Άμεση κατάργηση του συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ, κατάργηση των σημερινών αντικειμενικών αξιών ως μη πραγματικών, αλλά και διατήρηση του φόρου 3% στη μεταβίβαση ακινήτου προτείνει ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων για Ποιότητα και Ανάπτυξη των Κατασκευών (ΣΕΠΑΚ), προκειμένου να «απελευθερωθεί» η αγορά ακινήτων και ο κλάδος των κατασκευών να αρχίσει να δημιουργεί πρόσθετα δημόσια έσοδα για το κράτος.
Οι αντικειμενικές αξίες ακινήτων, σημειώνει ο ΣΕΠΑΚ, έφεραν μία μεγάλη φορολογική μεταρρύθμιση στις μεταβιβάσεις των ακινήτων και απάλλαξαν τον πολίτη από την προσωπική κρίση ή κακόβουλη παρέμβαση του εφόρου. Σήμερα όμως κατέληξαν να δημιουργούν αδικίες και αρνητικές διαθέσεις.
Παλαιότερα, όπως επισημαίνει ο Σύνδεσμος, επιβάλλονταν μόνο ο φόρος μεταβίβασης 9-11% στα ακίνητα και στον αγοραστή και μαζί με τα συμβολαιογραφικά και άλλα δικηγορικά έξοδα, η συνολική επιβάρυνση έφτανε το 13-14% της χαμηλής αξίας που συνήθως αναγράφονταν στα συμβόλαια. Με τόσο υψηλούς συντελεστές τότε, προέκυπτε ως φυσικό επακόλουθο ο αγοραστής να μην αναγράφει τις πραγματικές τιμές αγοράς, διαμορφώνοντας έτσι μία στρεβλή πραγματικότητα των τιμών.
Οι αντικειμενικές αξίες που θεσπίστηκαν αργότερα, εξυγίαναν αυτή τη κατάσταση αρχικά, μέχρι που η σταδιακή αύξησή τους τις έφερε σε επίπεδα εξωπραγματικά, ιδιαίτερα τώρα στα χρόνια της κρίσης που οι εμπορικές αξίες μειώθηκαν υπερβολικά. Παρόλα αυτά, η αγορά ακινήτων μέχρι το 2006 κινούνταν σχετικά ικανοποιητικά, σημειώνει ο Σύνδεσμος, και επισημαίνει ότι το 2006 η επιβολή ΦΠΑ 23% στην αγορά νέων ακινήτων αποθάρρυνε ακόμη περισσότερο τους αγοραστές και περιόρισε τις αγοροπωλησίες σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό, φτάνοντας σήμερα τη συμμετοχή των κατασκευών μόνο στο 1.5% του ΑΕΠ της χώρας, το χαμηλότερο σε όλη την Ευρώπη. Κάτι που θα αποφεύγονταν αν αυτό το ποσοστό δεν ξεπερνούσε το 13% και μειώνονταν η υπερφορολόγηση των ακινήτων.
Το πρόβλημα μεγεθύνθηκε με την έναρξη επιβολής φόρου κατοχής ακινήτου, όπου αυτές οι ουσιαστικά εικονικές αντικειμενικές αξίες, επηρεάζουν αυτό τον φόρο και επιβαρύνουν σήμερα υπερβολικά ιδιαίτερα τους ιδιοκτήτες με μεγαλύτερη ακίνητη περιουσία των 300.000€, που είναι και οι πιθανότεροι επενδυτές στην Ελληνική οικονομία.
