Ο Αυστριακός καγκελάριος Βέρνερ Φάιμαν διεμήνυσε πως το ζήτημα της βοήθειας και της αλληλεγγύης, που είχαν προσφερθεί κάποτε στην Αυστρία, τίθεται και σήμερα στην Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία καλείται να συμπαρασταθεί και να βοηθήσει εκείνους που χρειάζονται τη βοήθεια και την αλληλεγγύη της.
Αυτό ειπώθηκε, μεταξύ άλλων, κατά την πανηγυρική ομιλία του στη σημερινή κεντρική εκδήλωση στα πρώην Ανάκτορα Μπελβεντέρε στη Βιέννη, για την 60η επέτειο της ανάκτησης της αυστριακής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας, στις 15 Μαΐου 1955, με τη λεγόμενη Αυστριακή Κρατική Συνθήκη.
“Η Αυστρία είχε τότε την τύχη να μην αφεθεί μόνη της μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς οι νικήτριες δυνάμεις ήταν πρόθυμες να συνδράμουν στην ανοικοδόμηση της κατεστραμένης Ευρώπης”, δήλωσε.
Για τη χώρα του η 15η Μαΐου 1955 σημαίνει ελευθερία, αυτοδιάθεση, δημοκρατία, ειρήνη αλλά και “νέα αρχή με σεβασμό και ανεκτικότητα”, υπογράμμισε ο καγκελάριος κατά την τελετή, η οποία πραγματοποιήθηκε στην ίδια αίθουσα του Μπελβεντέρε, στην οποία είχε υπογραφεί τότε η Αυστριακή Κρατική Συνθήκη από τους υπουργούς Εξωτερικών των τεσσάρων συμμαχικών δυνάμεων.
Ο Βέρνερ Φάιμαν διευκρίνισε ακόμη πως η Κρατική Συνθήκη έφερε στην Αυστρία την ανεξαρτησία και τις βάσεις για προοπτική και ευημερία, αποκατέστησε την κυριαρχία της και στήριξε τη μελλοντική “ενεργό” ουδετερότητά της, που σημαίνει πως η χώρα δεν παραμένει αμέτοχη, αλλά λαμβάνει θέση και προσφέρει το διαμεσολαβητικό της ρόλο, συμβάλλοντας στο πλαίσιο των δυνατοτήτων της στην ειρήνη.
Η Αυστρία τίμησε σήμερα την επέτειο της Αυστριακής Κρατικής Συνθήκης υπογραμμίζοντας στις επίσημες τελετές και τα αφιερώματα στα ΜΜΕ αφενός τη σημασία της για την ίδια τη χώρα, για την Ευρώπη, αλλά και τις διεθνείς σχέσεις, και αφετέρου την πίστη της στην Ενωμένη Ευρώπη και τη δημοκρατία.
Τη Συνθήκη είχαν υπογράψει στα ιστορικά ανάκτορα του Μπελβεντέρε οι υπουργοί Εξωτερικών των τεσσάρων τότε συμμαχικών δυνάμεων -των ΗΠΑ Τζον Ντάλας, της ΕΣΣΔ Βιάτσεσλαβ Μολότοφ, της Γαλλίας Αντουάν Πινέ και της Αγγλίας Χάρολντ Μακμίλαν, μαζί με τον Αυστριακό ομόλογό τους Λέοπολντ Φιγκλ, ο οποίος είχε ανακοινώσει κατόπιν από τον εξώστη στους συγκεντρωμένους δεκάδες χιλιάδες πολίτες το ιστορικό πλέον “Η Αυστρία είναι ελεύθερη”.
Η Κρατική Συνθήκη, η οποία θεωρήθηκε τότε “θαύμα” εν μέσω του “Ψυχρού Πολέμου”, αποκαθιστούσε και πάλι την ανεξαρτησία και κυριαρχία της Αυστρίας, που επί δέκα χρόνια μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, βρισκόταν διαιρεμένη σε ζώνες επιρροής των τεσσάρων αυτών συμμαχικών δυνάμεων.
Η Αυστρία αντιμετωπίσθηκε με τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ως ξεχωριστή περίπτωση, καθώς δεν είχε συγκαταλεγεί στις νικήτριες δυνάμεις, όπως για παράδειγμα το Βέλγιο, η Δανία ή η Τσεχοσλοβακία, αλλά ούτε και στις εχθρικές χώρες, όπως η Ουγγαρία, η Ρουμανία ή η Βουλγαρία.
Τον Απρίλιο του 1946, σε συνάντησή τους στο Παρίσι, οι υπουργοί Εξωτερικών των ΗΠΑ και της Σοβιετικής ΄Ενωσης συμφώνησαν πως η Αυστρία δεν διεξήγαγε πόλεμο ως χώρα, αλλά υπήρξε τμήμα της Γερμανίας, στην οποία είχε προσαρτηθεί το Μάρτιο του 1938, και άρα η περίπτωσή της θα τύχαινε ειδικής ρύθμισης, η οποία ήλθε εννέα χρόνια αργότερα με την υπογραφή της “Αυστριακής Κρατικής Συνθήκης”.
Η Συνθήκη εκείνη, η οποία εκπονήθηκε έπειτα από επίπονες και μακρές διαπραγματεύσεις σχεδόν δέκα χρόνων, σήμανε για την Αυστρία την τελική αποκατάσταση της κυριαρχίας της και την ανεξαρτητοποίησή της, αλλά και την αποφυγή μιας μόνιμης διαίρεσης της, ανάλογης εκείνης του Βερολίνου.
Μερικοί σήμερα θεωρούν πως “τίμημα” για την Συνθήκη του 1955 υπήρξε από πλευράς της Αυστρίας η ανακήρυξη της Ουδετερότητας της μερικούς μήνες αργότερα, στις 26 Οκτωβρίου του 1955. Στο καθεστώς όμως αυτό της διαρκούς ουδετερότητας, εξακολουθεί μέχρι σήμερα να πιστεύει και να αρνείται να το εγκαταλείψει η συντριπτική πλειοψηφία του αυστριακού λαού, σε ποσοστό που ξεπερνά το 70%.