«Όπως προκύπτει και από την έκθεση του ΟΟΣΑ για το 2015, παρατηρείται σημαντική υστέρηση στον έλεγχο της διακρατικής διαφθοράς», τόνισε, μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ, Κωνσταντίνος Μίχαλος, σε ημερίδα που διοργανώνει σήμερα η Γενική Γραμματεία για την καταπολέμηση της διαφθοράς, διαφάνειας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων με θέμα η «εταιρική ευθύνη στο διεθνές νομικό περιβάλλον – Σκέψεις και προβληματισμοί».
«Η τήρηση κανόνων νομιμότητας και διαφάνειας στις οικονομικές συναλλαγές είναι μια πρόκληση που γίνεται όλο και πιο δύσκολη, στο πλαίσιο της σύγχρονης παγκοσμιοποιημένης αγοράς.
Φαινόμενα όπως αυτό της διαφθοράς, συνήθως με τη μορφή της δωροδοκίας δημοσίων λειτουργών, έχουν πλέον ξεπεράσει τα εθνικά σύνορα.
Σύμφωνα με την έκθεση διακρατικής διαφθοράς του ΟΟΣΑ, το 2014 εντοπίστηκαν 224 υποθέσεις δωροδοκίας, στις οποίες κατευθύνθηκαν συνολικά περισσότερα από τρία δισεκατομμύρια δολάρια. Κατά μέσο όρο, το ποσό αυτό αντιστοιχεί σε 10,9% της αξίας των συναλλαγών. Αντιστοιχεί επίσης σε 34,5% των κερδών που απέφεραν αυτές οι συναλλαγές.
Πρόκειται για ένα πρόβλημα διεθνές, με συνέπειες που πλήττουν τις εθνικές οικονομίες, τις κοινωνίες και βεβαίως και την ίδια την επιχειρηματικότητα.
Η διαφθορά επιβαρύνει με τεράστια κόστη τα κράτη, τις επιχειρήσεις και τους πολίτες. Οδηγεί σε σπατάλη δημοσίων και ιδιωτικών πόρων, νοθεύει τον υγιή ανταγωνισμό και εμποδίζει την ανάπτυξη.
Διαβρώνει την εμπιστοσύνη των πολιτών απέναντι στο κράτος και στους λειτουργούς του, απέναντι στους θεσμούς, αλλά και απέναντι στην επιχειρηματικότητα. Συντηρεί μια κουλτούρα, η οποία στιγματίζει την επιχειρηματική δραστηριότητα ως εκ φύσεως «ανήθικη» και αντίρροπη προς το δημόσιο συμφέρον.
Η Ελλάδα είναι μεταξύ των χωρών που αντιμετωπίζουν το φαινόμενο με μεγαλύτερη ένταση, σύμφωνα με τις εκθέσεις και αξιολογήσεις έγκυρων διεθνών οργανισμών.
Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει αρκετά βήματα για την καταπολέμηση της εσωτερικής διαφθοράς. Ωστόσο, όπως προκύπτει και από την έκθεση του ΟΟΣΑ για το 2015, παρατηρείται σημαντική υστέρηση στον έλεγχο της διακρατικής διαφθοράς.
Η αντιμετώπιση της διαφθοράς στις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές είναι σαφώς δυσκολότερη. Είναι δυσκολότερη σε επίπεδο ανίχνευσης και επιβολής κυρώσεων, αφού υπερβαίνει τα όρια ισχύος των εθνικών νομοθετικών πλαισίων και την αρμοδιότητα των εθνικών ελεγκτικών μηχανισμών.
Είναι όμως δυσκολότερη και σε πολιτισμικό επίπεδο. Κι αυτό γιατί υπάρχει μια λανθασμένη αντίληψη ότι η διαφθορά που λαμβάνει χώρα εκτός συνόρων είναι λιγότερο καταδικαστέα σε σχέση με την εσωτερική διαφθορά. Είναι μια πρακτική που οι συνέπειές της αφορούν άλλους και όχι την εθνική οικονομία.
