Πώς πρέπει να δράσουν κυβέρνηση και τράπεζες
Δραστικά μέτρα για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τα οποία αποτελούν την «γκάγρενα» των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων, ζητά τόσο από την κυβέρνηση όσο και από τις τράπεζες η Τράπεζα της Ελλάδος.
Όπως επισημαίνει σε έκθεσή της ελληνική κεντρική τράπεζα, το μεγάλο ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) είναι μία από τις βασικότερες αιτίες για τη διαπιστούμενη αδυναµία πιστωτικής επέκτασης στην Ελλάδα, παρά την οικονοµική ανάκαµψη που σημειώθηκε το 2014.
Επιπρόσθετα, το ύψος των NPLs εξηγεί, εν μέρει, την αύξηση που παρατηρήθηκε το 2014 σε επιτόκια χορηγήσεων, όπως για παράδειγμα στα στεγαστικά δάνεια καθώς οι τράπεζες επιδιώκουν με αυτό τον τρόπο να καλύψουν τη ζημία από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Η έκθεση της ΤτΕ αναγνωρίζει ότι το ύψος των συσσωρευμένων προβληματικών στοιχείων (μη εξυπηρετούμενα και ρυθμισμένα δάνεια) στο ενεργητικό των τραπεζών είναι τόσο μεγάλο που η οικονομική ανάπτυξη, αν και αποτελεί τον κατ’ εξοχήν μηχανισμό για την αποκλιμάκωση του λόγου δανείων σε καθυστέρηση, «δεν μπορεί από μόνη της να εξασφαλίσει επίλυση του προβλήματος».
Η ΤτΕ σημειώνει ότι «απαιτείται η λήψη συγκεκριµένων µέτρων πολιτικής που να µπορούν να προσαρµοστούν στην ελληνική πραγµατικότητα, προκειµένου να µειωθεί σηµαντικά ο λόγος των δανείων σε καθυστέρηση».
Το παράδειγμα της Ισπανίας και της Ιρλανδίας
Στο πλαίσιο του παραπάνω προβληματισμού παρατίθεται η εμπειρία χωρών όπως η Ιρλανδία και η Ισπανία. Στις δύο αυτές χώρες δημιουργήθηκαν εταιρείες ειδικού σκοπού (SPV) για τη διαχείριση προβληματικών στεγαστικών δανείων.
Η υλοποίηση βέβαια ενός τέτοιου εγχειρήµατος στην Ελλάδα θα απαιτούσε, σύμφωνα με την ΤτΕ, χρηµατοδότηση, ιδανικά από πηγές εκτός των τραπεζικών ισολογισµών και του κρατικού προϋπολογισµού και πρέπει να έχει ως γνώμονα την αποφυγή δημιουργίας νέων κεφαλαιακών αναγκών για τις τράπεζες.
Η έκθεση σημειώνει ότι τέτοιου είδους συμφωνίες δεν έχουν γίνει ακόμη στην Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι ο Κώδικας Δεοντολογίας τις επιτρέπει. Μόνο η Alpha Bank υπέγραψε με την ισπανική Aktua συμφωνία που αφορά τη συνδιαχείριση του υφιστάμενου χαρτοφυλακίου μη εξυπηρετούμενων δανείων της.
Τι πρέπει να γίνει
Το µοντέλο διαχείρισης που θα επιλεγεί πρέπει σύμφωνα με την ΤτΕ να πληροί τα εξής χαρακτηριστικά:
– Να µη δηµιουργεί κίνητρα για αθέτηση οφειλών στους δανειολήπτες που έχουν δυνατότητα να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους.
– Να συνεισφέρει στην εξεύρεση της καταλληλότερης, κατά περίπτωση, λύσης και, εφόσον είναι δυνατόν, στην ελάφρυνση των δανειοληπτών που αποδεδειγµένα βρίσκονται σε πρόσκαιρη δυσχέρεια αποπληρωµής των υποχρεώσεών τους.
– Οι ρυθµίσεις επιχειρηµατικών δανείων θα πρέπει να λαµβάνουν υπόψη τη βιωσιµότητα των επιχειρησιακών σχεδίων, ώστε να µη δεσµεύονται πόροι σε εταιρείες που δεν έχουν καµία προοπτική επιβίωσης.
Τι πρέπει να κάνουν οι τράπεζες
Στην παρούσα οικονοµική συγκυρία, μία ακόµη επιλογή για τις τράπεζες θα ήταν σύμφωνα με τη μελέτη της ΤτΕ η ενεργή διαχείριση των δανείων σε καθυστέρηση.
Στο πλαίσιο αυτό καλεί τις τράπεζες:
– Να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες του υφιστάμενου θεσμικού και κανονιστικού πλαισίου.
– Να συνεργαστούν στις περιπτώσεις που έχουν κοινούς πιστούχους (π.χ. μεγάλα εταιρικά δάνεια).
– Να προχωρήσουν σε στοχευµένες παρεµβάσεις σε κλάδους που εμφανίζουν υψηλή συγκέντρωση προβληματικών δανείων (π.χ. ενεργή ανάμειξη των πιστωτικών ιδρυμάτων σε διοικητικές αποφάσεις υπερχρεωμένων εταιρειών που έχουν ως στόχο τη βιωσιμότητα του χρέους).
Ο λόγος των δανείων σε καθυστέρηση προς το σύνολο των δανείων διατηρήθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο στα υψηλά επίπεδα του 34,2%. Στα στεγαστικά την ίδια ημερομηνία διαμορφωνόταν στο 28,1%, στα καταναλωτικά στο 49,5% και στα επιχειρηµατικά στο 34,4%.
Την ίδια στιγμή, πάντως το ποσοστό κάλυψης των δανείων σε καθυστέρηση από συσσωρευµένες προβλέψεις αυξήθηκε σηµαντικά με τις αυξήσεις κεφαλαίου της περσινής χρονιάς και διαμορφώθηκε τον Σεπτέμβριο στο 54%από 49,3% τον Δεκέμβριο του 2013.
Θετική εξέλιξη είναι και η αύξηση των διαγραφών δανείων (446 εκατ. ευρώ το εννεάμηνο του 2014, έναντι 363 εκατ. ευρώ για ολόκληρο το 2013), η οποία συµβάλλει στη σταδιακή εξυγίανση του δανειακού τους χαρτοφυλακίου.