Επιχείρηση «επιστροφή στο γκισέ», προκειμένου να τονωθεί η ρευστότητα
Η πρόθεση του Μάριο Ντράγκι ν΄ αποσύρει από την κυκλοφορία τα χαρτονομίσματα των 500 ευρώ δίνει ώθηση στην Τράπεζα τη Ελλάδος ν΄ αναζητήσει στις θυρίδες και τα σεντούκια των πολιτών το ρευστό που η χώρα έχει ανάγκη.
Ωστόσο, κανείς πλέον δεν κάνει λόγο για αιφνιδιαστικό κούρεμα καταθέσεων, ως μελλοντικό ενδεχόμενο σενάριο, και το βάρος δίνεται μόνον στην ενδυνάμωση της οικονομίας αλλά και του τραπεζικού συστήματος από την ενίσχυση των καταθέσεων, καθώς επίσης και στην καταπολέμηση της κυκλοφορίας «μαύρου» χρήματος, ιδίως από παράνομες δραστηριότητες.
Έτσι, η επιστροφή στους τραπεζικούς «κόλπους» των χαρτονομισμάτων των 500 ευρώ θα αποφέρει αρκετά δισ. ευρώ, σύμφωνα πάντα με τους αισιόδοξους υπολογισμούς των αρμοδίων, δεδομένου ότι το συνολικό χρήμα που κυκλοφορεί στην Ελλάδα από το 2010 και εντεύθεν αγγίζει τα 40 δισ. ευρώ. Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα 500ευρα αντιστοιχούν στο 30% της νομισματικής κυκλοφορίας.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, είναι βέβαιο ότι πολλοί πολίτες, όταν απέσυραν τις καταθέσεις τους πανικόβλητοι από το κλίμα αστάθειας και αβεβαιότητας, προτιμούσαν τα μεγάλα χαρτονομίσματα που αποθηκεύονταν εύκολα σε θυρίδες και σε συρτάρια. Τώρα, με την εφαρμογή της εγκυκλίου που απέστειλε η Τράπεζα της Ελλάδας, όποιος πολίτης σπεύδει να καταθέσει τα χαρτονομίσματα των 500 ευρώ θα αντιμετωπίζεται ως… ύποπτος.
Συγκεκριμένα, η Τράπεζα της Ελλάδος ζήτησε από τις τράπεζες να προχωρούν σε πλήρη καταγραφή των στοιχείων και των συναλλαγών όσων ανταλλάσσουν χαρτονομίσματα των 500 ευρώ. Σύμφωνα με σχετική εγκύκλιο, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να καταγράφουν και να καταχωρίζουν μηχανογραφικά κάθε ανάλογη κίνηση. Ακόμη, οι τράπεζες υποχρεούνται να αθροίζουν το σύνολο των πράξεων ανταλλαγής τραπεζογραμματίων των 500 ευρώ ανά πελάτη φυσικό πρόσωπο μηχανογραφικά και να τις συνεκτιμούν με άλλες συναλλαγές του με χαρτονομίσματα της ίδιας ονομαστικής αξίας, καθώς και με τις λοιπές συναλλαγές του.
Αντίστοιχα υποχρεούνται να παρακολουθούν και τις υπόλοιπες συναλλαγές πελατών τους που εκτελούνται με τραπεζογραμμάτια που προσκομίζουν, όπως η κατάθεση σε λογαριασμό των ιδίων ή τρίτων, διασταυρώνοντας τις σχετικές κινήσεις με το οικονομικό και συναλλαγματικό προφίλ του εκάστοτε πελάτη.
Με άλλα λόγια, κάθε πολίτης που θα πάει στα γκισέ θα καταγράφεται και ανά πάσα στιγμή θα μπορεί να δεχθεί έλεγχο για το πού βρήκε τα χρήματα. Πέραν αυτού όμως θα καταγράφεται και η πραγματική οικονομική του δυνατότητα -κάτι που θα είναι πολύ χρήσιμο στους υπολογισμούς που γίνονται για τις νέες επιβαρύνσεις που συζητά το οικονομικό επιτελείο με τους θεσμούς ενόψει της αξιολόγησης.
Αν ένας πολίτης, για παράδειγμα, επιστρέψει τα 500ευρα στον λογαριασμό του, δεν θα μπορεί να επικαλεστεί αδυναμία πληρωμής της νέας έκτακτης εισφοράς. Ούτε και θα είναι σε θέση να διακόψει την αποπληρωμή των ποσών που έχει συμφωνήσει, στο πλαίσιο του διακανονισμού των 100 δόσεων, ή των δόσεων του τελευταίου χρόνου.
