Ως βασικούς πυλώνες της «διάσωσης» του ασφαλιστικού συστήματος χαρακτηρίζει η Alpha Bank την περιστολή των δαπανών και τη διασφάλιση της βιωσιμότητάς του.
Σε ανάλυσή της για το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας αναφέρει ότι η υιοθέτηση ενός δίκαιου και αποτελεσματικού ασφαλιστικού συστήματος αφορά όχι μόνο τις σημερινές αλλά κυρίως τις επερχόμενες γενεές, καθώς η μεταρρυθμιστική προσπάθεια οφείλει να κατανέμει δίκαια το μεταρρυθμιστικό βάρος μεταξύ των γενεών.
Στη συνέχεια, η Alpha Bank αναφέρεται στις δομικές εξελίξεις, οι οποίες έχουν φαλκιδεύσει το συνταξιοδοτικό σύστημα:
Πρώτον, οι υφιστάμενες και εκτιμώμενες δημογραφικές εξελίξεις και ειδικότερα η γήρανση του πληθυσμού επιβαρύνουν την αναλογία συνταξιούχων προς ασφαλισμένους.
Δεύτερον, η υψηλή ανεργία, η αύξηση του μη-οικονομικά ενεργού πληθυσμού στην περίοδο 2009-2015, λόγω και της απογοητεύσεως στην διάρκεια αναζητήσεως εργασίας και φυσικά η εκροή υψηλής ποιότητας ανθρωπίνου κεφαλαίου στο εξωτερικό αποδυναμώνουν έτι περαιτέρω την σχέση συνταξιούχων προς ασφαλισμένους.
Αμφότεροι οι αρνητικοί αυτοί παράγοντες αντικατοπτρίζονται, τόσο στις μειωμένες εισροές του ασφαλιστικού συστήματος, όσο και στις αυξημένες δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με την ανάλυση, η σημερινή δύσκολη οικονομική συγκυρία καθιστά το ζήτημα ακόμη πιο περίπλοκο στην επίλυσή του. Η αύξηση των εισφορών στην εργασία δεν συνεπάγεται αντίστοιχη αύξηση των εσόδων του ασφαλιστικού συστήματος. Αντιθέτως ενέχει τον κίνδυνο αυξήσεως της ανεργίας και της ανασφάλιστης εργασίας.
Γήρανση πληθυσμού
Ειδικότερα, η γήρανση του πληθυσμού θα επηρεάσει σημαντικά τις πολιτικές που θα εφαρμοσθούν τα επόμενα έτη, λόγω της επιπτώσεως που αναμένεται να έχει στην αγορά εργασίας αλλά και στις δημόσιες δαπάνες. Συγκεκριμένα, ο λόγος εξαρτήσεως ηλικιωμένων ατόμων (το ποσοστό του πληθυσμού άνω των 65 ετών στο σύνολο του πληθυσμού 15-64 ετών), έχει αυξηθεί στη χώρα μας σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες (από 20,6% το 1980 σε 31,9% το 2015).
Το ποσοστό αυτό, συνεχίζει η Alpha Bank, είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη και διαμορφώθηκε πολύ πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (28,8%). Επιπλέον σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής o λόγος εξαρτήσεως ηλικιωμένων ατόμων στην Ελλάδα, όπως και σε όλες σχεδόν τις χώρες της Ευρώπης, αναμένεται να αυξηθεί στις επόμενες δεκαετίες φθάνοντας το 2050 στο 63,6% για τη χώρα μας, έναντι 49,4% στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εκτιμάται δε ότι στην περίοδο 2015- 2060 η αναλογία ατόμων ικανά προς εργασία για κάθε εξαρτώμενο οικονομικά άτομο άνω των 65 ετών θα ελαττωθεί από 4:1 σε 2:1 περίπου.
Δημοσιονομική επιβάρυνση
Η μεγάλη δημοσιονομική επιβάρυνση του συνταξιοδοτικού συστήματος συμπιέζει σε μεγάλο βαθμό τις υπόλοιπες δαπάνες για κοινωνική προστασία. Ειδικότερα, στην περίοδο 2006 – 2012 οι δαπάνες για κοινωνική προστασία αυξήθηκαν σημαντικά στην Ελλάδα από 15,1% σε 21,0% του ΑΕΠ το 2012. Η αύξηση αυτή, εξηγεί η τράπεζα, οφείλεται κυρίως στην άνοδο των δαπανών για συντάξεις από 10,5% του ΑΕΠ το 2006, σε 15,7% του ΑΕΠ το 2012 και σε πολύ μικρότερο βαθμό, λόγω της αυξήσεως των λοιπών δαπανών για κοινωνική προστασία (όπως επιδόματα ανεργίας, οικογενειακά επιδόματα, επιδόματα σε άτομα με αναπηρία κλπ.) παρά την διόγκωση της ανεργίας αυτήν την χρονική περίοδο.
Παρά τη μείωση των δαπανών για συντάξεις στην Ελλάδα μετά το 2012, στο 15,3% του ΑΕΠ το 2014, το ποσοστό παραμένει πάνω από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο (10,3% ΑΕΠ). Επιπλέον, συγκρίνοντας την διάρθρωση των δαπανών κοινωνικής προστασίας ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2014 σε Ελλάδα και Ευρωπαϊκή Ένωση παρατηρείται ότι οι λοιπές δαπάνες κοινωνικής προστασίας στην Ελλάδα είναι κατά πολύ μικρότερες (4,8% έναντι 9,2%) του μέσου όρου της Ε.Ε.
Συνεπώς, οι αυξημένες συνταξιοδοτικές δαπάνες όχι μόνο επιβαρύνουν το δημοσιονομικό κόστος βραχυπρόθεσμα, αλλά δυσχεραίνουν και την άσκηση ουσιαστικής κοινωνικής πολιτικής σε βάθος χρόνου.
Δημογραφικές τάσεις
Επιπλέον, η γήρανση του πληθυσμού ασκεί μακροπρόθεσμα πιέσεις στις δημόσιες δαπάνες για συντάξεις. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Alpha Bank, μέχρι το 2060 η επίδραση της γήρανσης του πληθυσμού, στην μεταβολή των δαπανών για συντάξεις ως ποσοστό του ΑΕΠ, θα ανέλθει σε 10,6 εκατοστιαίες μονάδες – επίπεδο αρκετά υψηλότερο από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο (7,2).
Συνέπεια αυτής της δημογραφικής τάσεως και των πιέσεων που ασκεί στα δημόσια οικονομικά είναι η αναγκαιότητα μεταρρυθμίσεως του συνταξιοδοτικού συστήματος και η περαιτέρω αυστηροποίηση των όρων παροχής πρόωρων συνταξιοδοτήσεων. Σημειώνεται ότι την τελευταία δεκαετία παρατηρείται μεν αύξηση των ετών εργασιακού βίου στην Ελλάδα (κατά 0,5 έτη) αλλά εξακολουθεί να είναι μικρότερη της αυξήσεως του ευρωπαϊκού μέσου όρου (κατά 1,8 έτη). Ειδικότερα, το 2014 ο χρόνος εργασιακού βίου στην Ελλάδα (32,1 έτη) υπολείπεται σημαντικά του μέσου Ευρωπαϊκού (35,3 έτη) κατά 3,2 έτη.