Ουδεμία σύγκλιση με τους δανειστές – Απαιτούν μεγαλύτερη μείωση των επικουρικών συντάξεων
«Αγκάθι» στη διαπραγμάτευση για το Ασφαλιστικό παραμένουν οι επικουρικές συντάξεις, όπως δήλωσε χθες στις 3 μετά τα μεσάνυχτα ο υπουργός Εργασίας Γιώργος Κατρούγκαλος, εξερχόμενος από τη συνάντηση που είχε με τους εκπροσώπους των θεσμών.
Όπως ανέφερε, οι θεσμοί προφανώς δέχονται την αύξηση ασφαλιστικών εισφορών -σε μικρότερο όμως επίπεδο από αυτό που έχει προτείνει η ελληνική κυβέρνηση.
«Προχωρούμε με την κατάθεση του νομοσχεδίου στη Βουλή κανονικά», διαβεβαίωσε ο κ. Κατρούγκαλος, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι υπάρχει η πιθανότητα να δεχθούν από τους θεσμούς τις προτάσεις τους για κάποιες αλλαγές.
«Ανάλογα με την έκταση αυτών των προτάσεων για αλλαγές, μπορεί να καταθέσουμε το νομοσχέδιο είτε το βράδυ της Πέμπτης είτε το πρωί της Παρασκευής», τόνισε ο υπουργός Εργασίας.
Υπογράμμισε μάλιστα ότι η επιλογή των μέσων είναι «δικό μας θέμα».
Παραμένουν οι διαφορές
Γεγονός είναι ότι, σύμφωνα και με κυβερνητικές πηγές που έχουν επίγνωση των διαβουλεύσεων με τους Θεσμούς, το κουαρτέτο απαιτεί μεγαλύτερη μείωση των επικουρικών συντάξεων, ακόμα κι αν δώσει το «πράσινο φως» για μικρή αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών για την επικουρική ασφάλιση στο ΕΤΕΑΕΠ (η νέα ονομασία του ΕΤΕΑ). Με άλλα λόγια, δέχονται μικρή αύξηση στις ασφαλιστικές εισφορές, η οποία όμως δεν είναι ικανή να ισορροπήσει το εύρος των μειώσεων που απαιτούνται στις επικουρικές συντάξεις.
«Παραμένει η διαφορά, δεν δέχονται αύξηση εισφορών στο ύψος που προτείνουμε εμείς, ώστε να μην προχωρήσουμε σε επιπλέον μειώσεις στις επικουρικές», επεσήμανε ανώτατο στέλεχος του Υπουργείου Εργασίας, αφήνοντας να εννοηθεί ότι τίθεται σε αμφισβήτηση ακόμα και το όριο προστασίας των 1.300 ευρώ μικτά (1.170 καθαρά).
Η πρόταση της κυβέρνησης που αφορά στην αύξηση των εισφορών και περιελήφθη στο νομοσχέδιο πριν να κλειστεί η συμφωνία, προβλέπει αύξηση των εισφορών κατά 0,50% για τον εργοδότη και κατά 0,50% για τον εργαζόμενο από 1/6/2016 και μέχρι την 31/5/2019. Εν συνεχεία προβλέπεται αύξηση κατά 0,25% για τον εργοδότη και κατά 0,25% για τον εργαζόμενο από 1/6/2019 και μέχρι την 31/5/2022. Μετά το πέρας της εξαετίας το ποσοστό της μηνιαίας εισφοράς επανέρχεται στο ύψος που ίσχυε κατά την 31/12/2015.
«Το ζήτημα θα λυθεί σε πολιτικό επίπεδο, και οι συζητήσεις με το Υπουργείο Εργασίας θα συνεχιστούν σε τεχνικό επίπεδο» δήλωσε η ελληνική πλευρά αφήνοντας να εννοηθεί ότι εμπλοκή υπάρχει και στον τρόπο διαχείρισης της περιουσίας κινητής και ακίνητης περιουσίας των ταμείων.
