Ποσοτικοποίηση περικοπών προκειμένου να επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι
Με «όπλο» τα στοιχεία της Eurostat για την πορεία της ελληνικής οικονομίας το 2015, η κυβέρνηση επιχειρεί αφενός μεν να κλείσει εντός του Απριλίου την πρώτη αξιολόγηση του νέου προγράμματος, αφετέρου δε να αντικρούσει το βασικό επιχείρημα της αντιπολίτευσης ότι η περσινή διαπραγμάτευση χειροτέρεψε κατά πολύ τα επιμέρους στοιχεία της οικονομίας της χώρας.
Γι’ αυτό χθες ο πρωθυπουργός τηλεφώνησε στη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ ζητώντας της επί της ουσίας να ληφθούν σοβαρά υπόψη στην εξέλιξη της διαπραγμάτευσης τα στοιχεία της Eurostat ενώ λίγο πριν, κατά της διάρκεια της τακτικής ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών, η κυβερνητική εκπρόσωπος Όλγα Γεροβασίλη επιτέθηκε στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης λέγοντας πως «ο μύθος της Νέας Δημοκρατίας ότι ”η διαπραγμάτευση διέλυσε την οικονομία” καταρρίπτεται παταγωδώς».
Μάλιστα η κ. Γεροβασίλη επικαλέστηκε τις σχετικές δηλώσεις του αντιπροέδρου της Κομισιόν Βάλντις Ντομπρόβσκις ότι η ελληνική οικονομία «υπεραπέδωσε» για το 2015 [βλ. σχετικά: Ντομπρόβσκις: Εξετάζονται πιθανά έκτακτα μέτρα] και κάλεσε τον πρόεδρο της Ν.Δ. Κυριάκο Μητσοτάκη να «κάνει τη αυτοκριτική του».
Την ίδια ώρα, το οικονομικό επιτελείο επιχειρεί να βρει τη χρυσή τομή και στην πώληση των δανείων, αφού, με βάση τη συμφωνία του περασμένου καλοκαιριού, θα πρέπει για να κλείσει η πρώτη αξιολόγηση να επιτρέψει την πώληση «κόκκινων» αλλά και ενήμερων δανείων, προστατεύοντας μόνο όσους δανειολήπτες έχουν ενταχθεί στον νόμο Κατσέλη κι αυτούς μέχρι 1/1/2016 αφού τότε, με βάση τα συμφωνηθέντα, πρέπει να επιτραπεί η πώλησή τους κάτι που συνεπάγεται και την άρση της απαγόρευσης πλειστηριασμού τους [βλ. σχετικά: Στην ατζέντα των διαπραγματεύσεων τα «κόκκινα» δάνεια].
Επί της ουσίας, το οικονομικό επιτελείο επιχειρεί τώρα να αλλάξει τη συμφωνία του περασμένου καλοκαιριού με μια πρόταση που θα προβλέπει τη σταδιακή απελευθέρωση όλων των δανείων μέχρι το 2018 και όχι μέχρι τέλους του έτους.
Παράλληλα η διαπραγματευτική ομάδα της κυβέρνησης ευελπιστεί ότι με ελάχιστες αλλαγές στο ν/σ για το Ασφαλιστικό και το Φορολογικό, που δόθηκαν χθες στη δημοσιότητα [βλ. σχετικά: Ολόκληρο το νομοσχέδιο για το Ασφαλιστικό και Τι προβλέπει το νέο φορολογικό], θα καταφέρει να κλείσει την αξιολόγηση μέσω πολιτικής διαβούλευσης εντός της Μεγάλης Εβδομάδας, αφού οι εκπρόσωποι του ΔΝΤ έρχονται αύριο στην Αθήνα και θα φύγουν μεθαύριο για το Eurogroup στο Άμστερνταμ και δύσκολα θα επιτευχθεί μια πρώτη συμφωνία σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων μέχρι την Παρασκευή.
Εγχείρημα αρκετά δύσκολο, αν αναλογιστεί κανείς ότι, για παράδειγμα, το νομοσχέδιο για το Ασφαλιστικό προβλέπει αύξηση 1% στις εισφορές για μία τριετία -κάτι που έβρισκε και βρίσκει αντίθετο κυρίως το ΔΝΤ, ενώ στις 9.100 ευρώ φτάνει το «μαχαίρι» στο Αφορολόγητο, με το Ταμείο να ζητά και εδώ μεγαλύτερο «μαχαίρι».
Τα τεχνικά κλιμάκια των Θεσμών, που έπιασαν το νήμα από εκεί που το είχαν αφήσει, συνεχίζουν την ποσοτικοποίηση των περικοπών για να διαπιστωθεί αν «πιάνεται» ο δημοσιονομικός στόχος. Σύμφωνα με πληροφορίες δεν εξέφρασαν αντιρρήσεις για τις διατάξεις του νομοσχεδίου γαι το Ασφαλιστικό, αλλά είναι άγνωστο ποια στάση θα κρατήσουν οι επικεφαλής.
Η διάταξη που ενδεχομένως να μην γίνει αποδεκτή αφού δεν είχε επιτευχθεί συμφωνία αφορά στην αύξηση των εισφορών για την επικουρική ασφάλιση στο ΕΤΕΑΕΠ (η νέα ονομασία του ΕΤΕΑ). Στο νομοσχέδιο περιλαμβάνεται η ελληνική πρόταση για αύξηση των εισφορών κατά 0,50% για τον εργοδότη και κατά 0,50% για τον εργαζόμενο από 1.6.2016 και μέχρι την 31.5.2019 και κατά 0,25% για τον εργοδότη και κατά 0,25% για τον εργαζόμενο από 1.6.2019 και μέχρι την 31.5.2022. Μετά το πέρας της εξαετίας, το ποσοστό της μηνιαίας εισφοράς επανέρχεται στο ύψος που ίσχυε κατά την 31.12.2015.
Από την 1/1/2017 το ποσό των παροχών θα βρίσκεται διαρκώς υπό αίρεση καθώς κάθε τρία χρόνια θα εκπονούνται αναλογιστικές μελέτες προκειμένου να μην «ξεφύγει» η συνταξιοδοτική δαπάνη.