Τη συνεισφορά των αποκρατικοποιήσεων στην αύξηση της απασχόλησης αλλά και στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των επενδυτών προς την Ελλάδα υπογραμμίζει ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), κατά το εβδομαδιαίο οικονομικό του δελτίο.
Συγκεκριμένα, ο ΣΕΒ επισημαίνει ότι η επιλογή των αποκρατικοποιήσεων που θα προωθηθούν, κατά προτεραιότητα, δεν πρέπει να γίνεται με εισπρακτικό κριτήριο, αλλά με γνώμονα τη δυνητική επίπτωση που μπορεί να έχει η αποκρατικοποίηση μαζί με την εδραίωση της αποτελεσματικής διαχείρισης και ανταγωνιστικής λειτουργίας της αγοράς στην απασχόληση. Η ολοκλήρωση, προσθέτει, της διαδικασίας παραχώρησης του 67% του ΟΛΠ στην Cosco, σε τιμή 22 ευρώ ανά μετοχή είναι μία καλή αρχή.
Σχετικά με το μέγεθος του δημόσιου τομέα, διαπιστώνει ότι η απασχόληση σε απόλυτα μεγέθη έχει μειωθεί εντυπωσιακά από 1 εκατ. περίπου εργαζόμενους το 2009 σε 770.000 σήμερα, επιστρέφοντας grosso modo στα επίπεδα των αρχών της δεκαετίας του 2000. Η εξέλιξη αυτή, εξηγεί, αντανακλά τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό μέχρι το 2009 και την προσαρμογή της οικονομίας που επακολούθησε.
Βεβαίως, ο ΣΕΒ τονίζει ότι η δημοσιονομική επίπτωση του νοικοκυρέματος στον δημόσιο τομέα ήταν πολύ μικρότερη, λόγω της επιπρόσθετης επιβάρυνσης του προϋπολογισμού με το συνταξιοδοτικό κόστος της αποχώρησης των εργαζομένων από το δημόσιο, σε αντίθεση με τους άνω του 1 εκατ. ιδιωτικούς υπαλλήλους που είναι στην ανεργία. Στο σύνολο της απασχόλησης είναι αξιοσημείωτο ότι το μερίδιο του δημόσιου τομέα έχει παραμείνει σχεδόν αμετάβλητο στο 21% τα τελευταία 15 χρόνια.
«Κυβερνήσεις έρχονται και παρέρχονται, Μνημόνια σκίζονται και ξαναγράφονται, αποκρατικοποιήσεις προωθούνται και ανατρέπονται, πολιτικά κόμματα μεγαλουργούν και ταπεινώνονται. Το σχετικό μέγεθος, όμως, του δημόσιου τομέα παραμένει αμετάβλητο», αναφέρει ο Σύνδεσμος.
Τα μεγέθη αυτά, υπερτονίζει, συνηγορούν στην άποψη ότι τα περιθώρια αποκρατικοποίησης είναι ακόμη μεγάλα, κυρίως μέσω εξωτερικής ανάθεσης υπηρεσιών στον ιδιωτικό τομέα ή και απόσυρσης δημοσίου, από οικονομικές δραστηριότητες, όπου δεν εξυπηρετούνται λόγοι δημοσίου συμφέροντος ή σκοπιμότητας. Και εδώ, συνεχίζει, βρίσκεται μέρος της παθογένειας της ελληνικής οικονομίας, καθώς ανθρώπινοι πόροι παραμένουν εγκλωβισμένοι σε ένα, χαμηλής παραγωγικότητας, δημόσιο τομέα, που απαιτεί τη συνεχή αφαίμαξη εισοδημάτων από τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, μέσω της φορολογίας, για τη λειτουργία του.
Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, ο δημόσιος τομέας έχει ουσιαστικό ρόλο να παίξει στην παιδεία, στην υγεία, στην κοινωνική προστασία, στη δικαιοσύνη, στην άμυνα, κ.λπ. Στο πλαίσιο αυτό, η προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων/αποκρατικοποιήσεων, όπως και η ανασυγκρότηση του δημόσιου τομέα μέσω βελτίωσης της αποδοτικότητας με συνακόλουθη μείωση της ακραίας φορολογικής επιβάρυνσης των συνεπών φορολογουμένων, αποτελεί προτεραιότητα.
Αντ’ αυτού, καταγγέλλει ο Σύνδεσμος, παρά την ήδη επιχειρούμενη προς την σωστή κατεύθυνση νομοθετική πρωτοβουλία, διαιωνίζονται λανθασμένες πρακτικές στη λειτουργία του δημοσίου (προσλήψεις, επιλογή προσώπων, διαγωνισμοί, κ.λπ). Προωθούνται, παράλληλα, ταμειακού τύπου μεταρρυθμίσεις για το ασφαλιστικό σύστημα.
Εν προκειμένω, καταλήγει, η συνεπαγόμενη φορολογική επιβάρυνση απειλεί να εξοντώσει κάθε τι ζωντανό στην ιδιωτική οικονομία, προκειμένου να διατηρηθούν τα προνόμια σε ένα αναξιόπιστο ασφαλιστικό σύστημα που ενθαρρύνει την αδήλωτη εργασία, επιβραβεύει τους μπαταχτσήδες και αδικεί όσους δούλεψαν μια ζωή, έζησαν μετρημένα, πλήρωναν τις (υψηλές) εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία τους, και νόμιζαν ότι έβαλαν λεφτά στην άκρη.