Στις τράπεζες η μερίδα το λέοντος από την εκκαθάριση στις χρεοκοπημένες επιχειρήσεις
Όλες οι τελευταίες ρυθμίσεις για τις πτωχεύσεις επιχειρήσεων και τι παίρνουν τράπεζες, Δημόσιος τομέας και εργαζόμενοι
Τι έρχεται για δικαστικούς επιμελητές και συμβολαιογράφους
Του Κώστα Νούση
«Σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες» θα αποτελέσει η έμπρακτη εφαρμογή του κειμένου της συμφωνίας που υπέγραψε το Υπουργείο Δικαιοσύνης με τους δανειστές, στο οποίο -μεταξύ άλλων- συμπεριλαμβάνεται ο νέος κώδικας Πολιτικής Δικονομίας και το άνοιγμα των επαγγελμάτων του δικαστικού επιμελητή και του συμβολαιογράφου.
Η «Dealnews.gr», με βάση αποκλειστικές πληροφορίες, προερχόμενες από την ομάδα διαπραγμάτευσης, «φωτίζει» προς τα πού γέρνει η ζυγαριά για το καυτό ζήτημα του ανοίγματος των κλειστών επαγγελμάτων των δικαστικών επιμελητών και των συμβολαιογράφων, όσα προβλέπει ο νέος κώδικας πολιτικής δικονομίας για τις χρεοκοπημένες επιχειρήσεις καθώς και το παρασκήνιο των συζητήσεων στο Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Υπέρ των τραπεζών ο νέος κώδικας
Στην Πολιτική Δικονομία, η οποία υπήρξε μία από τις θρυαλλίδες μεταξύ της κυβέρνησης και Ευρωπαίων ηγετών, κατά τη συνεδρίαση της μαραθώνιας Συνόδου Κορυφής της 12ης Ιουλίου, για να κλειδώσει η νέα συμφωνία, έγιναν οι περισσότερες παρεμβάσεις, με σημαντικότερη εκείνη που αφορά στις επιχειρήσεις που οδηγούνται σε χρεοκοπία και τους πλειστηριασμούς.
Μάλιστα ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας αποτελούσε μέρος του ελληνικού κειμένου των 47 σελίδων, οι οποίες –όπως είναι σε θέση να γνωρίζει η «Dealnews.gr»- ήταν πιστό αντίγραφο του πορτογαλικού σχεδίου, προσαρμοσμένο στα ελληνικά δεδομένα.
Έτσι η συμφωνία προβλέπει την κατάργηση του προνομίου των εργαζομένων επί του εκπλειστηριάσματος, ενώ τη «μερίδα του λέοντος», όπως διαμορφώνονται στο τελικό κείμενο τα ποσοστά, την παίρνουν οι τράπεζες. Ουσιαστικά, αν μια εταιρεία πτωχεύσει (λόγω χρεών προς τους εργαζομένους, το ΙΚΑ, την εφορία, προμηθευτές, τράπεζες) και κατά το χρόνο της πτώχευσης έχει στην περιουσία της ένα ακίνητο, το οποίο βγαίνει σε πλειστηριασμό, το 65% από την αξία του εκπλειστηριάσματος πηγαίνει στις τράπεζες (που έχουν ενέχυρα) στις οποίες αναγνωρίζονται «απαιτήσεις με ειδικά προνόμια», ενώ Δημόσιο, ασφαλιστικά Ταμεία («απαιτήσεις με γενικά προνόμια») παίρνουν το 25% και το υπόλοιπο 10% πηγαίνει στους εργαζόμενους, καθώς, και για την ικανοποίηση των «μη προνομιούχων πιστωτών» (όπως ιδιώτες προμηθευτές), που δεν συμμετείχαν με βάση το προηγούμενο καθεστώς.
Αν δεν υπάρχουν μη προνομιούχοι πιστωτές, το μοίρασμα γίνεται με αναλογία 66,6% και 33,3% μεταξύ τραπεζών και υπολοίπων, ενώ αν υπάρχουν μόνο τράπεζες και μη προνομιούχοι πιστωτές, η πλάστιγγα γέρνει κατά 90% υπέρ των πρώτων και μόλις κατά 10% προς τους δεύτερους. Στη σπάνια περίπτωση που στο σκηνικό δεν εμπλέκονται τράπεζες, τότε το 70% πάει για Δημόσιο, ασφαλιστικά ταμεία, εργαζομένους και το 30% για τους μη προνομιούχους πιστωτές.
Επίσης, καθιερώνονται οι πολλαπλές κατασχέσεις, ενώ προβλέπεται ότι ο πλειστηριασμός θα γίνεται με βάση την εμπορική και όχι την αντικειμενική αξία.
Σημειώνεται ότι το λεγόμενο «σχέδιο Χαμηλοθώρη», προϊόν της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, για το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ είχε συγκροτήσει ειδική επιτροπή προκειμένου να διαπιστώσει τις παθογένειές του και να ζητήσει την απόσυρσή του (σ.σ. κάτι το οποίο τελικά δεν έγινε), επιταχύνει τη διαδικασία των δικαστικών αποφάσεων με τέτοιο τρόπο που είναι σίγουρο ότι κάποια στιγμή θα «γονατίσει το σύστημα». Ιδιαίτερα αν συνυπολογιστεί ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης δεν διαθέτει ούτε την τεχνική υποδομή ούτε το ανθρώπινο δυναμικό για να στηρίξει ένα τέτοιο σχέδιο, ειδικά την πρώτη περίοδο εφαρμογής του.
