Δύσπιστες παραμένουν οι αγορές, παρά τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής της Ευρώπης που πραγματοποιήθηκε στις 25 Μαρτίου στις Βρυξέλλες.
Σύμφωνα με τη σημερινή συμπεριφορά των srpeads των 10ετών ομολόγων, αποδεικνύεται πως οι αγορές, πέρα από τις προσπάθειες που έγιναν στη Σύνοδο Κορυφής της 25ης Μαρτίου και τις αποφάσεις που λήφθηκαν εκεί, δεν πείσθηκαν σχετικά με την αποτελεσματικότητα τους.
Στην ελληνική περίπτωση, το spread εξακολουθεί να βρίσκεται πάνω από τις 930 μονάδες βάσης, με συνεχή ανοδική τάση.
Στην Ιρλανδία, το spread δεν υποχωρεί κάτω από τις 670 μονάδες. Το επιτόκιο δε του πορτογαλικού ξεπέρασε και το 8% και οδεύει προς τα ποσοστά της παραπομπής στην τρόικα.
Όσον αφορά την Πορτογαλία, η αποφυγή της από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό διάσωσης αρχίζει να μοιάζει αδύνατη. Το ερώτημα που παραμένει είναι αν η διάσωση γίνει πριν ή μετά τις εκλογές. Η χώρα έχει να αντιμετωπίσει εξαγορές ομολόγων ύψους περίπου 9 δισ. ευρώ, στις 15 Απριλίου και 15 Ιουνίου.
Η υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας 30 τοπικών, αλλά πολύ ισχυρών, ισπανικών τραπεζών, των γνωστών cajas, είναι άλλο ένα ζήτημα που ανησυχεί την Ευρώπης, εφόσον καθιστά αυτομάτως την Ισπανία μέρος της κρίσης.
Ανάλυση της JP Morgan
Yπερ των τραπεζών σε Γερμανία, Ιταλία και Γαλλία τάσσεται ο διεθνής οίκος JP Morgan και, συστήνει παράλληλα στους επενδυτές της να μην αποκτούν έκθεση στις περιφερειακές χώρες της ευρωζώνης -Ισπανία, Πορτογαλία, Ιρλανδία και Ελλάδα, σύμφωνα με σημερινή ανάλυσή της.
Όπως επισημαίνει, «δεν πιστεύουμε ότι θα πρέπει να κυνηγάει κάποιος την έκθεση στις άλλες περιφερειακές χώρες».
Εξηγεί ότι, οι αποτιμήσεις των περιφερειακών αγορών δεν είναι τόσο «συναρπαστικές, αν και η Ελλάδα είναι φθηνή”, οι προσδοκίες για την αύξηση των κερδών ανά μετοχή είναι αυξημένες, τα επιτόκια είναι υψηλά και η δραστηριότητα θα συνεχίσει να υπολείπεται της αντίστοιχης στην υπόλοιπη ευρωζώνη.
Σύμφωνα με την JP Morgan , οι τελευταίες εξελίξεις στην ευρωζώνη μετά από τη σύνοδο, είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, καθώς υποχωρεί το συστημικό ρίσκο.
Συμπληρώνει πως η Γερμανία παραμένει ο μεγαλύτερος ωφελημένος από τη συνέχιση της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης καθώς, επίσης, η κερδοφορία των γερμανικών τραπεζών είναι και θα συνεχίσει να είναι, ισχυρή.
Επαναδιατυπώνει την πρόσφατη αναβάθμισή της για τον τραπεζικό κλάδο σε overweight, καθώς εκτιμά ότι είναι ένας κλάδος ο οποίος θα επωφεληθεί από το χαμηλότερο κόστος κεφαλαίου, είχε την χειρότερη πορεία στους τελευταίους 6-12 μήνες, αλλά είναι ελκυστικά αποτιμημένος και θα υποστηριχτεί από την ανάκαμψη στην ζήτηση για πίστωση.
Και συμπληρώνει, «αν και βρίσκουμε επιλεκτικά κάποιες ευκαιρίες στην περιφερειακή Ευρώπη, δεν συστήνουμε στους επενδυτές να κυνηγούν την περιοχή» αφού οι αποτιμήσεις δεν είναι και τόσο ενδιαφέρουσες, τα σκληρά δημοσιονομικά μέτρα συνεχίζουν, τα επιτόκια παραμένουν σε «άβολα» υψηλά ποσοστά, ενώ θεωρεί πως και η έναρξη της σύσφιξης των επιτοκίων από την ΕΚΤ θα είναι επιπλέον αρντικό στοιχείο για αυτές τις χώρες.
Όπως επισημαίνει ο οίκος, μία από τις καλύτερες στρατηγικές για αυτό το διάστημα, είναι οι long θέσεις στην Ιταλία και οι παράλληλες short θέσεις στην Ισπανία. Η Ιταλία έχει υπο-αποδώσει έντονα τα τελευταία 5-6 χρόνια, ενώ η υπο-απόδοση της Ισπανίας είναι πολύ πιο πρόσφατη. Επίσης, αν και οι δύο χώρες υποφέρουν από τον «κίνδυνο της περιφέρειας», ωστόσο, η Ιταλία είναι σε σημαντικά καλύτερη θέση σε ότι αφορά το ιδιωτικό χρέος και το δημοσιονομικό βάρος.
Όπως τονίζει, μπορεί μεν τα πορτογαλικά και τα ιρλανδικά spreads έναντι των γερμανικών να έχουν διευρυνθεί, τα ιταλικά, τα ισπανικά και τα ελληνικά έχουν βελτιωθεί σημαντικά.
Ευρωπαίοι Οικονομολόγοι
Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με αντιδράσεις Ευρωπαίων Οικονομολόγων σε μελέτη του BBC, η πλειοψηφία υποστηρίζει πως το ευρώ θα επιβιώσει στη σημερινή του μορφή.
Υποστηρίζουν πως η Πορτογαλία θα ακολουθήσει την πορεία της Ελλάδας και της Ιρλανδίας, οι οποίες κατέφυγαν στο μηχανισμό διάσωσης από την ΕΕ.
Απογοητευτική είναι η θέση τους για την Ελλάδα αφού προβλέπουν πως η χώρα δεν θα καταφέρει να ξεχρεώσει.
Τέλος, 23 από τους 38 ειδικούς πιστεύουν πως η Κεντρική Τράπεζα και η Ευρωπαίκή Επιτροπή, χειρίζονται την οικονομική κρίση στον πιο ικανοποιητικό βαθμό.