Όπως σημειώνει ο ΣΕΠΑΚ, όσο αυτός ο φόρος κατοχής ακινήτου, ως ΦΑΠ ή ώς ΕΝΦΙΑ ή όπως αλλιώς τον βαπτίζει η Πολιτεία, ήταν σε λογικά επίπεδα, ήταν σχετικά ανεκτός ως έξοδα συντήρησης και αναβάθμισης του δημόσιου χώρου, ή ως “δημόσια κοινόχρηστα”.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο σύνδεσμος, από την ημέρα που η Πολιτεία αντί να περιορίσει αποφασιστικά τα δημόσια έξοδα και τις σπατάλες, χρησιμοποίησε τα ακίνητα ως βασική πηγή χρηματοδότησής τους και διόγκωσε αυτό το φόρο, “φρέναρε” απότομα όλες τις αγοροπωλησίες ακινήτων και “γκρέμισε” τη βιομηχανία των κατασκευών. Έναν επαγγελματικό κλάδο από τους σημαντικότερους πυλώνες της Ελληνικής οικονομίας, που προσέφερε στο κράτος περίπου 10-12 δίς/έτος και δημιουργούσε 590 χιλ. θέσεις εργασίας, αντί περίπου 4 δις/έτος και 280 χιλ. θέσεις που προσφέρει σήμερα.
Για να διακοπεί αυτή η στασιμότητα στην αγορά ακινήτων, που οδήγησε τεράστια κεφάλαια στο εξωτερικό, ενώ θα μπορούσαν να κυκλοφορούν στην Ελληνική αγορά και στις Ελληνικές τράπεζες και για να ξεκινήσει πάλι να κινείται και η αγορά ακινήτων και η Ελληνική Οικονομία, πρέπει η Πολιτεία να αλλάξει τη σημερινή στρατηγική της και τις επιφανειακές επιλογές της, τονίζει ο ΣΕΠΑΚ και παραθέτει σειρά προτάσεων:
Τι σωστό ισχύει σήμερα και τι πρέπει να αλλάξει στο θέμα αυτό προς όφελος της χώρας;
1. Το 3% φόρος μεταβίβασης ακινήτου που ισχύει σήμερα να παραμείνει, γιατί είναι μία σωστή απόφαση και διευκολύνει τις αγοροπωλησίες και τα έσοδα του κράτους.
2. Οι σημερινές αντικειμενικές αξίες πρέπει να καταργηθούν ως μη πραγματικές και να αντικατασταθούν από άλλες που να ονομάζονται “φορολογικές τιμές ακινήτου”, αφού πρώτα διαχωριστούν τα ακίνητα σε κατηγορίες, ανάλογα με το είδος τους (διαμέρισμα, μονοκατοικία, γραφείο κ.τ.λ.) και της ζώνης ή περιοχής που ανήκουν. Αυτές οι τιμές πρέπει να διαμορφώνονται σταδιακά, μέχρι κάποτε να συμπίπτουν με τις “μέσες εμπορικές τιμές” που θα προκύπτουν απο τα συμβολαιογραφεία που σήμερα τα συμβόλαια γίνονται στις πραγματικές τιμές.
3. Ο συμπληρωματικός ΕΝΦΙΑ πρέπει άμεσα να καταργηθεί. Όταν σταθεροποιηθεί το σύστημα φορολόγησης των ακινήτων, ο ΕΝΦΙΑ να γίνει πραγματικά ενιαίος και δίκαιος φόρος και να ισχύει για όλα τα ακίνητα της χώρας χωρίς εξαιρέσεις που καλλιεργούν τη νοοτροπία φοροαποφυγής. Να μεταβιβαστεί δε αργότερα και να εισπράτεται από τους Δήμους, για να γίνονται έργα, να απαλλαγεί το κράτος από την αναγκαία σήμερα χρηματοδότησή τους και να χαρακτηριστεί αυτό ο φόρος ανταποδοτικός.
Με την νομοθέτηση αυτού του λογικού και στεθερού τρόπου φορολόγησης των ακινήτων, θα “απελευθερωθεί” η αγορά ακινήτων και ο κλάδος των κατασκευών θα αρχίσει να δημιουργεί πρόσθετα δημόσια έσοδα για το κράτος, πολύ μεγαλύτερο από τα 2.65δις που αποδίδει σήμερα ο ΕΝΦΙΑ και παράλληλα θα δημιουργήσει χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας για την Ελληνική οικονομία, καταλήγει ο ΣΕΠΑΚ.