Πάντως ακόμα και με δεδομένη τη μικρή αύξηση των εισφορών, το σχέδιο νόμου προβλέπει μείωση των επικουρικών συντάξεων έως και 40% μέσω του επαναϋπολογισμού τους. Το πλέγμα προστασίας (άθροισμα κύριας και επικουρικής) ορίζεται στα 1.170 ευρώ καθαρά (1.300 μικτά) που σημαίνει ότι μειώσεις θα υποστούν περισσότεροι συνταξιούχοι. Το νομοσχέδιο αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο το υπερβάλλον ποσό (που ξεπερνά τα 1.170 ευρώ) να μηδενιστεί σε περιπτώσεις συντάξεων με υψηλό ποσοστό αναπλήρωσης, με αποτέλεσμα αυτή η κατηγορία των συντάξεων να υποστεί μείωση έως και 40%. Επιπλέον σε περίπτωση αύξησης των ελλειμμάτων του επικουρικού ταμείου και μείωσης των εσόδων ενεργοποιείται αυτόματα μηχανισμός περικοπής των συντάξεων.
Σχολιάζοντας τη συγκεκριμένη διάταξη, ο κ. Κατρούγκαλος τόνισε δεν θα απαιτηθεί να ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός καθώς η εισπραξιμότητα των εισφορών θα ανέλθει στο 60%-65% (από 40%-45% σήμερα)!
Η καθυστέρηση στην επίτευξη συμφωνίας προφανώς θα επηρεάσει την κοινοβουλευτική πορεία του ασφαλιστικού νομοσχεδίου καθώς ο κ. Κατρούγκαλος είχε εκφράσει την πεποίθηση ότι μέχρι να ξεκινήσει -μετά το Πάσχα- η συζήτηση του νομοσχεδίου στην ολομέλεια της Βουλής, η συμφωνία θα έχει κλείσει. Προσερχόμενος στην συνάντηση ο υπουργός Εργασίας είπε ότι τις ερχόμενες μέρες ίσως και σήμερα, το νομοσχέδιο θα συζητηθεί στην κοινοβουλευτική επιτροπή.
Περί εξαίρεσης των βουλευτών
Ο υπουργός Εργασίας δήλωσε ότι θα δεχτούμε βελτιώσεις, όχι όμως περικοπές, καθώς έχουμε εξαντλήσει τα όριά μας, ενώ, αναφερόμενος στην εξαίρεση των βουλευτών από την ένταξή τους στον ενιαίο φορέα (ΕΦΚΑ), τόνισε πως όλοι θα έχουν την ίδια μεταχείριση «από τον πρόεδρο του Αρείου Πάγου μέχρι και το τελευταίο μπλοκάκι». Στην ανακοίνωση του Υπουργείου Εργασίας αναφέρεται ότι οι συντάξεις των βουλευτών που έχουν εκλεγεί μέχρι το 2012 καταβάλλονται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους.
Δηλαδή δεν υπάρχει φορέας κοινωνικής ασφάλισης αρμόδιος για να καταβάλλει τις συντάξεις αυτές, καθώς οι βουλευτές δεν κατέβαλαν ποτέ ασφαλιστικές εισφορές.
Ετσι λοιπόν δεν είναι νοητή η υπαγωγή τους στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) που δημιουργείται για πρώτη φορά, διότι ο ΕΦΚΑ συγκροτείται από ασφαλιστικά Ταμεία και γενικότερα από φορείς κοινωνικής ασφάλισης και μόνο.
Συνεπώς δεν πρόκειται για εξαίρεση των βουλευτών από το σύστημα του ΕΦΚΑ, αφού μετά το 2012 (4093/12) οι βουλευτές υπάγονται στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης στους οποίους ανήκουν λόγω της μισθωτής εργασίας που παρείχαν πριν από την εκλογή τους.