Αυστηρά μέτρα για την καταπολέμηση του «βρώμικου χρήματος», της φοροαποφυγής, αλλά και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, προβλέπει μία νέα οδηγία που εγκρίνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Όπως μεταδίδει η Deutsche Welle, καινοτομία της οδηγίας είναι η καθιέρωση ενός κεντρικού μητρώου σε όλα τα κράτη-μέλη για τις επιχειρήσεις, στο οποίο θα αναγράφεται όχι ο κατ΄ επίφαση ιδιοκτήτης, αλλά ο πραγματικός δικαιούχος. Στο αρχείο δεν θα έχουν πρόσβαση μόνο οι διωκτικές ή άλλες αρμόδιες αρχές, αλλά και όλοι όσοι μπορούν να θεμελιώσουν σχετικό «έννομο συμφέρον»- όπως οι μη κυβερνητικές οργανώσεις, αλλά και οι δημοσιογράφοι. Αυτές οι διατάξεις ήταν ένας βασικός λόγος για τον οποίο καθυστέρησε η τελική συμφωνία για τη νέα οδηγία, επισημαίνει ο εισηγητής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και πρώην υπουργός Οικονομικών της Λετονίας Κρισγιάνις Καρίνς.
«Πράγματι, η όλη διαδικασία μας πήρε δύο χρόνια και ο κύριος λόγος είναι ότι, από την πλευρά του Κοινοβουλίου, επιμέναμε να καθιερώσουμε το μητρώο» δηλώνει ο λετονός ευρωβουλευτής στην Deutsche Welle. «Μέχρι σήμερα υπήρχαν μόνο μητρώα, στα οποία βλέπαμε τους καταγεγραμμένους ιδιοκτήτες. Μπορεί όμως το νομικό πρόσωπο που δηλώνεται εκεί να ανήκει σε άλλο νομικό πρόσωπο ή σε offshore εταιρία με έδρα εντός της ΕΕ. Αν το εντοπίσουμε, τότε μπορούμε να καταπολεμήσουμε με πιο αποτελεσματικά μέσα τις αθέμιτες τριγωνικές συναλλαγές, καθώς και το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος».
«Στόχος» ένα τρισεκατομμύριο
Σύμφωνα με διεθνείς έρευνες, στην ΕΕ «ξεπλένεται» σήμερα πάνω από ένα τρισεκατομμύριο ευρώ ετησίως, ποσό που ισοδυναμεί με το 5% της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας και παραμένει κρυμμένο πίσω από πολυδαίδαλες εταιρικές κατασκευές και εταιρίες-γραμματοκιβώτια. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα προσπαθήσουν να εντοπίσουν αυτά τα χρήματα μέσω του μητρώου, αλλά και με την απαραίτητη ανταλλαγή πληροφοριών, για την οποία ωστόσο προβλέπεται μεταβατική περίοδος τεσσάρων ετών. Αυτή η «περίοδος χάριτος» προκαλεί αντιδράσεις από πολλούς ευρωβουλευτές, όπως ο γερμανός σοσιαλδημοκράτης Πέτερ Ζίμον. «Πρέπει να διευκολυνθεί η διασυνοριακή συνεργασία των διωκτικών αρχών και η πρόσβαση στην πληροφορία. Δεν καταλαβαίνω γιατί χρειάζονται τέσσερα χρόνια για τη διασύνδεση των εθνικών αρχείων, όταν, οι πληροφορίες αυτές είναι, θεωρητικά, ήδη διαθέσιμες. Θεωρώ ότι πρέπει να καταβάλουμε μία κοινή προσπάθεια, η οποία δεν γνωρίζει σύνορα. Πρέπει να γίνει σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο» επισημαίνει ο γερμανός ευρωβουλευτής.
Μετά τη θετική ψήφο στο Στρασβούργο, τα κράτη-μέλη θα έχουν προθεσμία δύο ετών για να ενσωματώσουν την οδηγία στο εθνικό τους δίκαιο. «Φαίνεται πως επιτέλους κάτι αρχίζει να κινείται» λέει ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Κώστας Χρυσόγονος, ο οποίος δεν παραλείπει πάντως να συσχετίσει, εμμέσως, τη νέα οδηγία με την οικονομική κρίση στην Ελλάδα. «Η τήρηση αρχείων με τους τελικούς πραγματικούς δικαιούχους-ιδιοκτήτες των νομικών προσώπων, συμπεριλαμβανομένων των καταπιστευμάτων, που θα είναι ανοιχτά προς έλεγχο σε όσους αποδεικνύουν έννομο συμφέρον, αποτελεί ένα πρώτο βήμα προς την καθιέρωση ενός καθεστώτος διαφάνειας» δηλώνει ο έλληνας ευρωβουλευτής στην Ολομέλεια. «Χρειάζονται όμως και παραπέρα αποφασιστικά βήματα προς την κατοχύρωση της διαφάνειας στις οικονομικές συναλλαγές. Αυτή είναι η πραγματική και μεγάλη διαρθρωτική μεταρρύθμιση που χρειαζόμαστε και όχι η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας σε όφελος του κεφαλαίου, την οποία προωθούν με κάθε τρόπο οι κυρίαρχες σήμερα στην ΕΕ πολιτικές δυνάμεις», υποστηρίζει.
Ποιός ο ρόλος των δημοσιογράφων;
Όσο για το «έννομο συμφέρον», η διατύπωση της οδηγίας επιτρέπει στα κράτη-μέλη να προχωρήσουν σε διασταλτική ερμηνεία του όρου, εάν το επιθυμούν, για λόγους δημοσίου συμφέροντος. Ποιός θα είναι όμως ο ρόλος των δημοσιογράφων, οι οποίοι επίσης μπορούν να επικαλεστούν όρους «δημοσίου συμφέροντος». Καλούνται οι λειτουργοί του τύπου να υποκαταστήσουν τους εισαγγελείς στην προσπάθεια για την καταπολέμηση της αδιαφάνειας;
Όχι, υποστηρίζει ο εισηγητής του Ευρωκοινοβουλίου Κρισγιάνις Καρίνς. Όπως τονίζει «αυτή η διάταξη θα μπορούσε να είναι ενδιαφέρουσα για έναν δημοσιογράφο, ο οποίος, για παράδειγμα, θέλει να ερευνήσει ποιές εταιρίες παίρνουν μία δουλειά από το κράτος, ποιά φυσικά πρόσωπα βρίσκονται πίσω από την εταιρία αυτή και ποιά σύγκρουση συμφερόντων μπορεί να κρύβεται πίσω από την ανάθεση. Καταλήξαμε στο ‘έννομο συμφέρον’ ως συμβιβαστική διατύπωση, γιατί υπήρχαν κάποιες αντιρρήσεις από τα κράτη-μέλη στην αρχική μας θέση, που ήταν ότι το μητρώο θα έπρεπε να είναι προσβάσιμο σε όλους, χωρίς περιορισμούς».