Η αλλαγή στη σειρά των πιστωτών όσον αφορά τη διεκδίκηση περιουσιακών στοιχείων των πτωχευμένων επιχειρήσεων έχει σημαντικές συνέπειες και σε επίπεδο εσόδων, δεδομένου ότι οι απαιτήσεις του Δημοσίου (από ΦΠΑ κλπ) υποβαθμίζονται σε σχέση με το προηγούμενο καθεστώς (βάσει του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων) υπέρ των τραπεζών, όπως φυσικά και των εργαζομένων που βρίσκονται πλέον σε «δεύτερη μοίρα».
Τα 4 καλά για δικαστικούς επιμελητές και συμβολαιογράφους
Εμφανώς ανακουφισμένοι είναι τόσο οι δικαστικοί επιμελητές όσο και οι συμβολαιογράφοι, το επάγγελμα των οποίων θα παραμείνει κλειστό, ενώ όπως λέει χαρακτηριστικά η πηγή της Dealnews.gr, «Θέλαμε να εξασφαλίσουμε ότι ο κλάδος δεν θα γίνει λαϊκή αγορά όπου ο καθένας θα μπορούσε να επιδίδει και να χρεώνει κατά το δοκούν».
Η ελληνική πλευρά με τη στήριξη της Διεθνούς Ένωσης Δικαστικών Επιμελητών είχε στα χέρια της δύο ισχυρά διαπραγματευτικά χαρτιά: α) το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι τρίτη δύναμη σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με 19,1 δικαστικούς επιμελητές, όταν ο μέσος όρος είναι 8,8 με πρώτες τη Σουηδία και την Ελβετία, όπου στα συγκεκριμένα κράτη οι δικαστικοί λειτουργοί είναι δημόσιοι υπάλληλοι, β) την οδηγία Bolkenstein, η οποία εξαιρεί τα δύο επαγγέλματα από το άνοιγμα καθώς τους έχει εκχωρηθεί κρατική εξουσία.
Αναφορικά με τις αμοιβές των υπαλλήλων, κάτι το οποίο θα περιλαμβάνεται και στο τελικό κείμενο, θα κινούνται στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών οδηγιών. Θα πρέπει δηλαδή να είναι προκαθόρισμένες ώστε οι διάδικοι να γνωρίζουν εκ των προτέρων τι θα στοιχίσει η κάθε διαδικασία. Μέχρι το τέλος του Οκτωβρίου θα συγκεκριμενοποιηθούν, ωστόσο, υπάρχει έτοιμη πρόταση η οποία έχει συζητηθεί και έχει προεγκριθεί και με την Ένωση Ελληνικών Τραπεζών. Αυτό διότι μεγάλο μέρος της επαγγελματικής δραστηριότητας των δικαστικών επιμελητών και των συμβολαιογράφων αφορά τις τράπεζες. Μεταξύ των δύο πλευρών είχε γίνει ένας πρώτος κύκλος συζητήσεων όπου συμφωνήθηκε συγκεκριμένο πλαίσιο αμοιβών, ωστόσο, οι εκλογές δεν επέτρεψαν την ολοκλήρωση της συμφωνίας. Σύμφωνα με την ίδια πηγή αναμένεται να βρεθεί μία θετική λύση.
Παράλληλα, η ελληνική πλευρά ζήτησε και πέτυχε να ισχύσουν στην Ελλάδα οι βέλτιστες πρακτικές που ισχύουν και στην Ευρώπη, ενώ το τέταρτο που ο κλάδος προσμετρά στα θετικά είναι η επέκταση των αρμοδιοτήτων τους.
Το παρασκήνιο
Ο συντονιστής που είχε επωμιστεί τις διαπραγματεύσεις για λογαριασμό του Υπουργείου Δικαιοσύνης, έχοντας να διαχειριστεί πολλά ανοιχτά μέτωπα, με φλέγοντα ζητήματα και βλέποντας ότι, μετά από ένα πρώτο τραπέζι συζητήσεων, οι ελληνικοί συνδικαλιστικοί φορείς του κλάδου των συμβολαιογράφων και των δικαστικών επιμελητών, δεν ήθελαν να πάρουν στα χέρια τους την «ωρολογιακή βόμβα», ζήτησε βοήθεια και «έμπλεξε» στις συζητήσεις τη Διεθνή Ένωση Δικαστικών Επιμελητών.
Μάλιστα, στις 5 Αυγούστου, υπήρξε μία πολύωρη συνάντηση του υπουργού Δικαιοσύνης Νίκου Παρασκευόπουλου με μέλη της Διεθνούς Ενώσεως, όπου μέσω ενός γρήγορου γύρου συζητήσεων, εκτέθηκαν όλες οι απόψεις.
Όσον αφορά στο κλίμα, αυτό το οποίο υπερτερούσε στο περιθώριο των διαπραγματεύσεων, ήταν η φιλική διάθεση η οποία είχε ενδυναμωθεί από το γεγονός ότι οι τεχνοκράτες, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ήταν Έλληνες. Ωστόσο, δεν συνέβαινε το ίδιο και πίσω από τις κλειστές πόρτες όπου τα αίματα άναβαν όταν στο τραπέζι επανέρχονταν ζητήματα τα οποία θεωρούνταν κλεισμένα τόσο από την ελληνική όσο και την πλευρά των δανειστών.
Πολλές φορές, το ΔΝΤ λειτουργούσε ως σπίθα, καθώς επανέφερε συνεχώς ζητήματα. Μάλιστα είναι χαρακτηριστικό ότι όταν επανήλθε στο τραπέζι το θέμα των συμβολαιογράφων το οποίο υποτίθεται ότι είχε επιλυθεί 4 μήνες πριν, ξέσπασε καυγάς με αποτέλεσμα να διακοπεί η συνεδρίαση.