Η αναδιοργάνωση της χρηματοδότησης του δημόσιου χρέους των ευρωπαϊκών χωρών, κυρίως του Νότου, με δίκαιη ρύθμιση η δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής «Τράπεζας Κρατικών Δανείων» ή Ταμείου -αντί μηχανισμών προσωρινού και αντικοινωνικού χαρακτήρα- είναι μια ρεαλιστική πρόταση για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους τονίστηκε κατά τη σημερινή συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε ο πρόεδρος κ. Σπύρος Παπασπύρος και η διοίκηση της ΑΔΕΔΥ, ενόψει του αυριανού συλλαλητηρίου στην Πλ. Κλαυθμώνος που διοργανώνουν στις 6.00 το απόγευμα ΑΔΕΔΥ και ΓΣΕΕ για να εκφράσουν την αντίθεσή τους στην επικείμενη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε όπου θα τεθεί το θέμα του Συμφώνου Ανταγωνιστικότητας.
Άλλες λύσεις κατά την ΑΔΕΔΥ, θα ήταν η καθιέρωση ευρωομολόγων για τη χρηματοδότηση του δημόσιου χρέους των ευρωπαϊκών χωρών μέχρι το 60% του ΑΕΠ, καθώς και για τη χρηματοδότηση επενδύσεων, η προώθηση πολιτικών εναρμόνισης σε κοινωνικά αποδεκτά επίπεδα των μισθών, των συντάξεων, των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων, των κοινών ορίων στη φορολογία, των επιχειρήσεων και της περιουσίας αλλά και της κερδοσκοπίας (π.χ. με την καθιέρωση φόρου επί των συναλλαγών).
Στη συνέντευξη τονίστηκε ότι η πλήρης ενημέρωση, η συμμετοχή και έκφραση των ευρωπαϊκών λαών για το Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας αποτελεί μείζον δημοκρατικό αίτημα και επισημάνθηκε ότι η Α.Δ.Ε.Δ.Υ. έχει καταθέσει πριν δύο περίπου μήνες πρόταση για δημοψήφισμα. Επίσης επισημάνθηκε ότι η διέξοδος βρίσκεται στην αμοιβαιότητα και την αλληλεγγύη και τονίστηκε μεταξύ άλλων.
«Είναι ευδιάκριτο πλέον ότι οικονομική ανάκαμψη χωρίς ανάκαμψη της απασχόλησης, χωρίς βελτίωση της αγοραστικής δύναμης των μισθών και των συντάξεων, χωρίς ανάκαμψη των κοινωνικών πολιτικών, της κοινωνικής ασφάλισης και συνοχής δεν προκύπτει και δεν μπορεί να υπάρξει.
Η κρίση στην πατρίδα μας και την ευρωπαϊκή περιφέρεια έχει αρνητικές συνέπειες για τους εργαζόμενους και την κοινωνία.
Πέρα από το έλλειμμα διαφάνειας για το πώς δημιουργήθηκε το δημόσιο χρέος, τι ευθύνεται και ποιοι κέρδισαν, η αποσιώπηση ότι κατέστη μη ελέγξιμο μετά την χρηματοοικονομική κρίση (και όχι εξαιτίας της κοινωνικής πολιτικής) μεγεθύνει το πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό πρόβλημα αναποτελεσματικότητας της φορολογικής, νομισματικής και εμπορικής πολιτικής. Είναι φανερό ότι χωρίς την επαναδιαπραγμάτευση με στόχο την διαγραφή του απεχθούς και τοκογλυφικού μέρους του χρέους, η κατάσταση για τους εργαζόμενους και την οικονομία της χώρας θα είναι δραματική.
