Στην εκτίμηση ότι το τρίτο ελληνικό πρόγραμμα πιθανότατα θα επιτύχει την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας μέσα από την αύξηση των εξαγωγών, προέβη ο Γερμανός οικονομολόγος Daniel Gros.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, προβλέπει πως τα πρώτα σημάδια της ανάκαμψης μπορούν να γίνουν ορατά ήδη από την επόμενη χρονιά, καθώς, όπως τονίζει, η δημοσιονομική προσαρμογή της χώρας έχει ως επί το πλείστον συντελεστεί, ενώ και η λειτουργία του τραπεζικού συστήματος αναμένεται να βελτιωθεί. Επιπλέον, ο διευθυντής του Κέντρου Μελετών Ευρωπαϊκής Πολιτικής (CEPS), της ευρωπαϊκής δεξαμενής σκέψης με έδρα τις Βρυξέλλες, εκφράζει την άποψη ότι οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, στις οποίες εμμένει μέρος των δανειστών είναι δευτερεύουσας σημασίας.
Μετά από δύο αποτυχημένα μνημόνια, όπως τα έχετε χαρακτηρίσει, πιστεύετε ότι αυτή τη φορά το ελληνικό πρόγραμμα έχει ελπίδα να επιτύχει;
– Υπάρχουν δύο λόγοι για τους οποίους αυτή τη φορά μπορεί να επιτύχει. Πρώτον αυτή τη φορά η δημοσιονομική προσπάθεια που πρέπει να γίνει είναι πολύ μικρότερη. Τις προηγούμενες δύο φορές ήταν κοντά στο 10% του ΑΕΠ, ενώ τώρα είναι το πολύ 1%. Το δεύτερο σημείο στο οποίο θα ήθελα να σταθώ είναι ότι οι μισθοί έχουν ήδη μειωθεί πολύ και αυτό πρέπει να οδηγήσει πλέον σε αύξηση των εξαγωγών.
Πιστεύετε ότι αυτή τη φορά θα εφαρμοστούν κάποιες μεταρρυθμίσεις από τις όποιες θα επωφεληθεί η ελληνική οικονομία;
– Η αλήθεια είναι ότι είμαι κάπως σκεπτικός. Ίσως κάποιες να εφαρμοστούν. Αλλά αυτό δεν είναι το κλειδί. Πολλές από αυτές τις μεταρρυθμίσεις είναι βεβαίως χρήσιμες. Αλλά όταν έχεις μείωση μισθών κατά 20 – 25% του ΑΕΠ, ακόμα και χωρίς μεταρρυθμίσεις, κάτι θα έπρεπε να κινηθεί σε σχέση με την ανταγωνιστικότητα και τις εξαγωγές. Πιστεύω, λοιπόν, ότι κάτι θα αρχίσει να κινείται τώρα. Πάντα μεσολαβεί ένα διάστημα μεταξύ της τόνωσης της ανταγωνιστικότητας και της αύξησης των εξαγωγών. Και οι τράπεζες λογικά θα είναι σε λιγότερο κακή κατάσταση σε σχέση με το παρελθόν.
Πιστεύετε δηλαδή ότι αυτή τη φορά ο τομέας των εξαγωγών θα αναπτυχθεί;
– Ναι, πιστεύω ότι εάν η Ελλάδα είναι μια κανονική οικονομία, αυτή τη φορά θα υπάρξουν θετικά αποτελέσματα. Η αύξηση των εξαγωγών έως σήμερα δυσκολεύτηκε λόγω κάποιων βραχυπρόθεσμων ανελαστικοτήτων της οικονομίας, αλλά και λόγω των αδυναμιών του τραπεζικού τομέα. Οι πιστωτικοί περιορισμοί μπορούν να καθυστερήσουν την ανάπτυξη αλλά δεν μπορούν να την ανακόψουν τελείως. Επομένως, οι λόγοι που επιβραδύνουν την ανάκαμψη, θα είναι εφεξής λιγότεροι από πριν.
Τα πρόσθετα φορολογικά μέτρα που συμπεριλαμβάνονται στο τρέχον μνημόνιο δε θα αποτελέσουν εμπόδιο στο δρόμο προς την ανάπτυξη;
– Εάν όντως εφαρμοστούν τότε η κυβέρνηση θα έχει πολλά έσοδα. Θα έχει τεράστιο πλεόνασμα, άρα δε θα πρέπει να παραπονιέται. Και τότε θα μπορεί να μειώσει τους φόρους στους μισθούς.
