Ποιοι θα μπορέσουν να «κολυμπήσουν» στην θάλασσα του «μαύρου χρυσού» – Βαρύ πλήγμα στα οικονομικά τού Ισλαμικού Κράτους
Η ανάλυση της Wood Mackenzie, με την οποία επιχειρείται να προσδιοριστεί το όριο τιμών πετρελαίου, κάτω από το οποίο θα μπορούσε να επηρεαστεί η παραγωγή από κάθε είδους κοιτάσματα, καταδεικνύει ότι δεν αναμένεται να είναι άμεσες οι επιπτώσεις του «κατρακυλίσματος» της τιμής του, καθώς ακόμη και για τους πλέον αδύναμους εκμεταλλευτές, εάν βεβαίως αυτοί κρατήσουν σταθερή την ημερήσια παραγωγή τους.
Ακόμη δε πιο αποτελεσματικά θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν την κατάσταση, εφόσον αυξήσουν την ημερήσια παραγωγή τους, ώστε να αντέξουν και στα επίπεδα των 40 δολαρίων το βαρέλι, την στιγμή που κάποιες πετρελαϊκές εταιρείες σχεδιάζουν να συνεχίσουν την παραγωγή έστω και με ζημιογόνο αποτέλεσμα, προκειμένου να μην την διακόψουν τελείως.
Σε αυτόν τον σκληρό ανταγωνισμό, είναι γεγονός πως τα δυσμενή αποτελέσματα της κρίσης θα φανούν πολύ πιο γρήγορα στους «ισχνούς» παραγωγούς, δηλαδή σε όσους δεν αντέξουν την αδιάλειπτη συνέχιση -πόσω μάλλον την αύξηση- της ημερήσιας παραγωγής.
Ένας σημαντικός παράγων που «υποχρεώνει» σε αυτή την επιλογή της διατήρησης της παραγωγής είναι η διαπίστωση ότι οι απώλειες λόγω πτωτικής τιμής του «μαύρου χρυσού» είναι πολύ μικρότερες από το κόστος διακοπής και μελλοντικής επανέναρξης της παραγωγής -η οποία ούτως ή άλλως ενέχει και ορισμένα ρίσκα.
Τα κοστολογικά στοιχεία της έρευνας
Για την έρευνα, αξιοποιήθηκαν κοστολογικά στοιχεία από 2.222 εκμεταλλεύσεις πετρελαίου παγκοσμίως, η παραγωγή των οποίων αντιστοιχεί σε 75 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως (έναντι 94 εκατομμυρίων που υπολογίζεται η συνολική παραγωγή για το 2015). Από την έρευνα εξαιρέθηκαν εκμεταλλεύσεις που παράγουν κυρίως φυσικό αέριο και ως υποπροϊόν πετρέλαιο (15 εκατομμύρια βαρέλια), όπως και η παραγωγή πετρελαίου από βιομάζα, άνθρακα ή άλλες τεχνολογίες (περίπου 5 εκατομμύρια βαρέλια).
Case studies
Σύμφωνα με την ανάλυση, οι επιπτώσεις στην παγκόσμια ημερήσια παραγωγή, ανάλογα με τα όρια τιμών, θα είναι οι εξής:
– Τιμή Brent 50 δολάρια το βαρέλι. Στα όρια αρνητικού λειτουργικού αποτελέσματος θα βρεθούν εκμεταλλεύσεις με ημερήσια παραγωγή 190.000 βαρελιών, ποσότητα που αντιπροσωπεύει το 0,2% της παγκόσμιας ζήτησης. Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται εκμεταλλεύσεις σε επτά χώρες κυρίως στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις ΗΠΑ.
– Τιμή Brent 45 δολάρια το βαρέλι. 400.00 βαρέλια ημερήσιας παραγωγής βρίσκονται στα όρια αρνητικού λειτουργικού αποτελέσματος, ποσότητα που αντιστοιχεί στο 0,4% της παγκόσμιας παραγωγής. Η μισή από την παραγωγή αυτή προέρχεται από συμβατικές χερσαίες εκμεταλλεύσεις στις ΗΠΑ.
– Τιμή Brent 40 δολάρια το βαρέλι. 1,5 εκατομμύρια βαρέλια ημερήσιας παραγωγής, ή 1,6% της παγκόσμιας παραγωγής, βρίσκεται στα όρια αρνητικού λειτουργικού αποτελέσματος. Στην κατηγορία αυτή, θα βρεθούν κυρίως εκμεταλλεύσεις από πετρελαιοφόρες άμμους (oil sands) του Καναδά. Όσο για την παραγωγή πετρελαίου από πετρώματα (tight oil), σύμφωνα με τη Wood Mackenzie, αυτή θα γίνει ασύμφορη (cash negative), μόνο όταν η τιμή του Brent βρεθεί κάτω από τα 30 δολάρια το βαρέλι.
