Ανοικτό το ενδεχόμενο μείωσης «προνομιακών» συντάξεων άνω των 1.500 ευρώ – Μερικός «θάνατος» του ΕΚΑΣ
Για την επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές και με βασικό στόχο την διάσωση των κύριων συντάξεων προετοιμάζεται πυρετωδώς το Υπουργείο Εργασίας. Το ύψος της εθνικής σύνταξης, οι επικουρικές και τα ποσοστά αναπλήρωσης δεν έχουν πάψει ούτε λεπτό να αποτελούν «πονοκέφαλο» στην κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, εν αναμονή της έλευσης των Θεσμών κατά το πρώτο δεκαήμερο του Μαρτίου.
Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της κυβερνητικής εκπροσώπου Όλγας Γεροβασίλη να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, επαναλαμβάνοντας με κάθε ευκαιρία τα περί «κόκκινων γραμμών’ της κυβέρνησης, προχθές ο ίδιος ο πρωθυπουργός άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο μείωσης των υψηλών συντάξεων (άνω των 1.400 – 1.500 ευρώ), την στιγμή μάλιστα που επέμενε κατηγορηματικά πως τίποτα δεν μπορεί να μετακινήσει την κυβέρνηση από την βασική της αρχή -δηλαδή την προστασία όλων των συντάξεων. Ξεκαθάρισε βεβαίως ότι μέλημά του είναι το «απαραβίαστο» της μεγάλης πλειονότητας των συντάξεων των 600 – 1.200 ευρώ, με απώτερο στόχο να μην κοπούν κατ΄ ελάχιστον αυτές έως τα 1.400 ευρώ.
Το ενδεχόμενο περικοπών σε συντάξεις άνω των 1.500 ευρώ δεν θίγεται για πρώτη φορά. Πριν από μερικούς μήνες, ο υπουργός Εργασίας Γιώργος Κατρούγκαλος είχε ανοιχτό το ενδεχόμενο να υπάρξουν περικοπές σε συντάξεις υψηλότερες των 1.500 ευρώ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία ΗΛΙΟΣ του Υπουργείου Εργασίας, από το σύνολο των 2,6 εκατ. συνταξιούχων κύρια σύνταξη γήρατος πάνω από 1.500 ευρώ λαμβάνουν 348.427 δικαιούχοι, ενώ υπάρχουν επιπλέον άλλες 8.612 συντάξεις θανάτου – χηρείας. Τα υπόλοιπα 2,3 εκατ. συνταξιούχων λαμβάνουν συντάξεις έως 1.400 ευρώ, με τη συντριπτική πλειονότητα των συνταξιούχων να λαμβάνει συντάξεις που δεν υπερβαίνουν τα 650 ευρώ.
Σχετικά με τις άλλες συνταξιοδοτικές παροχές, θεωρείται σχεδόν δεδομένο ότι θα υπάρξουν μειώσεις σε επικουρικές συντάξεις, στο εφάπαξ όλων των Ταμείων καθώς και στο μέρισμα του Μετοχικού Ταμείου του Δημοσίου, το οποίο επιχορηγείται σχεδόν κάθε μήνα με 25-30 εκατ. ευρώ για να πληρώσει το μέρισμα σε 280.000 δικαιούχους.
Αρκετοί γνώστες του θέματος υποστηρίζουν ότι, αν το πλέγμα προστασίας «κατέβει» στα 1.400-1.500 ευρώ (μικτά), θα βρεθούν στο στόχαστρο των μειώσεων 100.000 κύριες συντάξεις πάνω από αυτό το όριο, αλλά και 370.000 συντάξεις οι οποίες αθροιστικά (διπλές κύριες συν χηρείας συν επικουρικές) υπερβαίνουν το όριο, σύμφωνα με στοιχεία συστήματος ΗΛΙΟΣ.
Σύμφωνα με όσα είπε ο πρωθυπουργός στην προχθεσινή του τηλεοπτική συνέντευξη, δεν αποκλείεται αν επέλθουν μειώσει σε συντάξεις άνω των 2.000 ευρώ, αλλά, όπως ο ίδιος παραδέχθηκε, αυτό δεν θα έχει μεγάλο δημοσιονομικό όφελος. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΗΛΙΟΣ, μετά τις αλλεπάλληλες μνημονιακές περικοπές, οι συντάξεις (κύριες και επικουρικές) άνω των 2.000 ευρώ δεν υπερβαίνουν σε αριθμό τις 50.000. Ακόμα κι αν «σφαγιαστούν» οι εναπομείνασες υψηλές συντάξεις, το όφελος δεν θα υπερβεί τα 40 εκατ. ευρώ.
Η περίπτωση των πολλαπλών συντάξεων
Το πλαφόν για τις πολλαπλές συντάξεις αναμένεται να συρρικνωθεί δραστικά στα 2.400 – 2.500 ευρώ. Στο νομοσχέδιο Κατρούγκαλου, το πλαφόν για τις πολλαπλές συντάξεις ορίζεται στα 3.088 ευρώ (καθαρά) και πλαφόν για μια σύνταξη στα 2.473 ευρώ (καθαρά).