Πρόκειται βεβαίως για τεράστιο λάθος. Η διακρατική διαφθορά δεν υπηρετεί το συμφέρον της ελληνικής οικονομίας, ούτε της ελληνικής επιχειρηματικής κοινότητας. Αντίθετα, στρεβλώνει τον ανταγωνισμό και πλήττει καίρια τη φήμη και την αξιοπιστία των ελληνικών επιχειρήσεων, σε μια εποχή όπου η εξωστρέφεια αποτελεί ζωτικής σημασίας ζητούμενο.
Όλα αυτά τα χρόνια, οι ελληνικές επιχειρήσεις προσπαθούν να αναπτύξουν παρουσία στις διεθνείς αγορές. Προσπαθούν, με νύχια και με δόντια, να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των ξένων συνεργατών τους, σε μια περίοδο όπου η χώρα θεωρείται συνώνυμη σχεδόν της αβεβαιότητας και του ρίσκου. Προσπαθούν να διατηρήσουν τον επαγγελματισμό τους και να παραμείνουν συνεπείς στις υποχρεώσεις τους, παρά τα τεράστια εμπόδια που αντιμετωπίζουν, λόγω της ύφεσης, της έλλειψης ρευστότητας, των κεφαλαιακών ελέγχων κ.ά.
Η αδυναμία πάταξης των φαινομένων διακρατικής διαφθοράς πλήττει τις επιχειρήσεις αυτές όχι μόνο πρακτικά, αλλά και ηθικά. Απαιτείται, λοιπόν, κατ’ αρχήν η εντατικοποίηση των δράσεων για την αποτροπή, για τον εντοπισμό και την επιβολή των απαραίτητων κυρώσεων.
Η προσπάθεια αυτή περνά μέσα από τη συνεργασία της πολιτείας, της επιχειρηματικής κοινότητας, των διεθνών οργανισμών, αλλά και της κοινωνίας των πολιτών.
Απαιτείται μια ολοκληρωμένη πολιτική, με στόχο την ενίσχυση των πόρων, των δεξιοτήτων και της τεχνογνωσίας στην ανίχνευση παράνομων δραστηριοτήτων. Μια πολιτική που θα διευκολύνει την αξιολόγηση πληροφοριών, θα διασφαλίζει την προστασία των πληροφοριοδοτών και θα παρέχει τους απαραίτητους πόρους στις αρμόδιες αστυνομικές και δικαστικές αρχές.
Η ενίσχυση του νομοθετικού πλαισίου και η αποτελεσματικότερη ενεργοποίηση των ελεγκτικών μηχανισμών του κράτους, λειτουργούν όχι μόνο κατασταλτικά αλλά και αποτρεπτικά. Γιατί δίνουν το μήνυμα ότι η διαφθορά, τόσο σε εσωτερικό όσο και σε διακρατικό επίπεδο, δεν είναι μόνο καταδικαστέα αλλά και ανιχνεύσιμη και ποινικά κολάσιμη.
Σαφώς στην προσπάθεια πρόληψης της διαφθοράς έχει ρόλο και η ίδια η επιχειρηματική κοινότητα.
Ως Επιμελητηριακή Κοινότητα υποστηρίζουμε ότι η ουσία της Εταιρικής Υπευθυνότητας δεν είναι το «τι δίνεις», αλλά το «ποιος είσαι». Δεν είναι μόνο το που διανέμεις τα κέρδη, αλλά και το πώς τα δημιουργείς. Είναι οι αρχές και οι αξίες που καθοδηγούν την επιχειρηματική δραστηριότητα.
Για εμάς, η Εταιρική Υπευθυνότητα αφορά την ενσωμάτωση της ακεραιότητας, της διαφάνειας και της λογοδοσίας σε κάθε πτυχή της επιχειρηματικής στρατηγικής. Στις σχέσεις με μετόχους, με πελάτες, με προμηθευτές, με εργαζόμενους, με το κράτος και τους λειτουργούς του, με τις τοπικές κοινωνίες.
