Ολικές ανατροπές στο καθεστώς των νεοπροσλαμβανομένων δημοσίων υπαλλήλων εισηγούνται οι Θεσμοί
Καθιέρωση εισαγωγικών μισθών χαμηλότερων κατά 12% σε σχέση με τους ισχύοντες σήμερα ζητούν οι Θεσμοί, αναφορικά με το Δημόσιο, αλλά και την κατάργηση όλων των μισθολογικών κλιμακίων με στόχο τον καθορισμό των αποδοχών των εργαζομένων βάσει κριτηρίων αποδοτικότητας και παραγωγικότητας.
Ταυτόχρονα, οι νεοπροσληφθέντες στο Δημόσιο υπάλληλοι δεν θα είναι εξ αρχής μόνιμοι αλλά δόκιμοι, και μετά την συμπλήρωση διετούς υπηρεσίας θα κρίνονται ως προς την αποδοτικότητά τους και είτε θα παραμένουν, ως μόνιμοι πλέον, είτε θα απολύονται.
Για την Ιστορία, αυτό το σενάριο είχε συζητηθεί ήδη με την προηγούμενη κυβέρνηση, όπως αναφέρει η Ναυτεμπορική. Οι νέοι κατώτατοι βασικοί μισθοί στο Δημόσιο θα πρέπει να κυμαίνονται από 684 έως 958 ευρώ μηνιαίως και να καταβάλλονται για 2 χρόνια μόνο σε όσους προσλαμβάνονται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νέου μισθολογίου και μετά.
Περαιτέρω, η πρώτη φάση του σχεδίου για το οποίο πιέζουν οι δανειστές την κυβέρνηση προβλέπει την κατάργηση της «προσωπικής διαφοράς» την οποία λαμβάνουν με τις συνολικές μηνιαίες αποδοχές τους περίπου 60.000 υπάλληλοι που εργάζονται σε διάφορες υπηρεσίες του Δημοσίου, κυρίως του Υπουργείου Οικονομικών.
Ο θεσμός του δόκιμου υπαλλήλου
Σύμφωνα με τον θεσμό αυτό, όποιος προσλαμβάνεται στο Δημόσιο θα εργάζεται δοκιμαστικά για 2 χρόνια λαμβάνοντας προσωρινά ένα νέο κατώτατο βαθμό Ζ’ και εισπράττοντας κάθε μήνα έναν βασικό μισθό, ο οποίος θα είναι χαμηλότερος από τον ισχύοντα σήμερα εισαγωγικό μισθό περίπου κατά 12%. Ο μικτός βασικός μισθός του «δόκιμου» υπαλλήλου θα προσδιορίζεται με βάση τον κατώτατο μισθό του ιδιωτικού τομέα, δηλαδή με βάση το ποσό των 586 ευρώ τον μήνα. Ο μηνιαίος αυτός μισθός θα ονομάζεται «δόκιμος μισθός».
Με το νέο σύστημα που ζητούν οι δανειστές, όσοι προσλαμβάνονται στο Δημόσιο θα χαρακτηρίζονται «δόκιμοι» υπάλληλοι και θα λαμβάνουν βαθμό Ζ’. Για όσους «δοκίμους» εντάσσονται στην κατηγορία Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (ΥΕ) θα ισχύει, ουσιαστικά, ο κατώτατος μισθός των 586 ευρώ τον μήνα του ιδιωτικού τομέα, προσαρμοσμένος όμως στα δεδομένα του Δημοσίου.
Αυτό σημαίνει ότι επειδή στο Δημόσιο καταβάλλονται κάθε χρόνο 12 μισθοί αντί 14 (τα Δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και το επίδομα θερινής αδείας έχουν καταργηθεί), κάθε «δόκιμος» δημόσιος υπάλληλος της κατηγορίας ΥΕ θα λαμβάνει μηνιαίο βασικό μισθό που θα προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό του ποσού των 586 ευρώ επί το 14 και εν συνεχεία από τη διαίρεση του γινομένου με το 12, οπότε στην πραγματικότητα θα δικαιούται ως μικτό βασικό μισθό ένα ποσό της τάξεως των 684 ευρώ μηνιαίως (586 ευρώ Χ 14 / 12 = 684 ευρώ με στρογγυλοποίηση στην πλησιέστερη μονάδα).
Από κει και πέρα, για τον προσδιορισμό των βασικών μισθών των «δοκίμων υπαλλήλων» των κατηγοριών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ) και Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ) θα λαμβάνονται υπ’ όψιν, αντίστοιχα, οι συντελεστές 1,1, 1,33 και 1,4, οι οποίοι προσδιορίζουν αυτή τη στιγμή τις σχέσεις μεταξύ των εισαγωγικών μισθών των τριών αυτών κατηγοριών με τον εισαγωγικό μισθό της κατηγορίας ΥΕ.
Στον βαθμό Ζ’ και στον μειωμένο εισαγωγικό μισθό θα παραμένει ο «δόκιμος» υπάλληλος για 2 χρόνια. Μόλις συμπληρώνει 2 χρόνια, εφόσον κρίνεται άξιος και ικανός να συνεχίσει να υπηρετεί στο Δημόσιο θα μονιμοποιείται και θα λαμβάνει πλέον τον βαθμό ΣΤ’ και τον κανονικό εισαγωγικό μισθό που αντιστοιχεί στην κατηγορία του, δηλαδή 780 ευρώ αν είναι ΥΕ, 858 ευρώ αν είναι ΔΕ, 1.037 ευρώ αν είναι ΤΕ και 1.092 ευρώ αν είναι ΠΕ. Από κει και πέρα θα συνεχίζει κανονικά τη βαθμολογική και μισθολογική του εξέλιξη.