Δυσβάστακτο το αντίτιμο που το κράτος και η ελληνική κοινωνία καλούνται να πληρώσουν – Τι αποκαλύπτει έκθεση της ΤτΕ
Σύμφωνα με την εμπιστευτική έκθεση που υπέβαλε η ΤτΕ στην ΕΚΤ, τον περασμένο Δεκέμβριο, σε μία πρώτη αποτίμηση για τις δημοσιονομικές απαιτήσεις και τους κινδύνους που διατρέχει η χώρα μας από τον ανεξέλεγκτο προσανατολισμό των μεταναστευτικών – προσφυγικών ροών προς την Ελλάδα ως πύλη εισόδου στην Ευρώπη, το αντίτιμο που καλούμαστε να καταβάλλουμε είναι αρκετά βαρύ.
Συγκεκριμένα, υπολογίστηκε ότι το κόστος θα αγγίξει (κατ΄ άλλους θα ξεπεράσει) το 1/3 του ποσού που ζητείται να εξοικονομηθεί με την εφαρμογή που η κυβέρνηση ελπίζει να επιβάλει μέσω των μεταρρυθμίσεων σε Ασφαλιστικό και Φορολογικό.
Όπως αναφέρει η έκθεση, το 2016 θα χρειαστούν 600 εκατ. ευρώ, τα οποία εν πολλοίς θα προκύψουν απ’ τον κρατικό προϋπολογισμό με δεδομένο ότι τα κονδύλια από την ΕΕ παραμένουν ασαφή καθώς τα 474 εκατ. ευρώ που έχουν δεσμευθεί αφορούν την επταετία 2014-2020!
Τα βασικά σημεία στα οποία εστιάζει η έκθεση είναι:
α) Το κόστος για τις χώρες διέλευσης, που εκτιμάται πως έχει υποτιμηθεί.
β) Οι επιπτώσεις στον πληθωρισμό σε επίπεδο ευρωζώνης.
γ) Τα πιθανά μακροπρόθεσμα οφέλη με «κλειδιά» την αγορά εργασίας και την κοινωνική ενσωμάτωση και η πιθανότατα μη αναγκαστικά θετική επίδραση στους «μηχανισμούς προσαρμογής».
Κίνδυνος αναπροσαρμογής του κόστους προ τα άνω
Σύμφωνα με την ΤτΕ, το δημοσιονομικό κόστος για τις χώρες διέλευσης μπορεί να καταλήξει να είναι υψηλότερο του αρχικά αναμενόμενου τη στιγμή μάλιστα που η αυξανόμενες μεταναστευτικέ ροές «έρχονται» σε μια περίοδο που η χώρα αντιμετωπίζει μεγάλες οικονομικές και δημοσιονομικές προκλήσεις ενώ εξαιτίας αυτών υπάρχουν και σημαντικοί περιορισμοί σε διοικητικό επίπεδο.
Το υψηλότερο κόστος προκύπτει από τις αυξημένες ανάγκες ανταπόκρισης σε επιμέρους ζητήματα ενώ ένας αριθμός προσφύγων αναμένεται να παραμείνει στην Ελλάδα, αυξάνοντας το δημοσιονομικό κόστος για τη στέγαση και διατροφή τους, τη λήψη ιατρικών προμηθειών κ.λπ.
Έτσι, σύμφωνα με το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, το εκτιμώμενο κόστος δημοσίων δαπανών για το 2016 ανέρχεται περίπου – και αυτό με συντηρητικές εκτιμήσεις- στο 0,3% του ΑΕΠ (δηλ. περίπου 600 εκατ. ευρώ).
Μόνο δε το κόστος έρευνας και διάσωσης ανέρχεται στο 26% του συνολικού του προϋπολογισμού.
Επιπτώσεις σε Οικονομίας – Κοινωνία
Ένας ιδιαίτερα μεγάλος αριθμός προσφύγων διήλθε από λίγα μόνο ελληνικά νησιά, με αποτέλεσμα η τοπική τους Οικονομία να πληγεί -σε πρώτη φάση στον τομέα του τουρισμού. Το αρνητικό αυτό σοκ είναι πιθανό να «διατηρηθεί» τουλάχιστον και το 2016, καθώς η επιδείνωση της εμπιστοσύνης επηρεάζει αρνητικά την κατανάλωση και τις επενδύσεις.
Υπάρχουν συνολικά αρνητικές δευτερογενείς συνέπειες για τον τουρισμό και σε άλλες περιοχές. Καταγράφηκαν ακυρώσεις στις περιοχές όπου το πρόβλημα είναι πιο οξύ τη στιγμή που μέχρι την έξαρση του φαινομένου είχε παρατηρηθεί σημαντική αύξηση.
Συγκεκριμένα είχε καταγραφεί αύξηση κατά 400% στις κρατήσεις στην Κω, στην Λέσβο και στη Λέρο κατά 30%. Τουριστικοί πράκτορες αναφέρουν αρνητικές επιπτώσεις για τον τουρισμό το 2016 σε όλη την Ελλάδα ενώ οι προ-κρατήσεις για το 2016 φαίνεται να έχουν μειωθεί κατά 60% στην Κω.
Επίσης υπάρχει αρνητικό αντίκτυπο στο εμπόριο λόγω διαταραχών στη διασυνοριακή κυκλοφορία των εμπορευμάτων.
Η αβεβαιότητα διώχνει τις επενδύσεις
Η συνέχιση της παρούσας κρίσης ή -ακόμη χειρότερα- μια πιθανή επιδείνωσή της προσθέτει νέους παράγοντες κινδύνου στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, σύμφωνα με εκτιμήσεις διεθνών οίκων.
Βραχυπρόθεσμα: Υψηλότερο ΑΕΠ (λόγω της αύξησης των κρατικών δαπανών), υψηλότερο πληθωρισμό (επίδραση της ζήτησης).
Μακροπρόθεσμα: υψηλότερη προσφορά εργασίας, χαμηλότερο πληθωρισμό και θετική επίδραση στα συνταξιοδοτικά συστήματα και τα δημοσιονομικά.
Ωστόσο, οι ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό σε χώρες όπως η Γερμανία τείνουν να είναι μεγάλες για εξειδικευμένο προσωπικό (μηχανικού, ιατρούς κα). Η απορρόφηση των προσφύγων στην αγορά εργασίας θα εξαρτηθεί από τις «διαθέσιμες» δεξιότητες. Σημειώνεται πως στο παρελθόν οι εισροή εργατικού δυναμικού έχει οδηγήσει σε μείωση του των μισθών των ανειδίκευτων εργατών.
Επίσης, όπως τονίζεται στην έκθεση η ελληνική εμπειρία δείχνει ότι οι δαπάνες για τις χώρες διέλευσης έχουν υποτιμηθεί ενώ τα μακροχρόνια οφέλη εξαρτώνται καθοριστικά από τη συμμετοχή των προσφύγων στο εργατικό δυναμικό. «Η δεξιότητες των προσφύγων είναι κρίσιμης σημασίας για τη δυναμική των μισθών…».