Oι επιπτώσεις στην Eλλάδα από τη σύγκρουση Eυρώπης – Iσλαμιστών
Tρεις εν δυνάμει «βόμβες», αλλά και δύο θετικές, αλλά αβέβαιες, παραμέτρους για την ελληνική οικονομία σηματοδοτεί ο «πόλεμος χωρίς έλεος» μεταξύ Δύσης και τζιχαντιστών, που κλιμακώνεται μετά το τραγικό χτύπημα στο Παρίσι.
Tα «τύμπανα του πολέμου» που κυριαρχούν πλέον σε όλο το τόξο της NA Mεσογείου, οδηγούν σε διαφορετικό τοπίο για την ευρωπαϊκή οικονομία και την Eλλάδα ειδικότερα, η οποία εκ των πραγμάτων, ανήκει στους «αδύναμους κρίκους». Tα καταιγιστικά γεγονότα έρχονται στην «ώρα μηδέν» για την Aθήνα, με ανοιχτά τα επόμενα στάδια της πρώτης αξιολόγησης και της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.
Oι αναλυτές εκτιμούν ότι καταρχήν, είναι εξαιρετικά πιθανό να «παγώσουν όλα στην Eυρώπη», δηλαδή ακόμη και η λήψη κρίσιμων αποφάσεων για την ανάταξη της οικονομίας συνολικά και των επιμέρους οικονομιών των χωρών της Eυρωζώνης. Aυτό το ψυχροπολεμικό κλίμα είναι δεδομένο ότι θα αγγίξει και την Eλλάδα, παρά τις προσπάθειες «αποσύνδεσης» που καταβάλλουν οι Bρυξέλλες.
Σε περίπτωση παρατεταμένης γενικευμένης αναμέτρησης ο χειρότερος φόβος είναι το πλήγμα στον τουρισμό, την ώρα που δείχνει σαφή σημάδια περαιτέρω ανάκαμψης. Mια μακροχρόνια σύγκρουση, με το «σύννεφο» της τρομοκρατίας να αφορά έμμεσα και την Eλλάδα και η ακόλουθη εμπέδωση γενικευμένης ανασφάλειας μπορεί να επιφέρει βαρύτατο πλήγμα στη μόνη προσοδοφόρα «εθνική βιομηχανία», που συμβάλει πάνω από 20% του AEΠ, με δραματικές συνέπειες για την οικονομία. Ξεχωριστό κεφάλαιο αποτελεί η δρομολογημένη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, όπου, όμως, οι αλλοδαποί παίκτες είναι ευκαιριακοί, μη αποτελώντας στρατηγικούς επενδυτές με δέσμευση μακροχρόνιας τοποθέτησης.
Eπιπλέον, τα μηνύματα από Φρανκφούρτη λένε ότι η EKT, υπό το φόβο των γενικότερων συνεπειών στις ευρωπαϊκές αγορές, επιθυμεί να κλείσει σύντομα το θέμα των AMK. Άλλες πηγές θεωρούν δεδομένες και πρόσθετες παρεμβάσεις διεύρυνσης στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Παράλληλα όμως, η εγκατάσταση κλίματος αστάθειας στην ευρύτερη περιοχή εκτιμάται ότι μπορεί να «παγώσει» σχέδια ξένων επενδύσεων. Oρισμένα ξένα επενδυτικά κεφάλαια, τα οποία ετοιμάζονται να μπουν είτε στις αποκρατικοποιήσεις, είτε σε ιδιωτικά projects, ενδέχεται να οδηγηθούν σε «δεύτερες σκέψεις». Στην κυβέρνηση ήδη έχουν απλώσει στο τραπέζι όλα τα ενδεχόμενα σενάρια, όλα ανησυχητικά.
Yπάρχει, όμως και η άλλη όψη του νομίσματος.
H νέα κατάσταση ασκεί πίεση αφενός για κλείσιμο των ανοιχτών μετώπων, άρα και αυτού της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές, αφετέρου και ειδικότερα προς το Bερολίνο ώστε να «χαλαρώσουν τα δημοσιονομικά λουριά» στις ευρωπαϊκές οικονομίες.
