Η νεοσύστατη υπηρεσία Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, του υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής προβλέπει στην ετήσια έκθεσή της επενδύσεις ύψους 16,4 δισ. ευρώ σε μονάδες Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και άλλων 4 – 5 δισ. ευρώ σε δίκτυα και διασυνδέσεις στη δεκαετία 2010 – 2020.
Πρόκειται για την υπηρεσία που συστήθηκε με το νόμο 3851 / 2010 η οποία, μετά την έκδοση σχετικού Προεδρικού Διατάγματος, θα λειτουργεί και ως “υπηρεσία μίας στάσης” (one stop shop) για τους υποψήφιους επενδυτές, καθώς θα αναλαμβάνει, εφόσον οι ίδιοι το επιθυμούν, τη διαχείριση των φακέλων τους για να διευκολύνει την αδειοδότηση των έργων.
Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, μόνο το 2011 οι επενδύσεις που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα συνδέονται με τις Ανανεώσιμες Πηγές εκτιμάται ότι θα ανέλθουν στα 1,35 δισ. ευρώ καθώς τη εφετινή χρονιά αναμένεται να τεθούν σε λειτουργία τουλάχιστον 200 μεγαβάτ φωτοβολταϊκά, 300 MW αιολικών πάρκων και θα κατασκευαστούν δίκτυα για την εξυπηρέτηση της ανάπτυξης των ΑΠΕ εκτιμώμενου προϋπολογισμού 250 εκατ. ευρώ.
Στο τέλος της χρονιάς η συνολική ισχύς των μονάδων ΑΠΕ προβλέπεται να ξεπεράσει τα 2200 μεγαβάτ, από 1736 στο τέλος του 2010 και 1446 το 2009.
Ωστόσο, σημειώνεται στην έκθεση της υπηρεσίας ότι “αν και η Αιολική ισχύς που θα εγκατασταθεί το 2011 φαίνεται να ξεπερνά κατά πολύ την ισχύ της εγκατεστημένης ετησίως τα προηγούμενα χρόνια, η διείσδυση της Αιολικής Ενέργειας στο Σύστημα φαίνεται να υπολείπεται σημαντικά από το σχεδιασμό. Για να επιλυθεί το πρόβλημα, δεδομένης της αυξημένης βαρύτητας που έχει στη σύνθεση του ενεργειακού μείγματος ανανεώσιμης προέλευσης η ενέργεια από Αιολικούς Σταθμούς απαιτείται σημαντική προσπάθεια και θα πρέπει να αναληφθούν στοχευμένες πρωτοβουλίες προς την επιτάχυνση της αδειοδότησης των έργων κατά τη διάρκεια του 2011, ώστε να κατασκευαστούν και ηλεκτριστούν από το 2012 και μετά.”.
Η έκθεση της υπηρεσίας εντοπίζει επίσης τα αδύνατα σημεία του θεσμικού πλαισίου που διέπει τις ανανεώσιμες πηγές, και εισηγείται αντίστοιχες τροποποιήσεις. Αναλυτικότερα:
-Προκύπτουν σημαντικές καθυστερήσεις στην αδειοδότηση λόγω του Καλλικράτη και της ασάφειας που δημιουργείται ως προς το ποιες υπηρεσίες (Περιφέρεια ή Αποκεντρωμένη Διοίκηση) είναι αρμόδια για την έκδοση των αδειών.
-Διαπιστώνεται σύγκρουση μεταξύ σχεδίων χρήσεων γης και του Ειδικού Χωροταξικού Σχεδιασμού για τις ΑΠΕ, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση του Οικολογικού Πάρκου Πάρνωνα.
-Διαπιστώνεται επίσης ασυμβατότητα του Ειδικού Χωροταξικού Σχεδίου για τις ΑΠΕ με την αρχαιολογική νομοθεσία.
-Ανακύπτει κίνδυνος για πλήθος έργων που είναι υπό ανάπτυξη, στην περίπτωση που η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας δεν καταφέρει να εκδώσει τις άδειες εγκατάστασης στην προθεσμία των 36 μηνών από την έκδοση της άδειας παραγωγής, που θέτει ο νόμος.
-Τέλος, τονίζεται στην έκθεση, “απαιτείται διαρκής παρακολούθηση και έγκυρη και αξιόπιστη αποτίμηση της πραγματικής επίπτωσης στα τιμολόγια λιανικής της ΔΕΗ ή των άλλων προμηθευτών από την διείσδυση των Α.Π.Ε.. Το θέμα είναι ιδιαίτερα κρίσιμο τόσο για τη διαφάνεια του κόστους ηλεκτροπαραγωγής και την έγκυρη ενημέρωση των καταναλωτών για αυτό όσο και για την κοινωνική αποδοχή των ΑΠΕ”.
Το γενικό συμπέρασμα της έκθεσης είναι ότι η αλλαγή των διαδικασιών έκδοσης των απαραίτητων αδειών και αξιολόγησης των αιτημάτων καθώς και του απαραίτητου αναγκαίου χρόνου για την προσαρμογή των αρμόδιων Υπηρεσιών στις νέες τους αρμοδιότητες μετά την ψήφιση του ν.3851/2010, όπως ήταν αναμενόμενο, προκαλεί καθυστερήσεις στην εφαρμογή των διατάξεών του.
“Σε κάθε περίπτωση, τονίζεται, εκτιμάται ότι σταδιακά οι καθυστερήσεις θα μειωθούν και στο τέλος του α΄ εξαμήνου του 2011, θα αρχίσει η απρόσκοπτη εφαρμογή του νόμου και η έντονη δραστηριοποίηση για νέα έργα Α.Π.Ε. και νέες αδειοδοτήσεις που θα οδηγήσουν, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, σε νέες επενδύσεις. Το γεγονός αυτό θα συμβάλει σημαντικά στην επιτυχίας της προσπάθειας της χώρας να ικανοποιήσει τους φιλόδοξους στόχους της για 20% διείσδυση των Α.Π.Ε. στο ενεργειακό σύστημα μέχρι το 2020, προς όφελος της κοινωνίας και της εθνικής οικονομίας”.