Σε ό,τι αφορά τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, πιστεύετε ότι υπάρχει ανάγκη να εφαρμοστούν και τι θα προσφέρει στην ελληνική οικονομία η περαιτέρω απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, δεδομένου ότι η εσωτερική ζήτηση είναι ακόμα πολύ χαμηλή;
– Πρωτ’ απ’ όλα δεν πιστεύω ότι αυτές οι μεταρρυθμίσεις είναι απολύτως αναγκαίες. Πιστεύω ότι είναι δευτερεύουσας σημασίας. Ωστόσο, εάν εφαρμοστούν και μειώσουν κι άλλο την εσωτερική ζήτηση, αυτό δεν είναι καθόλου αρνητικό. Γιατί δεν έχει η Ελλάδα ανάγκη την εσωτερική ζήτηση αλλά την εξωτερική. Δεν μπορείς να έχεις στην Ελλάδα ανάκαμψη που θα βασίζεται στην εσωτερική ζήτηση. Πρώτα πρέπει να αυξηθούν οι εξαγωγές και μετά να έρθει η εσωτερική ζήτηση. Στην Ισπανία, στην Πορτογαλία και την Ιρλανδία μπορεί να αυξηθεί πλέον η εσωτερική ζήτηση γιατί το πρόγραμμα έχει ήδη πετύχει στον τομέα των εξαγωγών. Στην ευρωζώνη γενικότερα ναι, πρέπει να αυξηθεί η εσωτερική ζήτηση. Αυτό το επιχείρημα είναι καλό, αλλά όχι για την Ελλάδα.
Πιστεύετε ότι η ελάφρυνση του χρέους που συζητιέται θα έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα όσον αφορά την ανάπτυξη;
– Όχι, γιατί δεν έχει σχεδόν καμία σύνδεση. Δεν επηρεάζει καθόλου αυτά που έχει να πληρώσει η Ελλάδα τα επόμενα πέντε με δέκα χρόνια ούτε αυτό που πιστεύουν οι επενδυτές για τα επόμενα 30 χρόνια. Είναι κατά τη γνώμη μου μια καθαρά πολιτική συζήτηση. Όλα αυτά που συζητιούνται πρέπει να γίνουν, αλλά πραγματικά, θα εξάγει περισσότερο η Ελλάδα επειδή το 2030 θα πληρώσει λιγότερο;
Στον τομέα των επενδύσεων, πιστεύετε ότι θα επιτευχθεί η πολυπόθητη προσέλκυση των ξένων επενδυτών;
– Βρίσκω αυτή τη συζήτηση 90% ανούσια. Αυτό που έχει σημασία είναι πως η Ελλάδα θα κάνει πιο αξιόπιστη τη διοίκηση και πως θα μειώσει τη διαφθορά. Αυτό δε θέλει μεγάλα προγράμματα και υποσχέσεις, αυτό θέλει πέντε με δέκα χρόνια σκληρής εργασίας.
Ένα σημαντικό κομμάτι της ανάκαμψης είναι να ξεκινήσει και πάλι να χρηματοδοτεί το τραπεζικό σύστημα την πραγματική οικονομία. Πιστεύετε ότι αυτή τη φορά η ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών θα είναι πιο πετυχημένη από τις προηγούμενες;
– Πιστεύω ότι θα είναι λιγότερο αποτυχημένη για την ακρίβεια. Κι αυτό γιατί η συζήτηση για το Grexit έχει σταματήσει, η πολιτική αστάθεια είναι λιγότερη και ίσως η καινούργια διοίκηση κοιτάξει περισσότερο μακροπρόθεσμα, χωρίς αυτό να σημαίνει οτι θα πρέπει να δίνονται δάνεια δεξιά και αριστερά, αλλά εκεί που χρειάζεται.
Τέλος, πότε πιστεύετε ότι θα δούμε τα πρώτα σημάδια της οικονομικής ανάκαμψης; Προβλέπετε ακόμη πως θα χρειαστούν όλα τα κεφάλαια του προγράμματος;
– Πιστεύω πως η ελληνική οικονομία μπορεί να ανακάμψει με ευκολία την επόμενη χρονιά και όντως αν είναι σημαντική αυτή η ανάκαμψη να μην χρειαστεί να χρησιμοποιηθούν όλα τα κεφάλαια του προγράμματος. Ωστόσο, έρχεται η ερώτηση γιατί να εκδώσει η Ελλάδα νέα ομόλογα με 5 ή 6% και να απευθυνθεί στις αγορές, ενώ μπορεί να χρηματοδοτήσει την αποπληρωμή του χρέους με κεφάλαια που δανείζεται με 1%; Εγώ θα πρότεινα για διάστημα πέντε δέκα ετών να μην γίνει καθόλου ιδιωτικός δανεισμός και μετά, αφού εδραιωθεί η ανάκαμψη να περάσει στο άλλο άκρο και να μη χρησιμοποιεί πλέον καθόλου δημόσια κεφάλαια. Αυτός ο συνδυασμός των δύο που έγινε και από την προηγούμενη ελληνική κυβέρνηση, δεν είχε κάποιο ουσιαστικό όφελος. Έγινε για λόγους επίδειξης και το αποτέλεσμα ήταν να αγοράζει η χώρα πολύ ακριβό χρήμα.