Η απαίτηση του Συμφώνου για μείωση του χρέους στο 60% του ΑΕΠ, για μια χώρα το χρέος της οποίας προβλέπεται να φτάσει το 160% του ΑΕΠ (προϋποθέτει πλεονάσματα πάνω από 6% το χρόνο για να μειώνεται κατά 1/20 το χρέος) είναι εκ των πραγμάτων ανέφικτη, χωρίς μισθούς των 500 ευρώ, συντάξεις των 300 ευρώ, μηδενισμό της λαϊκής κατανάλωσης, ελαχιστοποίηση των κοινωνικών επιδομάτων, των κοινωνικών παροχών και των κοινωνικών πολιτικών.
Ο κίνδυνος να χάσει η χώρα το δικαίωμα ψήφου στις αποφάσεις είναι πλέον ορατός και η επιβολή ενός άλλου -πιο επαχθούς- τύπου αναδιάρθρωσης (πέραν των επιμηκύνσεων κ.ά.) διαφαίνεται πια καθαρά στον ορίζοντα, με εγγυήσεις στη δημόσια περιουσία και ρήτρες παρακράτησης της τάξεως του 0,2% του ΑΕΠ ως ποινή σε περίπτωση απόκλισης από τους νέους δείκτες.
Οι κοινωνικές αντιδράσεις στη χώρα μας, αλλά και τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες -από τη δυναμική της απεργίας της 23ης Φεβρουαρίου έως την αντίδραση των πιο ισχυρών συνδικάτων στην Ευρώπη, με πρώτα τα γαλλικά και γερμανικά τα οποία απορρίπτουν το σχέδιο μονιμοποίησης της λιτότητας, μαζικών απολύσεων, συρρίκνωσης των Συλλογικών Διαπραγματεύσεων- καταγράφουν σοβαρές κοινωνικο-πολιτικές διεργασίες και μεταβολές.
Η πρόκληση μιας νέας κατεύθυνσης τίθεται όλο και πιο ισχυρά, από πολλές και διαφορετικές πλευρές, κυρίως από τα μεσαία, χαμηλά, αδύναμα και φτωχά κοινωνικά στρώματα. Όλο και περισσότερες κυβερνήσεις είναι αντιμέτωπες με τις κοινωνίες για την πολιτική, που ανέλαβαν με τον άδικο και κοινωνικά σκληρό επιμερισμό του κόστους της κρίσης που παρήγαγε το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και η κερδοσκοπία. Σήμερα η παραγωγική ανασυγκρότηση, η αλλαγή του καταναλωτικού προτύπου, η νέα ανάπτυξη προϋποθέτουν σχέδιο και συνδέονται με μια ριζικά διαφορετική πολιτική στην Ευρώπη. Οι πτυχές μιας νέας πολιτικής στρατηγικής για έξοδο από την κρίση στο ευρωπαϊκό επίπεδο θα μπορούσαν να είναι:
Είναι προφανές ότι η λύση βρίσκεται στην αμοιβαιότητα και την αλληλεγγύη που σημαίνει φυγή από τα δόγματα περί «ανταγωνιστικότητας» που πολλαπλασιάζουν το κοινωνικό και φορολογικό ντάπιγκ, τις οικονομικές ανισορροπίες ανάμεσα στις ευρωπαϊκές χώρες, διατηρούν νομισματικές πολιτικές, όπως η απαγόρευση της ΕΚΤ στη χρηματοδότηση του δημόσιου χρέους και οδηγούν στην εφαρμογή της θεωρίας του «δόγματος σοκ» με επώδυνες επιπτώσεις για τους ευρωπαϊκούς λαούς.
Μια νέα πολιτική κατεύθυνση στην Ευρώπη μπορεί να οδηγήσει στη σταθεροποίηση, την ανάπτυξη, την προστασία και την αύξηση της απασχόλησης. Οι «νέες» εκδοχές επί των παλαιών συνταγών και κυρίως του πλαισίου του Μάαστριχτ, θα αναπαράγουν την κρίση σε ορίζοντα μεγάλης χρονικής κλίμακας. Εδώ είναι το διακύβευμα για το παρόν και το μέλλον της Ε.Ε. , του Ευρώ, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της προόδου στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, των επικείμενων Συνόδων Κορυφής».