Απόφαση – βόμβα του Συμβουλίου της Επικρατείας
Η κατάσχεση κινητής περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου, όπως π.χ. χρήματα που υπάρχουν στα ταμεία των ΔΟΥ, είναι πλέον δυνατή εκ μέρους των πολιτών – φορολογουμένων προς τους οποίους οφείλονται ποσά, υπό την προϋπόθεση ότι δεν δημιουργείται κίνδυνος ανατροπής της εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού.
Αυτό έκρινε η αυξημένη επταμελής σύνθεση, του ΣΤ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας (πρόεδρος Αθανάσιος Ράντος και εισηγήτρια η σύμβουλος Επικρατείας Μαρία Καραμανώφ) και άναψε το «πράσινο φως» σε πολίτη να κατασχέσει νόμιμα από το ταμείο της Δ.Ο.Υ. Ενσήμων Αθηνών το ποσό των 22.800 ευρώ, το οποίο του είχε επιδικαστεί από δικαστήριο λόγω τραυματισμού του από στρατιωτικό αυτοκίνητο.
Σύμφωνα με δημοσίευμα στο Πρώτο Θέμα, με απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης επιδικάστηκε ως αποζημίωση το επίμαχο ποσό υπέρ πολίτη μετά τον τραυματισμό του κατά την πρόσκρουση με στρατιωτικό αυτοκίνητο.
Στην συνέχεια ο πολίτης κοινοποίησε στο Δημόσιο την δικαστική απόφαση προς εκτέλεση, μαζί με επιταγή προς εκτέλεση, όπως λέγεται στην νομική ορολογία.
Το Δημόσιο δεν ανταποκρίθηκε. Έτσι, ο πολίτης με έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης κινητών πραγμάτων, κατάσχεσε μέσω δικαστικού επιμελητή, το ποσό των 22.800 ευρώ από το ταμείο της Δ.Ο.Υ. Ενσήμων Αθηνών.
Το Ελληνικό Δημόσιο άσκησε ανακοπή κατά της αναγκαστικής κατάσχεσης. Το δημόσιο πρόβαλε ότι ήταν παράνομη η κατάσχεση των εσόδων από τη διαχείριση ενσήμων, γιατί πρόκειται για δημόσια περιουσία αφιερωμένη στην εκπλήρωση δημοσίων σκοπών (κρατικός προϋπολογισμός).
Οι σύμβουλοι Επικρατείας στην υπ΄ αριθμ΄ 819/2015 απόφασή τους, επισημαίνουν ότι «από το άρθρο 95 παράγραφος 5 του Συντάγματος, το οποίο επιτάσσει τη συμμόρφωση προς τις δικαστικές αποφάσεις, σε περίπτωση εκδόσεως δικαστικής αποφάσεως η οποία, υποχρεώνει το Δημόσιο σε συμμόρφωση και εφ’ όσον η υποχρέωση αυτή συνίσταται στην καταβολή χρηματικού ποσού, ο ιδιώτης διάδικος δύναται, για την ικανοποίηση της απαιτήσεως του, να χρησιμοποιήσει τα μέσα αναγκαστικής εκτελέσεως κατά του Δημοσίου και, ειδικότερα, να προβεί στην αναγκαστική κατάσχεση ταμειακών διαθεσίμων, χρημάτων δηλαδή του Δημοσίου, στην οικεία οικονομική υπηρεσία».
Και αυτό γιατί σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία (νόμος 3068/2002) «στην περιουσία του Δημοσίου, στην οποία και μόνον επιτρέπεται να γίνει αναγκαστική κατάσχεση, περιλαμβάνονται και τα χρηματικά διαθέσιμα του Δημοσίου, ανεξάρτητα από την πηγή από την οποία προέρχονται».
Ακόμη, οι σύμβουλοι Επικρατείας επικύρωσαν το σκέλος εκείνο της απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης που αναφέρει ότι δεν είναι ακατάσχετα τα χρήματα που βρίσκονται στα ταμεία των Δ.Ο.Υ. στο σύνολό τους, επειδή αποσκοπούν στην πληρωμή των εγγεγραμμένων στο ετήσιο προϋπολογισμό δαπανών.
Και μάλιστα, την στιγμή που από την άλλη πλευρά υπάρχει το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα δικαστικής προστασίας το οποίο εμφανίζεται με την μορφή αναγκαστική κατάσχεσης κινητής περιουσίας του Δημοσίου.
Για να υπερκαμφθεί το συνταγματικά προστατευμένο συνταγματικό δικαίωμα της δικαστικής προστασίας «απαιτείται επιπλέον να δημιουργείται κίνδυνος ανατροπής της εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού ως προς την εκπλήρωση των δαπανών».
Όμως, καταλήγει το ΣτΕ τον τελευταίο αυτό ισχυρισμό δεν τον προέβαλε το Δημόσιο.
Κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να απορριφθεί η αναίρεση του Δημοσίου κατά της εφετειακής απόφασης, να νομιμοποιηθεί η κατάσχεση, αλλά και να υποχρεωθεί το Δημόσιο να πληρώσει την δικαστική δαπάνη η οποία ανέρχεται στα 460 ευρώ.