Η ηγεσία του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Γερμανίας (SPD) ασκεί οξεία κριτική στην καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ για αναποφασιστικότητα και έλλειψη ευρωπαϊκού προσανατολισμού, η οποία παρατείνει την κρίση χρέους στην Ευρωζώνη και δημιουργεί αμφιβολίες στις αγορές για το μέλλον της.
Με άρθρο τους, που δημοσιεύθηκε χθες στην εφημερίδα “Financial Times”, ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του SPD και αντικαγκελάριος στην προηγούμενη κυβέρνηση του μεγάλου συνασπισμού Φρανκ Βάλτερ Στάινμαγιερ και ο πρώην υπουργός Οικονομικών στην ίδια κυβέρνηση Πέερ Στάινμπρουκ, ζήτησαν από την κ. Μέρκελ να προωθήσει μια “ευρωπαϊκή λύση” στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που συνεδριάζει σήμερα και αύριο στις Βρυξέλλες, χάριν του κοινού νομίσματος και της κοινής μοίρας των ευρωπαϊκών χωρών. Παράλληλα, οι δύο ισχυροί άνδρες της προηγούμενης γερμανικής κυβέρνησης πρότειναν ένα σχέδιο για να σταματήσει η σημερινή αβεβαιότητα, το οποίο βασίζεται σε τρεις άξονες: Πρώτον, τη διαγραφή (haircut) σημαντικού μέρους του χρέους της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας. Δεύτερον, την αύξηση των πόρων του Ταμείου Διάσωσης (σ.σ.: του Ευρωπαικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που σήμερα έχει κεφάλαια έως 750 διδ. ευρώ) για την εγγύηση του χρέους άλλων χωρών – όπως της Ισπανίας και της Ιταλίας – που κινδυνεύουν, αν και είναι φερέγγυες, να “πνιγούν” από την κερδοσκοπία των αγορών. Τρίτον, την περιορισμένη έκδοση ευρωομολόγων μεσοπρόθεσμα, σε συνδυασμό με την προώθηση μεγαλύτερης δημοσιονομικής και πολιτικής ενοποίησης στην Ευρώπη.
“Αυτά τα μέτρα μπορούν να αποδώσουν, μόνο αν ληφθούν ταυτόχρονα”, αναφέρουν οι δύο πολιτικοί, προσθέτοντας ότι “κανένα από μόνο του δεν θα αποκαταστήσει τη σταθερότητα”.
Παράλληλα, όπως αναφέρουν, με το σχέδιο αυτό θα προστατευθεί η αξιοπιστία και η ανεξαρτησία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), η οποία διαφορετικά κινδυνεύει να γίνει η “κακή τράπεζα” της Ευρώπης, αναφορά που παραπέμπει στον κίνδυνο ζημιών της ΕΚΤ από τις αγορές ομολόγων των χωρών της Ευρωζώνης με υψηλό χρέος.
Ειδικά για την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, σημειώνουν ότι χρειάζονται επειγόντως να απαλλαγούν από ένα σημαντικό μέρος του χρέους τους. “Οι επώδυνες μειώσεις δαπανών και οι διαρθρωτικές αλλαγές – σε έκταση πρωτάκουστη για τη σύγχρονη οικονομική ιστορία – δεν αρκούν για να τις βγάλουν από την παγίδα του χρέους τους”, σημειώνουν, προσθέτοντας ότι “για το συμφέρον όλης της Ευρώπης χρειάζεται να αναδιαρθρώσουμε το χρέος τους”.
Όσον αφορά το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι ιρλανδικές τράπεζες, τα κορυφαία στελέχη της γερμανικής αξιωματικής αντιπολίτευσης προτείνουν να καταργηθεί η πλήρης κρατική εγγύηση που έχει δοθεί για αυτά, ώστε να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα στη ρίζα του, με τους ιδιώτες επενδυτές να αναλαμβάνουν ένα δίκαιο μέρος του κόστους. Αν, προσθέτουν, συνεχισθεί η εφαρμογή των προγραμμάτων διάσωσης, τότε αυτή θα παρέχει σταθερή βάση για την επιστροφή στην οικονομική ανάπτυξη.
Στο ζήτημα των ευρωομολόγων, ο κ. Στάινμαγιερ και ο κ. Στάινμπρουκ αναφέρουν ότι η Γερμανία πρέπει να υποστηρίξει την ιδέα, καθώς οι αγορές περιμένουν τώρα ένα πολιτικό μήνυμα ότι η Οικονομική και Νομισματική Ένωση είναι αμετάκλητη, αλλά σημειώνουν ότι η έκδοσή τους πρέπει να αφορά ένα περιορισμένο ποσοστό του δημοσίου χρέους για να αποφευχθεί ο ηθικός κίνδυνος και μόνο σε συνδυασμό με μεγάλης έκτασης πολιτικές μεταρρυθμίσεις, ώστε να καλυφθεί το χάσμα που υπάρχει μεταξύ νομισματικής και πολιτικής ενοποίησης. Αυτό, κατά την άποψη των συγγραφέων, σημαίνει αυστηρότερο έλεγχο στη δημοσιονομική και οικονομική σταθερότητα, μαζί με ελάχιστους κανόνες για τις πολιτικές μισθών και κοινωνικών δαπανών, καθώς και τη φορολογία των επιχειρήσεων και του κεφαλαίου.
“Σήμερα, η έλλειψη πολιτικού θάρρους θέτει σε κίνδυνο το ευρώ”, αναφέρουν, προσθέτοντας ότι “η Γερμανία δεν είναι αθώα από την άποψη αυτή”. Προχωρώντας ακόμη περισσότερο την κριτική τους, δηλώνουν: “Η απομόνωση της Γερμανίας έγινε πραγματική ανησυχία. Τώρα χρειαζόμαστε ένα σήμα ότι η Γερμανία θέλει μια πιο ευρωπαϊκή Γερμανία και όχι μία πιο γερμανική Ευρώπη”.