Την ανάγκη να βοηθηθεί η Ελλάδα για να υπερβεί την οικονομική κρίση υπογραμμίζει σε συνέντευξή του στη βελγική εφημερίδα Σουάρ ο υπουργός Οικονομίας του Βελγίου Ντιντιέ Ρέιντερς.
Ερωτηθείς για το ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους και αν αυτό αποτελεί λύση ο Βέλγος υπουργός απάντησε ότι «το καλό βήμα είναι ακριβώς το αντίθετο: Πρέπει να βοηθήσουμε τη χώρα να βρει και πάλι ένα βιώσιμο επίπεδο χρέους. Η σημερινή ανησυχία αφορά στην πραγματικότητα τη βιωσιμότητα των δημοσίων χρεών. Ωστόσο η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία δεν αντιπροσωπεύουν ούτε το 10% του ΑΕΠ της ευρωζώνης. Η ικανότητα δανεισμού της ευρωζώνης είναι καλύτερη από αυτή της Βρετανίας, των ΗΠΑ και κυρίως της Ιαπωνίας».
Σε άλλο ερώτημα σχετικά με την ικανότητα της Ελλάδας να αποπληρώσει το χρέος της, ο κ. Ρέιντερς απάντησε ότι «οι χώρες που έχουν δεχθεί πακέτα βοήθειας πρέπει να παρουσιάσουν σοβαρά προγράμματα προσαρμογής. Όμως η φιλοσοφία των προγραμμάτων βοήθειας είναι να προσφέρουν μία σημαντική βοήθεια, με αντάλλαγμα αυστηρές προϋποθέσεις. Εάν κάνω έναν παραλληλισμό με τον τρόπο που χειριστήκαμε την κρίση με τις τράπεζες, μπορούμε να πούμε ότι τότε μιλούσαμε με όρους τρις. Το βελγικό κράτος χορήγησε στη Dexia μία εγγύηση ύψους 90 δις ευρώ ενώ για την Ελλάδα η συμβολή του ΔΝΤ ανερχόταν στα 15 δις ευρώ. Εκείνο ωστόσο που με ανησυχεί είναι ότι πολλοί κερδοσκόποι σπρώχνουν προς μία ορισμένη κατεύθυνση και υποβοηθούνται από ορισμένες δηλώσεις».
Στην παρατήρηση του δημοσιογράφου ότι η Ελλάδα διέρχεται για τρίτη συνεχόμενη χρονιά περίοδο ύφεσης ο κ. Ρέιντερς είπε ότι « όπως μιλάμε για προγράμματα που να είναι σε θέση να διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του χρέους, κατά τον ίδιο τρόπο πρέπει να μιλάμε και για κοινωνικές συνθήκες βιώσιμες. Γι’ αυτόν το λόγο ήμουν υπέρ της εμπλοκής του ΔΝΤ, το οποίο από την εμπειρία του είναι σε θέση να κρίνει εάν το ένα ή το άλλο μέτρο είναι κατάλληλο κοινωνικά. Αυτά τα προγράμματα λιτότητας δεν πρέπει να πηγαίνουν πολύ μακριά. Βλέπουμε ότι το πρώτο τρίμηνο φέτος τα έσοδα του ελληνικού κράτους ήταν αρκετά λιγότερα σε σχέση με ό,τι είχε προβλεφθεί. Πρέπει να δούμε γιατί: μήπως η ελληνική οικονομία δέχθηκε μεγαλύτερο πλήγμα από το πρόγραμμα λιτότητας από ό,τι είχε προβλεφθεί. Χρειάζεται να τα λαμβάνουμε όλα υπόψη μας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να προβαίνει σε τακτικές αξιολογήσεις στη βάση αξιόπιστων στοιχείων. Το πιο σημαντικό στοιχείο είναι να εξασφαλίσουμε τη σωστή παρακολούθηση του προγράμματος».
Εξάλλου σε άρθρο της εφημερίδας Λ’Εκό, με τίτλο «Η Ελλάδα συνεχίζει να δέχεται τα χτυπήματα» και υπότιτλο «Τα επιτόκια παραμένουν υψηλά ενώ μια αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους διαφαίνεται ως προφανής», αναφέρεται ότι παρά την νέα άρνηση από τις ευρωπαϊκές αρχές του αναπόφευκτου χαρακτήρα της ελληνικής αναδιάρθρωσης, οι αγορές την Τρίτη παρέμειναν πεπεισμένες για το αντίθετο.
Σε γενικές γραμμές θεωρείται ότι η προβληματική οικονομική σύγκλιση και το δημόσιο χρέος, το οποίο θα αγγίξει το 160% του ΑΕΠ, θα αναγκάσει την Ελλάδα να προβεί σε διαπραγμάτευση προς την κατεύθυνση της αναδιάρθρωσης. Αναφέρεται επίσης ότι τη Δευτέρα, πηγές της γερμανικής κυβέρνησης ανέφεραν ότι δεν έβλεπαν την Ελλάδα, να περνάει το καλοκαίρι χωρίς να προβεί σε αναδιάρθρωση χρέους και ότι την Τρίτη, ελληνική εφημερίδα ενέτεινε τις φοβίες, παραθέτοντας ευρωπαϊκή πηγή , σύμφωνα με την οποία ο Γιώργος Παπανδρέου γνωρίζει συνειδητά ότι μια αναδιάρθρωση είναι πλέον «αναπόφευκτη».