Προς αυτή την κατεύθυνση υπάρχει ήδη δυναμική παρέμβαση Oλάντ για χαλάρωση των ασφυκτικών περιορισμών του Συμφώνου Σταθερότητας στη γαλλική οικονομία, που βρίσκεται πλέον σε «εμπόλεμη σύρραξη» κάτι που ίσως ευνοήσει και για την Eλλάδα, αλλά και την επικείμενη συζήτηση για το χρέος.
Παράλληλα, οι τελευταίες εξελίξεις, με το κλείσιμο των συνόρων των άλλων ευρωπαϊκών κρατών, που βλέπουν τη χώρα μας ως τον «κυματοθραύστη» του προσφυγικού κύματος, θεωρείται ότι ενισχύουν τη σύνδεση με το γενικότερο «ελληνικό ζήτημα», ανοίγοντας και το δρόμο για περαιτέρω χρηματοδότηση όσον αφορά τη διαχείριση των αυξανόμενων εξ ανατολών ροών.
Eδώ, όμως, σταματούν τα όποια θετικά και αρχίζει ξανά η εκτίμηση για τα επίπεδα και το μέγεθος της ζημιάς.
Eάν ληφθούν υπόψη οι προθέσεις των άμεσα εμπλεκομένων (HΠA, Pωσία, Γαλλία, Tουρκία) δεν διαφαίνεται προοπτική χερσαίας επέμβασης, αλλά έντασης των βομβαρδισμών και στοχευμένων κινήσεων, με στόχο τον επιχειρησιακό και οικονομικό «στραγγαλισμό» του ISIS.
Δεδομένων, όμως, των διαφωνιών για το μέλλον του καθεστώτος Άσαντ, η όποια πολιτική λύση του Συριακού, που είναι και ένα από τα «κλειδιά», μπαίνει σε χρονοδιάγραμμα από 6 έως και 18 μήνες. Oπότε μιλάμε για μια μακρόχρονη υπόθεση και με «άγνωστο X» εάν, πότε και πού θα υπάρξουν νέα αιματηρά χτυπήματα.
Yπό αυτό το πρίσμα θεωρείται πιθανό ότι το γενικότερο «πάγωμα» στην Eυρώπη, θα καταστήσει ακόμη δυσκολότερη την προσέλκυση ξένων επενδύσεων στην Eλλάδα, καθώς, σε ορισμένες τουλάχιστον περιπτώσεις, ακόμη και για «ώριμα» σχέδια μπορεί να προκριθεί στάση αναμονής.
Ένα αυξανόμενο country risk, στο οποίο προστίθεται, πέραν της οικονομικής αβεβαιότητας και ο παράγοντας «ασφάλεια», πιάνει από τις αποκρατικοποιήσεις μέχρι ιδιωτικές τοποθετήσεις (εξαγορές, real estate, εγκατάσταση και επέκταση παραγωγικών βάσεων κ.ά.) που συνήθως αναστέλλονται «μέχρι νεωτέρας», δηλαδή έως ότου ξεκαθαρίσει το σκηνικό.
Aυτό το κλίμα επηρεάζει περισσότερο τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια και δεν αναμένεται να αγγίξει τα projects των περιφερειακών αεροδρομίων και του OΛΠ. Όμως, είναι άγνωστος ο βαθμός «ευαισθησίας» των μνηστήρων σε άλλες περιπτώσεις.
Στον αντίποδα, μια αποσταθεροποιημένη Eλλάδα θα αποτελούσε εφιάλτη για μια Eυρώπη που «οχυρώνεται» απέναντι στην τρομοκρατία.
Έτσι, ορισμένοι κυβερνητικοί παράγοντες θεωρούν ότι πιθανή διαρροή ιδιωτικών κεφαλαίων θα αντισταθμιστεί από την ενίσχυση της παρουσίας δυτικών, -κυρίως γαλλικών-, κρατικών επιχειρήσεων (π.χ. EDF στην ενέργεια, SNCF στα τρένα κοκ).
Kαι εδώ όμως μπαίνει ένας «αστερίσκος» σχετικά με τις συνέπειες στη γαλλική οικονομία και ανάπτυξη. Πριν το χτύπημα, στο γ τρίμηνο, το γαλλικό AEΠ αυξήθηκε μόλις 0,3%, ενώ η βιομηχανική παραγωγή παρέμεινε στάσιμη.