσουν το χαρτοφυλάκιό τους. Από την άλλη πλευρά πιστεύει ότι είναι «μάλλον περιορισμένο» το ρίσκο να παραμείνουν στα αζήτητα τα ορυκτά καύσιμα λόγω ψηφισμάτων ή διεθνών συμβάσεων για την προστασία του περιβάλλοντος. «Δεν είναι ρεαλιστικό κάτι τέτοιο» λέει η Κρίσχιλες.
«Η οικονομική ζημία που θα προκαλούσε η διάρρηξη της εμπιστοσύνης και η απογοήτευση για τη φερεγγυότητα της πολιτικής θα ήταν πολύ μεγαλύτερη (από το όφελος)». Η γερμανίδα οικονομολόγος επισημαίνει μάλιστα ότι, αν δούμε από μία συνολική γεωπολιτική σκοπιά το ζήτημα, οι μεγαλύτεροι ρυθμοί ανάπτυξης παρουσιάζονται στις αναδυόμενες αγορές και στις αναπτυσσόμενες χώρες. Και εκεί είναι δύσκολο, ούτως ή άλλως, να επιβληθεί μία πιο περιοριστική πολιτική.
Το μέλλον των ορυκτών καυσίμων συζητήθηκε και στη διάσκεψη του ΟΗΕ για το κλίμα, που έγινε στη Λίμα του Περού. Μακροπρόθεσμος στόχος είναι η εξάλειψη των ρυπαντών που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου μέχρι το 2100. Αλλά για να γίνει αυτό, υποστηρίζει η Κριστιάνα Φιγκέρες, επικεφαλής της Γραμματείας του ΟΗΕ για το Κλίμα, υπάρχει μόνο μία λύση: «Ένα μεγάλο μέρος των ορυκτών καυσίμων πρέπει να παραμείνουν αναξιοποίητα. Διαφορετικά δεν πρόκειται να επιτευχθεί ο στόχος».