Παρά το ότι η πτώση των τιμών, θα κάνει ασύμφορη την παραγωγή από μια σειρά εκμεταλλεύσεις, η ανάλυση της Wood Mackenzie τονίζει ότι κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι η παραγωγή πετρελαίου θα σταματήσει σε αυτές.
Για μια σειρά από λόγους, οι παραγωγοί θα προτιμήσουν να συνεχίσουν να παράγουν πετρέλαιο με ζημιά, παρά να σταματήσουν την εκμετάλλευση, ιδίως σε μεγάλης κλίμακας εκμεταλλεύσεις πετρελαιοφόρας άμμου (oil sands) και σε «ώριμα» κοιτάσματα της Βόρειας Θάλασσας (κοιτάσματα που έχουν φτάσει στο μέσον του αναμενόμενου χρόνου ζωής).
Αντίθετα, απομονωμένες χερσαίες εκμεταλλεύσεις με μικρή παραγωγή είναι πολύ πιο πιθανόν να διακόψουν την παραγωγή τους, επισημαίνει η ανάλυση.
Βαρύ πλήγμα στα οικονομικά τού Ισλαμικού Κράτους
Σύμφωνα με εκτιμήσεις εμπειρογνωμόνων, το Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και της Συρίας (ISIS) εκτιμάται ότι μπορούσε να παράγει περίπου 44.000 βαρέλια την ημέρα στη Συρία και 4.000 βαρέλια την ημέρα στο Ιράκ. Το ISIS πωλεί αργό με έκπτωση είτε σε φορτηγατζήδες είτε σε μεσάζοντες. Το ακατέργαστο πηγαίνει στα διυλιστήρια, επίσης κάτω από τις τιμές της Αγοράς.
Ακόμη και με την πώληση του πετρελαίου με έκπτωση μέσω λαθρεμπορίου, το ISIS είχε σημαντικά έσοδα από το πετρέλαιο. Πριν αρχίσει η κατρακύλα των τιμών, τα έσοδα ημερησίως από την πώληση πετρελαίου ήταν δυο με τρία εκατομμύρια δολάρια την ημέρα. Στις αρχές Δεκεμβρίου, εμπειρογνώμονες υπολόγιζαν ότι τα έσοδα ήταν ένα εκατομμύριο την ημέρα. Τώρα, εκτιμάται ότι είναι 20-30% λιγότερο -και αυτό καθώς το πτωτικό ράλι των τιμών του πετρελαίου συνεχίζεται, ενώ οι βομβαρδισμοί καθιστούν όλη την διαδικασία (από την εξόρυξη μέχρι την υποτυπώδη επεξεργασία) προβληματική.
Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Brooking, το Ισλαμικό Κράτος, όταν η τιμή του πετρελαίου στην επίσημη Αγορά εκινείτο στα επίπεδα των 90-100 ευρώ, πουλούσε στη μαύρη αγορά το βαρέλι μεταξύ 25 και 60 δολάρια. Σήμερα, με τις τιμές του πετρελαίου να κινούνται σε σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα, η επίπτωση στα οικονομικά τους είναι κάτι παραπάνω από εμφανής.
Έτσι, ενώ τα έσοδα από το λαθρεμπόριο πετρελαίου περιορίζονται, οι ανάγκες για κεφάλαια προκειμένου να χρηματοδοτήσουν όλα τα μέτωπα που έχουν ανοίξει μεγαλώνουν. Το Ισλαμικό Κράτος ελέγχει μια περιοχή στην οποία κατοικούν περίπου οκτώ εκατομμύρια άνθρωποι, οι οποίοι βεβαίως έχουν προσδοκίες μετά από όσα τους υπόσχεται η τρομοκρατική οργάνωση. Η οργάνωση επενδύει πολλά εκατομμύρια δολάρια σε έργα υποδομής, υπηρεσίες και στην τροφοδοσία. Τέλος, το ένα τρίτο των εσόδων του το διαθέτει για αγαθοεργίες. Το Ισλαμικό Κράτος υπολογίζεται ότι έχει στις τάξεις του 50.000 μαχητές, από τους οποίους 15.000 από το εξωτερικό και οι οποίοι πληρώνονται από την τρομοκρατική οργάνωση.
Αν και πριν ένα χρόνο είχε διατυπωθεί η εκτίμηση ότι η οργάνωση Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και της Συρίας (ISIS) διέθετε συνολικά 2 δισ. δολάρια για τον «ιερό πόλεμο», κυρίως από το πλιάτσικο των τραπεζών στις πόλεις της Συρίας και του Ιράκ που καταλάμβανε (κατά την κατάληψη της Μοσούλης οι τζιχαντιστές πήραν 500 δισ. ιρακινά δηνάρια, γύρω στα 420 εκ. δολάρια, από την κεντρική τράπεζα), οι οικονομικές ανάγκες έχουν μεγαλώσει.
Αυτό προκαλεί φόβους ότι, για να καλύψουν τις επιπλέον ανάγκες, θα προσπαθήσουν να αντλήσουν έσοδα από “άλλες” πηγές -απαγωγές, φορολογία, λαθρεμπόριο, εκβιασμούς.