Ουσιαστικά πρόκειται για κυνήγι όσων έχουν καταφέρει να περισώσει κάτι από το παρελθόν παράλληλα με τη νέα φορολόγηση των μεσαίων εισοδημάτων. Πρόκειται για παραβίαση της οικονομικής ελευθερίας, αφού ένας πολίτης, στο πλαίσιο του καπιταλιστικού καθεστώτος, θεωρητικά θα έπρεπε να έχει το δικαίωμα ελεύθερης διάθεσης των χρημάτων που με νόμιμο τρόπο μπόρεσε να κερδίσει, χωρίς να φοβάται ότι θα αντιμετωπιστεί ως ύποπτος φοροδιαφυγής ή ξεπλύματος «μαύρου» χρήματος, ούτε ότι στην επόμενη διάσωση θα του κουρέψουν τις καταθέσεις. Είναι μία σύμπτωση της πρόθεσης του Βερολίνου να αναγκάσει τους Έλληνες να πληρώσουν με τις μειωμένες για οικονομικά θέματα ευαισθησίας της “αριστερής” κυβέρνησης που θεωρεί πλούσιους όσους έχουν εισοδήματα άνω των 30.000 ευρώ.
Αν και στην περίπτωση που αποφασιστεί τελικά η απόσυρση των μεγάλων χαρτονομισμάτων θα δοθεί επαρκής χρόνος στους πολίτες, και μόνο από την σχετική φημολογία πολλοί ήταν οι Έλληνες που έσπευσαν στα γκισέ των τραπεζών όπου όμως τους περιμένει η δυσάρεστη έκπληξη: η ανταλλαγής μετρητών έχει προμήθεια που ανέρχεται σε 0,15% επί του ποσού που ανταλλάσσεται. Η ελάχιστη προμήθεια είναι 5 ευρώ (1% της αξίας του χαρτονομίσματος των 500 ευρώ) και η μέγιστη στα 200 ευρώ. Ενδεικτικά, κάποιος που θα «χαλάσει» σε τράπεζα χαρτονόμισμα των 500 ευρώ θα λάβει πίσω 495 ευρώ.
Η εγκύκλιος
Η εγκύκλιος της Τράπεζας της Ελλάδας προβλέπει:
Ειδικότερα, τα πιστωτικά ιδρύματα, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων των άρθρων 12-14 και 17-19 του Ν. 3691/2008 και των παρ. 1.2 και 1.3 της Απόφασης ΕΤΠΘ 281/5/17.3.2009, στο πλαίσιο της εγκεκριμένης πολιτικής τους για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, όταν προβαίνουν σε πράξεις ανταλλαγής τραπεζογραμματίων των 500 ευρώ με χαρτονομίσματα μικρότερης αξίας ή αποδοχής αυτών ως μετρητών για τη διενέργεια συναλλαγών καλούνται να τηρούν τα ακόλουθα:
1. Να παρέχουν την υπηρεσία της ανταλλαγής τραπεζογραμματίων των 500 ευρώ αποκλειστικά σε πελάτες τους και προκειμένου περί φυσικών προσώπων σε δικαιούχους καταθετικού λογαριασμού στο πιστωτικό ίδρυμα, υφισταμένου ή ανοιχθησομένου, τηρουμένων των ισχυουσών διατάξεων για τον περιορισμό της ανάληψης μετρητών και της μεταφοράς κεφαλαίων.
2. Μέσω κατάλληλων διαδικασιών και μέτρων που λαμβάνουν, να καταγράφουν και να καταχωρούν μηχανογραφικά κάθε πράξη ανταλλαγής τραπεζογραμματίων των 500 ευρώ με άλλα μικρότερης αξίας.
3. Να αθροίζουν το σύνολο των πράξεων ανταλλαγής τραπεζογραμματίων των 500 ευρώ ανά πελάτη-φυσικό πρόσωπο μηχανογραφικά και να τις συνεκτιμούν με άλλες συναλλαγές του με χαρτονομίσματα της εν λόγω ονομαστικής αξίας καθώς και με τις λοιπές συναλλαγές του κατά την εφαρμογή των μέτρων επιμέλειας που αναφέρονται ιδίως στις παραγράφους 5.4, εδάφ. (ν), (νί) και (νiiϊ), 5.16 (Συναλλαγές με μετρητά) καθώς και 8.1 και 8.2 της Απόφασης ΕΤΠΘ 281/5/17.3.2009, όπως ισχύει.
4.Στο πλαίσιο και των προαναφερόμενων μέτρων δέουσας επιμέλειας που εφαρμόζουν, αναλόγως και του κινδύνου ΞΧ/ΧΤ, να παρακολουθούν και τις λοιπές συναλλαγές πελατών τους που εκτελούνται με προσκομιζόμενα τραπεζογραμμάτια των 500 ευρώ, όπως, κατάθεση σε λογαριασμό των ιδίων ή τρίτων, αίτηση διενέργειας πληρωμής ή μεταφοράς πίστωσης κλπ., εν αναφορά και προς το οικονομικό/συναλλακτικό προφίλ του εκάστοτε πελάτη.
Επιπλέον υπενθυμίζεται ότι τα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν κατά την ανταλλαγή τραπεζογραμματίων υψηλής ονομαστικής αξίας με άλλα, μικρότερης αξίας, να συμμορφώνονται πλήρως προς τις υποχρεώσεις τους, οι οποίες απορρέουν από την εφαρμογή της ΠΔ/ΤΕ 2501/2002 περί της ενημέρωσης των συναλλασσομένων με τα πιστωτικά ιδρύματα για τους όρους που διέπουν τις συναλλαγές τους.