Η αύξηση των επιτοκίων που θα ανακοινωθεί αύριο από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα δείξει ότι μία ενιαία πολιτική γραμμή δεν είναι δυνατόν να ταιριάζει σε όλα τα κράτη της Ευρωζώνης.
Σύμφωνα με άρθρο της Wall Street Journal, τα νέα επιτόκια ταιριάζουν στην Γερμανία, αλλά όχι σε Ελλάδα και Ιρλανδία.
Πριν την κρίση, τέθηκε το ερώτημα αν το επιτόκιο που καθορίστηκε από την ΕΚΤ, ήταν εξίσου κατάλληλο για την Γερμανία όσο ήταν για την Ελλάδα.
Αν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πραγματοποιήσει την υπόσχεσή της και αυξήσει τα επιτόκια αύριο, το ερώτημα αυτό θα τεθεί ξανά.
Είναι σαφές ότι ένα επιτόκιο δεν γίνεται να ταιριάζει σε όλα τα μέλη της ζώνης του ευρώ. Aν τα μέλη της ΕΚΤ πραγματοποιήσουν όσα είπαν, το επιτόκιο θα βρει καλύτερη εφαρμογή στα ισχυρά μέλη του ευρώ, παρά στα μικρότερα.
Εκτός και αν κάποια μικρότερα μέλη της ένωσης μπορέσουν να μετατραπούν σε μινιατούρες της Γερμανίας για παράδειγμα, που είναι αυτό που οι ιθύνοντες εννοούνε με τον όρο “σύγκλιση”.
Ούτε η Ιρλανδία, ούτε η Ελλάδα, ούτε η Πορτογαλία έχει καταφέρει ακόμα κάτι τέτοιο, οπότε η αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ που ταιριάζει στη Γερμανία, δεν ταιριάζει στα μέλη αυτά.
Πριν από την κρίση, το βασικό της επιτόκιο της ΕΚΤ ήταν πολύ χαμηλό για την Ιρλανδία και την Ελλάδα. Και από την έναρξη της κρίσης και μετά το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ έχει πιάσει πάτο.
Αυτό θα αλλάξει την Πέμπτη και αν οι οικονομίες της Γερμανίας και της Γαλλίας συνεχίσουν να ανακάμπτουν, το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ θα καταστεί πολύ σύντομα περισσότερο επιζήμιο για τις οικονομίες που ήδη δυσκολεύονται και συνήθως αποτυγχάνουν στην ανάπτυξη.
Το κόστος της διάσωσης γίνεται πλέον εμφανές στους Ιρλανδούς και τους Έλληνες. Όντας σε μια νομισματική ένωση, σημαίνει ότι δεν μπορεί να επιτραπεί στις τράπεζες να προβούν σε αναδιάρθρωση του χρέους τους.
Μπορεί η Ιρλανδία και η Ελλάδα να τα θαλάσσωσαν αλλά η διαδικασία για την έξοδο από το χάος γίνεται εξαιρετικά πιο πολύπλοκη και δύσκολη λόγω του ντόμινο που θεωρείται ότι θα προκαλέσουν αυτές οι εξελίξεις στο σύνολο της ευρωζώνης.
Μπορεί να μην είμαστε πολύ μακριά, από το να δούμε μερικά από τα ασθενέστερα μέλη της ευρωζώνης να αποφασίζουν ότι είναι πολύ αδύναμες για να υπομείνουν τη σκληρή πειθαρχία που απαιτείται για τη διασφάλιση του συνόλου.