Παράλληλα, όμως, με τη διαμόρφωση μιας υγιούς επιχειρηματικής κουλτούρας, είναι ωστόσο, όπως προκύπτει και από την έκθεση του ΟΟΣΑ για το 2015, παρατηρείται σημαντική υστέρηση στον έλεγχο της διακρατικής διαφθοράς, «τόνισε, μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ, Κωνσταντίνος Μίχαλος, σε ημερίδα που διοργανώνει σήμερα η Γενική Γραμματεία για την καταπολέμηση της διαφθοράς, διαφάνειας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων με θέμα η «εταιρική ευθύνη στο διεθνές νομικό περιβάλλον – Σκέψεις και προβληματισμοί».
Είναι απαραίτητη η αλλαγή στάσης σε επίπεδο κοινωνίας. Προφανώς κανείς δεν είναι από τη φύση του διεφθαρμένος. Οι άνθρωποι και οι επιχειρήσεις προσαρμόζονται στους τυπικούς και άτυπους θεσμούς, μέσα στους οποίους κινούνται. Προσαρμόζονται στα ήθη και στις νόρμες της κοινωνίας, της οποίας είναι μέλη.
Γι’ αυτό και είναι απαραίτητο να αναμορφωθούν τόσο οι θεσμοί όσο και τα ήθη.
Χρειάζονται αφενός μεταρρυθμίσεις από την πλευρά του κράτους, για να καταπολεμηθούν οι ρίζες του προβλήματος: η πολυνομία και η ασάφεια στους νόμους, η υπερβολική παρέμβαση του κράτους στην οικονομία, η γραφειοκρατία, η ελλιπής αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, η κουλτούρα της ατιμωρησίας.
Και βεβαίως, η διαφθορά δεν μπορεί να μειωθεί αν δεν το απαιτήσει η ίδια η κοινωνία. Σε αυτό το επίπεδο πρέπει να δοθεί η σημαντικότερη μάχη. Για να τελειώσει η κουλτούρα της ανοχής και ο εθισμός στη διαφθορά, ως μια αυτονόητη κατάσταση. Πρέπει όλοι, ως πολίτες, να αντιληφθούμε ότι δεν υπάρχει «ελαφρά» και «βαριά» διαφθορά, δεν υπάρχει δικαιολογημένη και αδικαιολόγητη διαφθορά. Πρέπει να ξεπεράσουμε επιτέλους τη στείρα και καταστροφική λογική των συμψηφισμών, που απλώς οδηγούν στη διαιώνιση κάθε προβλήματος.
Η μεγάλη πρόκληση που αφορά όλους μας, είναι να διαμορφώσουμε μια νέα αντίληψη: Μια αντίληψη όπου το κράτος δεν θα θεωρεί εκ των προτέρων τον πολίτη διεφθαρμένο. Μια αντίληψη όπου ο επιχειρηματίας δεν θα θεωρεί ότι η διαφθορά είναι μονόδρομος για την επιτυχία και ο πολίτης δεν θα θεωρεί ότι το κράτος είναι ένας εχθρός που πρέπει να εξαπατήσει για να επιβιώσει.
Η αποψινή ημερίδα είναι μια ευκαιρία να αναζητήσουμε πολιτικές και δράσεις που θα μας οδηγήσουν ταχύτερα προς αυτή την κατεύθυνση. Με τη συνδρομή των διεθνών οργανισμών, όπως ο ΟΟΣΑ και με κοινή προσπάθεια Πολιτείας και επιχειρήσεων, μπορούμε να ανταποκριθούμε στην πρόκληση. Για μια οικονομία χωρίς σκοτεινά σημεία. Μια οικονομία με ξεκάθαρους και δίκαιους κανόνες, που θα παράγει αξία για όλους», τόνισε στην ομιλία του ο κ. Μίχαλος.