Στις πιθανές συνέπειες που θα μπορούσε να προκαλέσει στο σύνολο της Ευρωζώνης η Ελλάδα με τις ενέργειές της, κυρίως στο θέμα του χρέους, αναφέρεται ο αρθρογράφος της Marketwatch, Satyajit Das.
Στο άρθρο του με τίτλο «πώς η Ελλάδα θα μπορούσε να προκαλέσει κατάρρευση της ευρωζώνης», ο Satyajit Das επισημαίνει ότι η ΕΕ δεν μπορεί να αναγνωρίσει ότι οι ενέργειές της μπορεί να αποσταθεροποιήσουν την Ευρώπη.
Όπως εξηγεί χαρακτηριστικά, η υπόθεση του ελληνικού χρέους, έχει επίσης πλήξει το ευρωπαϊκό project, ενδεχομένως ανεπανόρθωτα.
Το πρόβλημα δεν είναι ότι η ευρωζώνη βρέθηκε να αντιμετωπίζει η ίδια σοβαρές οικονομικές προκλήσεις. Το ζήτημα είναι η αποτυχία της να αντιληφθεί τον κίνδυνο να ξεσπάσει μια τέτοια κρίση, η απουσία σχεδιασμού έκτακτης ανάγκης, και η ανικανότητα της ευρωζώνης να διαχειριστεί το πρόβλημα εγκαίρως. Η ελληνική κρίση μετρά τώρα πάνω από πέντε χρόνια, χωρίς καμία ένδειξη μιας μόνιμης λύσης.
Υπάρχουν μόνο δυσάρεστες επιλογές. Μερικές παραχωρήσεις δεν θα λύσουν το πρόβλημα. Τα άλλα μέλη της ευρωζώνης θα πρέπει να συνεχίσουν να παράσχουν επιπλέον χρηματοδότηση στην Ελλάδα, αυξάνοντας περαιτέρω το ρίσκο.
Η ευνοϊκή μεταχείριση προς την ελληνική κυβέρνηση ρισκάρει να ανοίξει το κουτί της Πανδώρας με τις απαιτήσεις από άλλες χώρες να χαλαρώσουν τα μέτρα λιτότητας. Οι απαιτήσεις είναι πιθανό να έλθουν από την Ισπανία, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία, την Ιταλία και την Γαλλία.
Μια απομείωση του χρέους, μπορεί να απειλούσε τις κυβερνήσεις της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, της Ιταλίας, της Φινλανδίας, της Ολλανδίας και της Γερμανίας. Όπως σχολιάζει ο αρθρογράφος, εάν η Ελλάδα εγκαταλείψει το ευρώ, τότε οι συνέπειες για την ευρωζώνη είναι ασαφείς. Εάν η Ελλάδα ευημερήσει εκτός του ενιαίου νομίσματος, τότε μειώνεται η έλξη της ευρωζώνης για τα ασθενέστερα μέλη.
Δεδομένης της απουσίας ανώδυνων λύσεων, φαίνεται για την ώρα ότι ούτε η Ελλάδα ούτε οι πιστωτές της έχουν άλλον αντικειμενικό στόχο από το να αποφύγουν να βάλουν το αποτύπωμά τους στο μέσο που προκαλεί χρεοκοπία, την μεγαλύτερη αναδιάρθρωση χρέους παγκοσμίως ή τη διάσπαση του ευρώ.
Η προσέγγιση της ΕΕ έχει επίσης υπονομεύσει το ευρωπαϊκό project. Μεγάλες χώρες όπως η Γερμανία έχει αντιδράσει στην ανικανότητα επίλυσης της κρίσης, καταφεύγοντας σε οικονομική και πολιτική πίεση, που συνεπάγεται λιγότερη και όχι περισσότερη ευελιξία, με αυστηρότερους κανόνες και εφαρμογή, μεταξύ των οποίων αυστηρότερη εποπτεία των εθνικών προϋπολογισμών.
Πιστεύοντας ότι η Ελλάδα δεν θα εγκαταλείψει με την θέλησή της το ευρώ, μια θέση που επιβεβαιώνεται και από τις δημοσκοπήσεις, η ΕΕ έχει απορρίψει τον συμβιβασμό. Αντί αυτού, έχουν προσπαθήσει να διατηρήσουν την πίεση με τη συνεργασία της ΕΚΤ, στην ελληνική κυβέρνηση. Στόχος είναι να τους εξαναγκάσουν σε μια συμφωνία ή να εκθέσουν τις διαιρέσεις ανάμεσα στο κυβερνών κόμμα και στο συνασπισμό. «Η ΕΕ, η οποία τάχθηκε ενεργά κατά της εκλογής ΣΥΡΙΖΑ, τώρα ελπίζει να καταρρεύσει η κυβέρνηση και να αντικατασταθεί από μια εύκαμπτη εναλλακτική λύση –όπως συνέβη στην Ελλάδα το 2012», αναφέρει το δημοσίευμα.
Η ΕΕ, εκτιμά ο Satyajit Das, χρησιμοποιεί τις διαπραγματεύσεις για να χρησιμοποιήσει την Ελλάδα ως παράδειγμα προς αποφυγή και να αποτρέψει παρόμοια προβλήματα με τις πιθανές μελλοντικές κυβερνήσεις σε Ισπανία και σε Πορτογαλία.
Η ΕΕ, σύμφωνα με τον αρθρογράφο, δεν μπορεί να αναγνωρίσει ότι οι ενέργειές της ίσως αποσταθεροποιήσουν την Ευρώπη με απροσδόκητους τρόπους. Η Ελλάδα έχει τη δυναμική να υπονομεύσει την δυτική ασφάλεια, δημιουργώντας έναν μεγάλο διάδρομο μεταβλητότητας στα Βαλκάνια, στην Ανατολή, στη Μέση Ανατολή, και στον Καύκασο.
Καθώς είναι μέλος της ΕΕ, η Ελλάδα μπορεί να ασκήσει βέτο στις κυρώσεις, μειώνοντας τη δύναμη της Ευρώπης. Οι ενέργειές της ή η έλλειψη αυτών μπορούν να επιδεινώσουν την σοβαρή προσφυγική κρίση που αντιμετωπίζει η Ευρώπη. Μια πικραμένη Ελλάδα, εχθρική προς τους ευρωπαίους εταίρους και το ΝΑΤΟ, έχει προκαλέσει συναγερμό στις ΗΠΑ. Σε βαθύτερο επίπεδο, οι ενέργειες της ΕΕ προάγουν την πολιτική ριζοσπαστικοποίηση τόσο στην πολιτική δεξιά όσο και στην αριστερά, με άγνωστες συνέπειες.
Ίσως η πραγματική ζημιά να είναι ανεπαίσθητη, καθώς το πραγματικό πρόσωπο του ευρωπαϊκού project και οι Ευρωπαίοι ηγέτες και ελίτ, είναι εκτεθειμένες. Το Νοέμβριο του 1990, η Margaret Thatcher, απαντώντας σε ερώτηση για την ευρωπαϊκή νομισματική ένωση, αντιλήφθηκε ικανοποιητικά την κατάσταση: «όλα είναι πολιτική. Αυτός που ελέγχει τα επιτόκια είναι πολιτικός. Ένα ενιαίο νόμισμα αφορά την πολιτική της Ευρώπης».