Μπορεί το Βερολίνο να διατείνεται επισήμως ότι το προσφυγικό δεν θα πρέπει να συνδέεται με την υλοποίηση του τρίτου προγράμματος, εντούτοις ο ασυνήθιστα ήπιος τόνος γερμανών αξιωματούχων οδηγεί σε διαφορετικά συμπεράσματα.
Όπως γράφει η Deutsche Welle, όταν προ ημερών ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ζητούσε μέσω twitter από τους Ευρωπαίους να επιδείξουν μεγαλύτερη αλληλεγγύη προς την Ελλάδα, ο υπουργός παρά τη καγκελαρία Πέτερ Αλτμάγερ απαντούσε άμεσα ότι «μπορώ μόνον να συμφωνήσω».
Ακόμη και από τον υπουργό Οικονομικών Β. Σόιμπλε είναι σχεδόν αδύνατο να αποσπάσει κανείς στην παρούσα φάση αιχμηρές δηλώσεις. Η Ελλάδα αντιμετωπίζει μια «εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση», είπε προ ημερών ο υπουργός Οικονομικών. Μέχρι πριν από λίγο καιρό την πρόταση αυτή θα ακολουθούσαν προειδοποιήσεις και νουθεσίες περί υλοποίησης του συμπεφωνημένου προγράμματος. Στο μεταξύ όμως ακούγονται απροσδόκητα ηπιότεροι τόνοι ακόμη και από το υπουργείο Οικονομικών στο Βερολίνο, όπως κατέδειξε και η χθεσινή τοποθέτηση εκπροσώπου του υπουργείου στο πλαίσιο του καθιερωμένου μπρίφινγκ. Μπορεί η Αθήνα να έχει καθυστερήσει με τις μεταρρυθμίσεις, εντούτοις καταβάλλει προσπάθειες για την υλοποίησή τους και αυτό θα πρέπει να της αναγνωριστεί, λένε κύκλοι τους υπουργείου τους οποίους επικαλείται η γερμανική οικονομική εφημερίδα Handelsblatt.
Στη γερμανική πρωτεύουσα επισημαίνουν μάλιστα συχνά ότι εντέλει η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα παρουσιάζει μεγαλύτερο έργο από πολλούς προκατόχους της. Εξάλλου, υποστηρίζουν οι ίδιοι κύκλοι, δεν διαφαίνεται καλύτερη εναλλακτική επιλογή.
Στο μέτωπο της προσφυγικής κρίσης η γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ αποδίδει τεράστια σημασία στην αντιμετώπιση των διακινητών στο Αιγαίο. Αυτό όμως απαιτεί μια πολύ καλή, στενή και αποτελεσματική συνεργασία τόσο με την Τουρκία όσο και με την Ελλάδα που εξελίσσεται εκ των πραγμάτων στον στενότερο σύμμαχο της καγκελαρίου στo προσφυγικό. Στον αντίποδα όμως και η Ελλάδα χρειάζεται τη βοήθεια της Ευρώπης και δη στην παρούσα φάση που η ΠΓΔΜ έχει κλείσει τα σύνορα, με αποτέλεσμα να παραμένουν οι πρόσφυγες εγκλωβισμένοι στην Ελλάδα. Γεγονός όμως είναι ότι η χώρα που προσφέρει σήμερα τη μεγαλύτερη πολιτική στήριξη στην Αθήνα στο προσφυγικό είναι η Γερμανία.
Σημαίνει αυτό ότι μπορεί να υπάρξει και χαλάρωση των όρων του τρίτου πακέτου βοήθειας με τις «ευλογίες» του Βερολίνου; Επισήμως η γερμανική κυβέρνηση απορρίπτει αυτό το ενδεχόμενο, τονίζοντας με κάθε ευκαιρία ότι η προσφυγική κρίση δεν θα πρέπει να συγχέεται με την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων. Την ίδια ώρα όμως το Βερολίνο τονίζει ασυνήθιστα συχνά ότι το τρέχον πρόγραμμα προσφέρει αρκετή ευελιξία. Πρόκειται για μια επισήμανση την οποία δεν άκουγε κανείς στη γερμανική πρωτεύουσα μέχρι πρότινος.
Σημερινό πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της Süddeutsche Zeitung μάλιστα έρχεται να προσδιορίσει την εν λόγω ευελιξία και να ενισχύσει τις εκτιμήσεις που θέλουν τον Β. Σόιμπλε να είναι έτοιμος να προχωρήσει σε παραχωρήσεις έναντι της Ελλάδας. Εκπρόσωπός του σημείωσε χθες Τετάρτη ότι η Ελλάδα μπορεί να αποφασίζει με ευελιξία ποιες μεταρρυθμίσεις θα εφαρμόζει προκειμένου να εκπληρώσει τους όρους του προγράμματος. «Με τον τρόπο αυτό ο Σόιμπλε αποδεσμεύει ουσιαστικά την Αθήνα από την υποχρέωση να υλοποιήσει μια αμφιλεγόμενη μεταρρύθμιση στο ασφαλιστικό για να λάβει νέα δάνεια», αναφέρει στο πρωτοσέλιδό της η SZ. Σύμφωνα πάντα με το δημοσίευμα, ο γερμανός υπουργός Οικονομικών υποστηρίζει ότι στο πλαίσιο του τρέχοντος προγράμματος η Αθήνα έχει τη δυνατότητα να αντικαταστήσει αμφιλεγόμενα μέτρα, όπως τη μείωση συντάξεων, με ισοδύναμα. «Αρκεί στο τέλος να βγαίνουν οι αριθμοί».
Η ευελιξία αυτή όμως εξελίσσεται σε μια επικίνδυνη ακροβασία. Διότι το ΔΝΤ επιμένει στην απαρέγκλιτη τήρηση των συμφωνηθέντων, αξιώνοντας πιο σκληρές παρά πιο ήπιες περικοπές. Οι εκπρόσωποι του Ταμείου προειδοποιούσαν ήδη από τις αρχές του χρόνου για τον «κίνδυνο» να προχωρήσουν οι Ευρωπαίοι σε υπερβολικές παραχωρήσεις έναντι των Ελλήνων λόγω της προσφυγικής κρίσης.
Στην περίπτωση αυτή απειλούν να εγκαταλείψουν το πρόγραμμα και αυτό θα έφερνε σε εξαιρετικά δύσκολη πολιτική θέση τους Μέρκελ και Σόιμπλε στο εσωτερικό. Διότι χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν αποσπούσαν κοινοβουλευτική πλειοψηφία για την εκταμίευση των επόμενων δόσεων του δανείου προς την Ελλάδα.