Σύμφωνα με το σύστημα ΗΛΙΟΣ, μια σύνταξη λαμβάνουν 1.288.000 συνταξιούχοι, δύο συντάξεις 995.000 συνταξιούχοι και τρείς συντάξεις 335.000 συνταξιούχοι. Υπάρχουν 4 συνταξιούχοι που παίρνουν 10 συντάξεις, 7 παίρνουν 9 συντάξεις, 49 παίρνουν 8 συντάξεις και 364 παίρνουν 7 συντάξεις.
Είναι σαφές ότι η μοίρα των κύριων συντάξεων θα κριθεί από τη στάση που θα κρατήσει το ΔΝΤ στο οποίο ασκούνται πολύπλευρες πιέσεις να «χαμηλώσει» τις απαιτήσεις του.
Αλλάζει ρότα το Βερολίνο
Ενώ προηγουμένως η Γερμανία απαιτούσε περικοπές στις συντάξεις, τώρα δηλώνει ότι θα ήταν τώρα ικανοποιημένη με ένα συνδυασμό μέτρων που θα διασφάλιζε την βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, σε αντίθεση με το ΔΝΤ που εμμένει στις περικοπές.
«Αγκάθι» στη διαπραγμάτευση, εκτός από τα «κόκκινα δάνεια», παραμένει το δημοσιονομικό κενό, το οποίο οι μεν Ευρωπαίοι εταίροι υπολογίζουν ότι ανέρχεται στα 300 εκατ. ευρώ για το 2016, το δε ΔΝΤ το ανεβάζει στο 1,5 -2 δισ. προκαλώντας εμπλοκή στην πορεία των συζητήσεων [βλ. σχετικά: Μπλόκο στην αξιολόγηση λόγω αφορολόγητου].
Ο επικεφαλής του Eurogroup Γέρουν Ντάισελμπλουμ ανέφερε ότι το νομοσχέδιο Κατρούγκαλου αποτελεί μια βιώσιμη μακροπρόθεσμη λύση για το σύστημα, αλλά δεν δίνει άμεσες απαντήσεις. Συγκεκριμένα επεσήμανε ότι υπάρχει δημοσιονομικό κενό μεταξύ 2016-2018, καθώς οι συνταξιοδοτικές δαπάνες πρέπει να συνεχίσουν να καλύπτονται από τον προϋπολογισμό.
Το εύρος των περικοπών στις επικουρικές συντάξεις θα κριθεί από την τελική απάντηση των δανειστών στην ελληνική πρόταση για αύξηση των εργοδοτικών εισφορών. Όπως τόνισε ο πρωθυπουργός, οι θεσμοί δεν έχουν απαντήσει επισήμως αν δέχονται ή όχι, διότι δεν τηρούν ενιαία στάση για το θέμα.
Όπως υπολογίζουν παράγοντες της ασφάλισης, με την περικοπή κατά 6,6% μεσοσταθμικά των επικουρικών που εισπράττουν 1,2 εκατ. συνταξιούχοι εξασφαλίζονται 330 εκατ. ευρώ ετησίως. Αν η μείωση γίνει κλιμακωτά, από 2% έως 20% για συντάξεις άνω των 170 ευρώ, στο υπερβάλλον ποσό, η απόδοση ανέρχεται σε 300 εκατ. ευρώ. Αν εξοικονομηθούν επιπλέον 250 εκατ. ευρώ από την αύξηση της εισφοράς 1%, τότε θα καλυφθεί το έλλειμμα του Ταμείου που ανέρχεται σε 600 εκατ. ευρώ. Αν πάλι ο πήχης πέσει από τα 170 στα 150 ευρώ, οι μειώσεις θα είναι ηπιότερες.
Μερικός «θάνατος» για ΕΚΑΣ
Αυτό το μήνα αναμένεται να εκδοθεί υπουργική απόφαση με τα νέα εισοδηματικά κριτήρια του ΕΚΑΣ, που θα οδηγήσει στην οριστική απώλεια του επιδόματος για 80.000 έως 115.000 χαμηλοσυνταξιούχους (εξοικονόμηση 223 εκατ. ευρώ).
Ο κ. Τσίπρας επεσήμανε ακόμη ότι η ασφαλιστική μεταρρύθμιση θα έπρεπε να έχει προωθηθεί ανεξάρτητα από τα μνημόνια προκειμένου να καταστεί βιώσιμο το ασφαλιστικό σύστημα. Το νέο Ασφαλιστικό προβλέπει συντάξεις ελαφρώς μικρότερες, όπως παραδέχτηκε ο πρωθυπουργός, αλλά η μείωση αφορά σε μελλοντικούς συνταξιούχους που μπορούν να προγραμματίσουν τη ζωή τους με βάση τα νέα δεδομένα. «Δεν μπορεί να περικοπούν για 13η φορά οι τρέχουσες συντάξεις 600 έως 1.200 ευρώ», τόνισε χαρακτηριστικά.