Στο δεύτερο μισό του Ιουνίου η εκταμίευση
Στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιουνίου, και υπό την προϋπόθεση ότι η Αθήνα θα εφαρμόσει όλα τα προαπαιτούμενα μέτρα, θα εκταμιευθεί η πρώτη υπο-δόση των 7,5 δισ. ευρώ (από το σύνολο των 10,3 δισ.), όπως προκύπτει από σημείωμα του ESM, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Στο σημείωμα του ESM, επισημαίνεται ότι η Ελλάδα με την ολοκλήρωση των προαπαιτούμενων θα λάβει τη δόση των 7,5 δισ. ευρώ για πληρωμές χρέους και εξόφληση ληξιπρόθεσμων. Θα πρέπει να προηγηθεί η έγκριση της εκταμίευσης από κάποια κράτη μέλη, η έγκριση από το συμβούλιο του ESM του συμπληρωμένου MoU που θα αντανακλά τη συμφωνία (Staff Level Agreement). Μετά το συμβούλιο του ESM θα πάρει και επίσημα την απόφαση για την εκταμίευση.
Αναφορικά με τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, ο ESM σημειώνει ότι θα εφαρμοσθούν έως το τέλος του προγράμματος το 2018. Στο πλαίσιο των μέτρων αυτών, η εξομάλυνση του προφίλ των δανείων που πήρε η Ελλάδα από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), το ανεξόφλητο υπόλοιπο των οποίων ανέρχεται σε 130,9 δισ. ευρώ, μπορεί να γίνει με την επιμήκυνση συγκεκριμένων δόσεών τους εντός της προβλεπόμενης ανώτατης σταθμισμένης μέσης διάρκειας των 32,5 ετών. Παράλληλα, ο EFSF/ESM «εργάζεται με διάφορους τρόπους για να βελτιστοποιήσει τη διάρθρωση του ανεξόφλητου χρέους, σύμφωνα με τα διαφορετικά προφίλ των δανείων που έχουν πάρει οι χώρες (από τα δύο αυτά ταμεία)».
Με αυτούς τους τρόπους θα μπορέσει ο EFSF/ESM να μειώσει τον κίνδυνο του επιτοκίου για την Ελλάδα (σ.σ.: να κλειδώσει χαμηλά επιτόκια με πιο μακροπρόθεσμα δάνεια), χωρίς να αυξήσει το κόστος για άλλες χώρες – μέλη που πήραν δάνεια από το EFSF/ESM. Ταυτόχρονα, όμως, σημειώνεται, τα δύο ταμεία βοήθειας θα συνεχίσουν τη στρατηγική διαφοροποιημένης χρηματοδότησής τους με την έκδοση ομολόγων αναφοράς σε όλα τα τμήματα της καμπύλης τους (σ.σ.: αυτό σημαίνει ότι μαζί με την έκδοση περισσότερων ομολόγων με πολύ μεγάλη διάρκεια αποπληρωμής, θα συνεχισθεί και η έκδοση λιγότερο μακροχρόνιων ομολόγων).
Όσον αφορά στην κατάργηση του περιθωρίου, που επιβαρύνει τα δάνεια που πήρε η Ελλάδα από το EFSF το 2012 για την επαναγορά χρέους της, η διοίκηση του Ταμείου μπορεί να εγκρίνει την κατάργησή του για το 2017, ενώ η οριστική κατάργηση του περιθωρίου θα επέλθει με τα μεσοπρόθεσμα μέτρα που θα ανακοινωθούν με την ολοκλήρωση του προγράμματος.
Στα μεσοπρόθεσμα μέτρα, που θα εφαρμοσθούν μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος, σημειώνεται ότι ο ESM μπορεί να διαθέσει τα 19,4 δισ. ευρώ που έχουν απομείνει από τα 25 δισ. ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών, για την πρόωρη αποπληρωμή επίσημων δανείων (δηλαδή διμερών δανείων από τις χώρες της Ευρωζώνης ή δανείων από το ΔΝΤ).
Όσον αφορά στην πληρωμή των κερδών της ΕΚΤ και εθνικών κεντρικών τραπεζών της Ευρωζώνης από την αγορά ελληνικών ομολόγων (τα λεγόμενα SMP και ANFA), ο ESM σημειώνει ότι διακρατά ακόμη ένα ποσό 1,8 δισ. ευρώ κερδών από SMP του 2014. «Αυτό το ποσό από το δημοσιονομικό έτος 2017 και μετά θα διακρατείται από τον ESM ως απόθεμα για τη μείωση των μελλοντικών ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών της Ελλάδας», σημειώνεται, ενώ προστίθεται ότι οι κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης (πλην της ΤτΕ) θα σωρεύσουν κέρδη περίπου 3,5 δισ. ευρώ από τα ελληνικά ομόλογα από το 2017 έως το 2026.
Εάν χρειασθεί, θα εξετασθούν περαιτέρω μέτρα ανασχεδιασμού του ελληνικού χρέους, μεταξύ των οποίων η επιμήκυνση του ισχύοντος σταθμικού μέσου όρου των δανείων (32,5 ετών), ο ανασχεδιασμός του σχεδίου αποπληρωμών του EFSF, η θέσπιση πλαφόν και η μετάθεση πληρωμής τόκων.
Μακροπρόθεσμα, θα υπάρχει ένας μηχανισμός λήψης μέτρων για το χρέος (σ.σ.: ο κόφτης, όπως τον αποκάλεσε ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος), ο οποίος θα ενεργοποιηθεί μετά το τέλος του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018 και θα διασφαλίζει τη βιωσιμότητα του χρέους. Ο μηχανισμός αυτός θα προβλέπει μέτρα, όπως περαιτέρω ανασχεδιασμό των δανείων του EFSF και πλαφόν καθώς και μετάθεση των πληρωμών τόκων.
Η βιωσιμότητα του χρέους θα στηρίζεται στο πλαφόν 15% του ελληνικού ΑΕΠ των ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών της Ελλάδας μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος μεσοπρόθεσμα και 20% του ΑΕΠ στη συνέχεια. «Αυτό θα φέρει το χρέος της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ σε μία σταθερά πτωτική πορεία και θα διασφαλίζει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους», αναφέρει ο ESM.