Ενώ η κυβέρνηση προσπαθεί να διασφαλίσει τη δημοσιονομική σταθερότητα, παρεμβαίνοντας με μέτρα περικοπής συντάξεων και παροχών ύψους €1,8 δισ. και αύξηση του φορολογικού βάρους ύψους €3 δισ., που θα βαρύνουν κυρίως τους συνεπείς φορολογούμενους (ιδιώτες και επιχειρήσεις), παρατηρείται μία αύξηση των δαπανών για αμοιβές στο δημόσιο, αναφέρει στην εβδομαδιαία έκθεσή του ο ΣΕΒ.
Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει, η αντιστροφή της τάσης νοικοκυρέματος των τελευταίων χρόνων στις δημόσιες δαπάνες, υπονομεύει τις θυσίες που υπέστησαν οι εργαζόμενοι και οι επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα, καθ΄όλη τη διάρκεια της κρίσης, όταν 1 στους 4 πολίτες είναι ακόμη άνεργος και οι προοπτικές εξόδου από την ύφεση παραμένουν αβέβαιες. Δεν είναι, επίσης, αποδεκτό, στη σημερινή συγκυρία, κυβερνητικές πράξεις ή παραλείψεις να οδηγούν σε αναστολή επιχειρηματικών επενδύσεων (Ελληνικός Χρυσός), σε αθέτηση συμβατικών υποχρεώσεων (ΟΠΑΠ) και σε καθυστερήσεις στην ανάληψη ιδιωτικών επενδυτικών πρωτοβουλιών (COSCO, ΤΡΑΙΝΟΣΕ, Ελληνικό, υδατοδρόμια, κ.α.). Ούτε βέβαια τιμά τη χώρα, ελληνικές επιχειρήσεις να βρίσκουν πρόσφορο έδαφος λειτουργίας στο εξωτερικό, μόνο και μόνο για να αποφύγουν την υψηλή φορολογία, τους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων και την καθυστέρηση στην επιστροφή του ΦΠΑ. Χωρίς ενεργή πολιτική ιδιωτικών επενδύσεων, η Ελλάδα δεν μπορεί να προσφέρει δουλειές στους νέους και τους ανέργους. Η ανεργία δεν καταπολεμάται με τη δημιουργία εικονικής απασχόλησης, ούτε το δημόσιο μπορεί να υποκαταστήσει τις ιδιωτικές επιχειρήσεις ως εργοδότης παραγωγικών κι αποδοτικών θέσεων εργασίας. Απλώς στερεί πόρους, μέσω της φορολογίας, από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, που αδυνατούν να προσλάβουν κόσμο και να πληρώσουν σωστές και δίκαιες αμοιβές.
Η καλή πορεία του κρατικού προϋπολογισμού συνεχίζεται τον Νοέμβριο, με την υστέρηση εσόδων να υποχωρεί σε επίπεδο γενικής κυβέρνησης. Ειδικά, στην είσπραξη του ΕΝΦΙΑ προστίθεται πλέον και η καλή πορεία των εσόδων από ασφαλιστικές εισφορές καθώς η αύξηση στις εισφορές υγείας στις συντάξεις από 4% σε 6% και η επέκταση της και στις επικουρικές ισχύει αναδρομικά από τον Ιούλιο 2015. Η βιομηχανική παραγωγή ανακάμπτει τον Δεκέμβριο, δημιουργώντας ελπίδες για την υποχώρηση των εξαγωγών τον Νοέμβριο που μπορεί να αποδειχτεί παροδική. Η αγορά εργασίας επιδεικνύει στασιμότητα, καθώς η καλή πορεία της μισθωτής απασχόλησης το Δεκέμβριο δικαιολογείται από την αύξηση του εσωτερικού τουρισμού και την καθυστερημένη κάλυψη κενών θέσεων στην εκπαίδευση.
Η διατήρηση και αύξηση των θέσεων εργασίας στην ιδιωτική οικονομία δεν προαπαιτεί μόνο την προώθηση διαρθρωτικών αλλαγών, τη χαμηλή φορολόγηση της μισθωτής εργασίας με φόρους και εισφορές και την προσέλκυση επενδύσεων. Σημαντικό ρόλο πρέπει να αναλάβουν και οι ενεργητικές πολιτικές ενίσχυσης της απασχόλησης. Οι πολιτικές αυτές, για να είναι αποδοτικές, επιβάλλεται να εστιάζουν σε ομάδες με πιο αδύναμη διασύνδεση με την αγορά εργασίας, όπως είναι οι νέοι χαμηλής εξειδίκευσης και οι γυναίκες. Τα προγράμματα απασχόλησης στο δημόσιο δεν θα φέρουν αποτελέσματα στην μόνιμη αύξηση της απασχόλησης.